Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

Πέρασαν χρόνια πολλά που μορφώματα όπως η Χρυσή Αυγή, απασχόλησαν τον πολιτικό διάλογο, με ερωτήματα ως προς την ανοχή του πολιτικού συστήματος, την ελευθερία στην ιδεολογία και την γνώμη, ακόμα και όταν αυτή είναι βλαπτική, αλλά και πρακτικά ζητήματα, όπως το αν υπήρξαν κόμματα και πολιτικοί που την υπέθαλψαν. Η πολιτική συζήτηση όμως αποδεικνύεται για ακόμα μία φορά κατώτερη των περιστάσεων. Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής αντί να φέρει στο φως προβληματισμό για την ύπαρξη της και τους ανθρώπους που την στήριξαν έχει καταντήσει προσπάθεια πολιτικής διαφωνίας ένθεν κακείθεν.

Οι επιλογές, το φέρεσθαι και η συνολική ύπαρξη της Χρυσής Αυγής είναι εξ αρχής σημάδι ανησυχητικό για το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Σύμφωνοι πως η καταδίκη της είναι ένα τεράστιο πρώτο βήμα και μία δικαίωση, είναι όμως το τέλος;

Το πραγματικό ζήτημα είναι η στροφή του κόσμου σε αυτήν και φυσικά αναφέρομαι σε όλους αυτούς τους πολίτες που την ψήφιζαν όχι επειδή ήταν φασίστες, όχι επειδή υποστήριζαν τον ολοκληρωτισμό, αλλά επειδή δεν υπήρχε κατ’ αυτούς καλύτερη επιλογή. Είναι σαφές σε όλους, και έχει ακουστεί πολύ συχνά από αυτούς τους γνωστούς αγνώστους ότι αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να εκδικηθούν το πολιτικό σύστημα με την ψήφο στην Χρυσή Αυγή.

Και αυτό το γεγονός είναι η μεγαλύτερη απόδειξη υπαιτιότητας του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Το επίκαιρο παιχνίδι με το δάχτυλο δε, από αντιπολίτευση σε κυβέρνηση και τούμπαλιν, για το ποιος στήριξε την Χρυσή Αυγή πιο πολύ, πότε και γιατί, με τα αντίστοιχα δημοσιεύματα να κατακλύζουν το διαδίκτυο, είναι στοιχείο που καθόλου δεν φωτίζει το με δικαστική απόφαση πια υπαρκτό κενό του πολιτικού συστήματος και την αναποτελεσματικότητά του να προστατέψει τον εαυτό του και τους πολίτες. Καθιστά μάλιστα το πρόβλημα έτι μεγαλύτερο.

Από την πρώτη στιγμή η ύπαρξη της Χρυσής Αυγής είναι μία ύβρις, σε όλες τις ιδεολογίες, ύβρις στον ανθρώπινο σεβασμό, στην ιστορία της χώρας, αλλά και την κοινή λογική. Πρόκειται για ένα εξαρχής ασαφές προς τα έξω μόρφωμα, με ξεκάθαρη ωστόσο βίαιη υπογραφή υπό την μορφή ταγμάτων εφόδου και δολοφονιών. Η ανοχή όμως του πολιτικού συστήματος και τα κενά στην διακυβέρνηση ήταν η πραγματική ύβρις που την ανέσυρε από την σκιώδη της δράση δεκαετίες πριν καταφέρει να κερδίσει το εισιτήριο για το κοινοβούλιο, την ψήφο των αγανακτισμένων.

Το πολιτικό σύστημα εφόσον φιλοδοξεί να είναι σταθερό, οφείλει να δρα συντονισμένα σε όλα εκείνα τα ζητήματα που δεν χωρούν αμφιβολίας. Από την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, στα ελληνοτουρκικά και την υγειονομική πανδημία, η στάση δεν μπορεί να είναι αντιπαράθεση, αλλά συναίνεση για τις καλύτερες δυνατές επιλογές. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με το πολιτικό σύστημα να πυροβολεί συνεχώς τα πόδια του προς όλες τις ιδεολογικές κατευθύνσεις και κυρίως τον ίδιο τον πολίτη.

Όταν το πολιτικό σύστημα γύρισε την πλάτη στον πολίτη ξέσπασε κάθε είδους κρίση: Την γνωρίζουμε ως οικονομική τα τελευταία χρόνια, αλλά ήταν και συνεχίζει να είναι κοινωνική, ηθική σε κάθε επίπεδο, και πια αποδεδειγμένα πολιτική.