Γράφει η Εύα Λαγγίδη

Η οικογένεια είναι ένας θεσμός, ο οποίος περνά από πολλά στάδια. Συνήθως, οι γονείς είναι αυτοί που έχουν τον έλεγχό της και με βάση τα δικά τους κριτήρια φροντίζουν για τον ορθό τρόπο λειτουργίας της. Τι συμβαίνει, όμως, όταν το παιδί φτάνει στην εφηβεία? Τα πάνω-κάτω!

Εφηβεία σημαίνει αυτόματα επανάσταση. Ως ένα μικρότερο κοινωνικό μόρφωμα, η οικογένεια βιώνει την δική της επανάσταση. Το παιδί, ή μάλλον ο νέος άντρας/η νέα γυναίκα, βιώνει ραγδαίες αλλαγές σε όλους τους τομείς: βιολογικά, ψυχολογικά, κοινωνικά. Η ουσία, ωστόσο, βρίσκεται στην λέξη «αλλαγή». Το παιδί δεν ενδιαφέρεται να σκεφτεί σε βάθος γιατί κι από πού προέρχονται όλα αυτά που του συμβαίνουν. Του αρκεί που συμβαίνουν.

Η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προξενεί στου νέους συχνά συσσωρευμένα πολλά αρνητικά συναισθήματα. Οργή, παράπονο, λύπη, μυστικοπάθεια, αδικία είναι μερικά από αυτά. Αισθάνονται σε αυτές τις περιπτώσεις ότι κανείς δεν τους κατανοεί και πως κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί τον βαθμό στον οποίο βιώνουν τα συναισθήματά τους.

Λίγο καιρό πριν το παιδί έβλεπε τον γονιό σαν ήρωα, σαν τον προσωπικό του superman, που είναι εκεί για να τον καθοδηγεί σε οτιδήποτε. Το παιδί υπάκουε τον γονιό του χωρίς καν να θέτει απορίες. Πλέον δεν ζητά καν την γνώμη του, αρνείται να δίνει εξηγήσεις και θέλει να είναι ο ίδιος κύριος του εαυτού του.

Από την άλλη μεριά, η νέα κατάσταση έχει επιπτώσεις και στην ψυχολογία των γονιών. Νιώθουν άγχος και ανασφάλεια για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τα καινούργια ζητήματα που τους παρουσιάζονται. Μπαίνουν σε διαδικασία αυτοαξιολόγησης. Αναρωτιούνται αν είναι καλοί και σωστοί γονείς. Αν θα έπρεπε να αντιδράσουν διαφορετικά σε κάτι που δεν τους άρεσε ή δεν καταλάβαιναν στο παιδί τους.

Οι ρυθμοί που κινείται η σύγχρονη κοινωνία είναι τάχιστοι. Ο γονιός έχει να προνοήσει για την οικογένεια του, την δουλειά του και την οικονομική του ασφάλεια κι όλα αυτά χωρίς να χάσει τον ίδιο του τον εαυτό. Όταν σε όλα αυτά προστίθεται από το πουθενά ένας νέος έφηβος που το αίμα του βράζει, είναι λογικό οι αντιδράσεις του γονιού να είναι ενίοτε πιο έντονες από ότι θα έπρεπε.

Μέσα στο σπίτι μας όλοι νιώθουμε την άνεση και την ασφάλεια να εκτονωνόμαστε. Σίγουρα, λοιπόν, αμφότεροι γονείς και παιδιά ξεσπούν ο έναν πάνω στον άλλον. Η κατά επανάληψη, όμως, ενδοοικογενειακή σύγκρουση οδηγεί αναπόφευκτα στην αποξένωση των μελών της. Οι γονείς , επιβαρυμένοι από τις υποχρεώσεις τους, φτάνουν να βλέπουν τα παιδιά τους σαν «σάκο του box» και να μην φιλτράρουν τις σκέψεις τους πριν τις ξεστομίσουν. Οι έφηβοι από την άλλην, νιώθουν εξόριστοι μέσα στο σπίτι τους και πως οι γονείς τους δεν είναι εκεί για να τους καταλαβαίνουν, αλλά για να τους κατακρίνουν και να τους κάνουν υποδείξεις.

