Γράφει ο Θανάσης Κατσικίδης

Μετά τη διπλωματική ήττα του εκ Τουρκίας απεσταλμένου Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην πρώτη παρτίδα σκάκι, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Οθωμανικής γραβάτας, επιχειρήθηκε η ενορχήστρωση μιας ανταπόδοσης, ενός ξαναζεσταμένου, αλλά πάντα επικίνδυνου αποπροσανατολισμού, αυτού της αποκαλούμενης εξ’ Ανατολών ως «Τουρκικής Μειονότητας».

Μιας μειονότητας προσεγμένης από το Ελληνικό κράτος στα χαρτιά, απομονωμένης στην πραγματικότητα και βληθείσας από τους «νομιμοποιημένους» καλοθελητές της Ανατολής. Έλληνες πολλές φορές στα λόγια, στους οποίους επέτρεψε το Κράτος τη διδαχή της Τουρκικής στα σχολεία, κατ’ εκπλήρωση υποσχέσεων.

Στην Ελλάδα της «ανεκτικότητας», οι μειονοτικοί Έλληνες Μουσουλμάνοι, οι οποίοι δεν προέκυψαν από «επενδυτικό» ενδιαφέρον, αλλά είναι κυρίαρχοι του τόπου που γεννήθηκαν αυτοί και οι πρόγονοι τους, θα έπρεπε να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή να υπερασπίζονται την πραγματική τους Πατρίδα, αντί αυτού αλωνίζουν στα στρατόπεδα, κατά υποχρέωση, ομιλώντας την Τουρκική.

Ένα πολύτιμο χαρτί που προέκυψε από Διεθνείς Συμβάσεις του περασμένου αιώνα, που αντί να αξιοποιείται καταλλήλως, λειτουργεί συνεχώς ως Δούρειος Ίππος προκλητών διμερών κρίσεων, όπου ο αλλόθρησκος δε νοείται ως μειονοτικός έχοντας ως συνειδησιακή ταυτότητα τα εδάφη στα οποία κατοικεί, αλλά συνεχώς ετεροπροσδιορίζεται με βάση το θρήσκευμα του, φορώντας την ταμπέλα σύσφιξης της προσωπικότητας του με ένα έθνος που δε γνωρίζει.

Στον αντίποδα μιας Συ0νθήκης που αφορούσε 2 πληθυσμούς, οι Χριστιανοί κοσμοπολίτες στερήθηκαν την υποσχόμενη ισότητα και εκδιώχθηκαν κυνηγημένοι από τις εστίες τους.

Στη σύγκρουση 2 κόσμων, με διαφορετικές εκ φύσεως αντιλήψεις, η Ελλάδα που γνωρίζει και αναγνωρίζει τις Δυτικές αξίες και τον κόντρα ρόλο που πολλοί γηγενείς της προόδου παίζουν στην πλάτη της, οφείλει να εκμεταλλευτεί τους αλλόθρησκους της Συνθήκης ως μιας υγιούς «Πατριωτικής Εμπροσθοφυλακής», όχι απλώς παραχωρώντας τους προνόμια ανισότητας και μοριοδοτήσεως τους εις βάρος των υπόλοιπων Ελλήνων, αλλά επιμορφώνοντας τους με εξειδικευμένα προγράμματα και διδασκαλίες, φέρνοντας τους σε επαφή με την τεχνολογία και βελτιώνοντας τη ζωή τους τόσο αποτελεσματικά, ώστε οι περιοχές τους να αποτελούν πρότυπα συνειδήσεως.

Τα άκρα σου δεν τα αφήνεις να γδέρνονται, τα περιποιείσαι, γιατί αυτά εκπροσωπούν την εικόνα που προεξέχει, αυτά δύναται ευκολότερα να χτυπηθούν.

Απομακρύνοντας λοιπόν πλήρως τις σειρήνες του πειρασμού, περιορίζεις τη διπλωματική μόλυνση και με τη δημιουργία αγνού εδάφους δημιουργείς την πιο ένθερμη ομάδα προάσπισης του τόπου που διαβιούν.

Εκεί που οι Ανατολίτες χρησιμοποιούν τη μέθοδο της εξοντώσεως των μη επιθυμητών, ο νοήμων Έλλην, που δεν εμμένει πλέον στο νόημα της θρησκείας ως προσδιοριστικού χαρακτηριστικού, αλλά προωθεί τον Πατριωτισμό σε αυτούς που σέβονται, σχετίζονται πολιτισμικά με τον τόπο στον οποίο γεννήθηκαν, αλλά και εκπροσωπούν με περίσσιο θάρρος αυτήν την Πατρίδα, οφείλουμε λοιπόν ως πολιτεία να τους προσφέρουμε εκείνα τα κίνητρα διαμόρφωσης πατριωτικών ενστίκτων, δημιουργώντας καταληκτικά, κοιτίδες Ελληνικής συνειδήσεως ακόμα και στα βαπτισμένα «προβληματικά» μέρη της Ελληνικής επικράτειας.

Οφείλουμε λοιπόν να κατανοήσουμε πως σε περίπτωση κρίσης με τους γείτονες «αδελφούς», η Ελληνίδα Μουσουλμάνα Αίσε της Θράκης, με χαραγμένο το Εθνόσημο στην καρδιά, θα πολεμήσει με τέτοιο σθένος για τα πατρογονικά της εδάφη, σε σημείο που ο Γιαννάκης των Αθηνών, που αρέσκεται να καίει την Ελληνική σημαία, θα ψάξει τη διαφυγή ή θα δράσει προβληματικά.

Όταν αναμορφώσουμε με σκέψη και σύνεση την πρώτη γραμμή της άμυνας μας, δημιουργώντας τους Αγγελιαφόρους της μάχης, θα μπορέσουμε να προετοιμάσουμε και την πρώτη γραμμή της επιθέσεως ή της εσωτερικής τριβής στον εχθρό, μιας και η Συνθήκη της Λωζάνης αναφερόταν και στους Χριστιανούς της Τουρκίας, που παρά τις διώξεις και μέσω της κρυπτοχριστιανοσύνης τους ρίζωσαν μέσα στις αντιθέσεις και είναι έτοιμοι με το κέλευσμα να εναντιωθούν στον δυνάστη που δεν τους σεβάστηκε.

Έχοντας δύο πολύτιμα χαρτιά ανά χείρας, που προέκυψαν ως απόρροια κακών πολιτικών αποφάσεων, η Ελλάδα μπορεί να χτίσει εξαρχής το διπλωματικό της πεδίο χωρίς τις εσωτερικές και ανοικτές πληγές, αυτών που οι προπαγανδιστές αποκαλούν «αλλογενείς μειονοτικούς», περιορίζοντας τη φθορά μέσω της διδασκαλίας και της ποιοτικής αναβάθμισης των Ελλήνων Μουσουλμανικής ταυτότητας, συμπερασματικά ανδρώνοντας τις αμυντικές γραμμές και τη συνεκτικότητα τους Έθνους.

Σεβόμενος την πολιτισμική σύνθεση της Ελλάδας και την ποιοτική κατάπτωση της στο νέο αιώνα, οι περιορισμοί στις «Εθνικές Εφεδρείες» δεν πρέπει να είναι επιτρεπτές, γιατί οι μάχες κερδίζονται από αυτές.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Εστία στις 6/7/21