Πώς μπορεί αυτό το χάσμα να καλυφθεί από την μεριά τους γονέα; Ο γονιός να για να αρχίσει να κατανοεί και να προσεγγίσει το παιδί του θα πρέπει πρώτα να βάλει τον εαυτό του στην θέση του. Αρχικά, δεν πρέπει να λησμονεί την δική του περίοδο εφηβείας. Να θυμάται τα δικά του «θέλω» και συναισθήματα που είχε στην αντίστοιχη ηλικία. Ένα σύνηθες παράδειγμα αποτελεί η αντίδραση του πατέρα/μητέρας σε έναν κακό βαθμό που πήρε ο νέος στο σχολείο. Δεν είναι σπάνιο μετά από μία άσχημη βαθμολογία να ακολουθεί καυγάς, ή ακόμα και μία διαδικασία σύγκρισης του παιδιού με τους συμμαθητές του που μπορεί να έτυχε να πήγαν καλύτερα. Σε αυτό το σημείο, κάθε γονιός οφείλει να σκέφτεται πως κι εκείνος κάποτε δεν είχε πάει καλά σε κάποιο τεστ. Αλλά πρωτίστως, να θυμάται πως το κάθε παιδί είναι μοναδικό και πως πρέπει να επικεντρώνεται στο δικό του. Να μην του λέει λόγια που δεν διαγράφονται και που το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να διώχνουν το παιδί μακριά από αυτόν. Να το βοηθά να γίνεται καλύτερο μέρα με την μέρα. Να ξέρει πως η σύγκρουση και η σύγκριση γεννά την αντίδραση. Η σκέψεις αυτές θα τον βοηθήσουν να σταθεί απέναντι στον νέο που στέκεται μπροστά του και να τον αντιμετωπίσει.

Άλλο ένα ζήτημα για έναν γονιό είναι τα στοιχεία πάνω στο παιδί του που του φαίνονται παντελώς ξένα και παράλογα. Πχ, ένα παιδί που θέλει να βάψει τα μαλλιά του πράσινα, ή να βάλει ένα σκουλαρίκι ή να προτιμά ένα περίεργο ρούχο. Πολλοί γονείς αντιδρούν με τι φράσεις: «Πού πας έτσι;» ή «πώς είσαι έτσι;». Το ύφος τις περισσότερες φορές είναι απαξιωτικό ή και θυμωμένο. Σε τέτοιες στιγμές, οι γονείς πρέπει να συνειδητοποιούν και να δέχονται πως η κάθε γενιά έχει τις δικές τις ιδιαιτερότητες και πως αναπτύσσεται και ωριμάζει σε άλλες συνθήκες από τις προηγούμενες και τις επόμενες. Η μόδα και τα πρότυπα αλλάζουν. Η κοινωνία εξελίσσεται. Για αυτόν τον λόγο οι γονείς έχουν υποχρέωση, πρώτον, να είναι δεκτικοί στο διαφορετικό και ,δεύτερον, να μην απαιτούν τα παιδιά τους να τους μιμούνται και να πράττουν όπως οι ίδιοι θέλουν.

Η άσχημη κριτική δημιουργεί αντίδραση. Αν πεις σε έναν έφηβο να μην κάνει κάτι, θα πάει να το κάνει και κατά πάσα πιθανότητα σε μεγαλύτερο βαθμό. Ίσως κρυφά, αλλά θα το κάνει. Αυτός συμβαίνει ούτως ή άλλως στον άνθρωπο από την φύση, αφού είναι ένα αντιδραστικό ον. Πόσο μάλλον όταν είναι στο στάδιο της εφηβείας, όπου βλέπει τον εαυτό το ως τον επαναστάτη που πρέπει να εναντιωθεί στους γονείς, οι οποίοι αποτελούν το κατεστημένο. Συνεπώς, η κριτική σε κάτι που ο γονιός θεωρεί για τα μέτρα του extreme δεν είναι η λύση.

Ο γονιός πρέπει να αντιμετωπίζει το παιδί του σαν φίλος. Να του λέει την προσωπική του γνώμη, αλλά να διατίθεται να ακούει ουσιαστικά και να δέχεται και την γνώμη  του παιδιού του. Ο έφηβος έχει ανάγκη έναν γονιό-φίλο στον οποίο θα μπορεί να μιλά άφοβα για όσα εκτυλίσσονται στην ζωή του. Να νιώθει ασφάλεια και εμπιστοσύνη πως όποτε χρειάζεται θα μπορεί να στραφεί σε αυτόν τον άνθρωπο. Δεν έχει ανάγκη έναν κριτικό που θα βαθμολογεί από το 0 έως το 10 κάθε τι που λέει και κάνει και από τον οποίο θα προσπαθεί να κρύβεται.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ πως ο έφηβος κρίνει μόνος του των εαυτό του. Προσπαθεί να αρέσει στην οικογένειά του, τους συμμαθητές και φίλους του, αλλά και στην κοινωνία. Παντού υπάρχουν άνθρωποι από τους οποίους νιώθει πως αξιολογείται και που στον καθένα προσπαθεί να παρουσιάσει την ιδανική εικόνα. Να είναι το καλό παιδί στο σπίτι, ο cool νέος στο σχολείο και ταυτόχρονα, να είναι συνεπής σε όλες τους τι υποχρεώσεις ως προς την κοινωνία.

Η καθημερινότητα του έφηβου είναι αρκετά επιβαρυμένη και χωρίς τις εντάσεις στο σπίτι. Σχολείο, φροντιστήριο, κάνα-δυο ξένες γλώσσες, κάποιο άθλημα, φίλοι, σπίτι, επιλογή επαγγελματικού προσανατολισμού. Όλα αυτά σε καθημερινή βάση φτάνουν και περισσεύουν για να εξαντλήσουν κάποιον, και χωρίς να έχει αυξημένες ορμόνες που χορεύουν. Έτσι, είναι απόλυτα κατανοητό τα παιδιά αυτά να ψάχνουν διόδους διαφυγής και να μην θέλουν να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν.

Ο γονιός, λοιπόν, ως ενήλικας με πληθώρα εμπειριών να βαραίνουν τους ώμους του, έχει χρέος να αντιμετωπίζει με ψυχραιμία την κάθε κατάσταση που προκύπτει σε σχέση με το παιδί του. Ανεξαρτήτως του τι συμβαίνει στον ίδιο, είναι απαραίτητο να στέκεται δίπλα στον γιο/κόρη του σε ένα συνδυαστικό ρόλο πρώτα γονιού και ύστερα φίλου. Σε έναν ρόλο που βρέξει/χιονίσει θα είναι βράχος ακλόνητος. Δεν είναι απλός ρόλος. Χρειάζεται θάρρος και αποθέματα αγάπης. Λάθη θα γίνουν και πρέπει οπωσδήποτε να αναγνωρίζονται και να μαθαίνουμε από αυτά. Κανείς δεν μπορεί να τα κάνει όλα σωστά. Παρόλα αυτά, το  παιδί θα θυμάται πάντα πως είχε κάποιον δίπλα του να τον ακούει και να τον αποδέχεται, να τον συμβουλεύει και να τον στηρίζει, και πως ότι και να έκανε το ίδιο, δεν θα τον εγκατέλειπε ποτέ. Κανείς δεν θυμάται μια λάθος συμβουλή. Αυτή θα χαθεί στον χρόνο. Ο δεσμός γονέα-παιδιού δεν χάνεται ποτέ.