Όταν στάθηκε ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου τον περασμένο Απρίλιο, μετά από ένα ακόμη σκάνδαλο εις βάρος του Facebook, ο δημιουργός της δημοφιλούς πλατφόρμας, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ήταν κατηγορηματικός: «Δεν πουλάμε δεδομένα σε κανέναν».
Αν και αυτό μπορεί τυπικά να αληθεύει, ένα νέο δημοσίευμα των New York Times αποκάλυψε σήμερα ότι το Facebook παραχώρησε σε 150 εταιρείες, μεταξύ των οποίων και οι δύο «γίγαντες» της Σίλικον Βάλεϊ, Microsoft και Amazon, πρόσβαση σε δεδομένα εκατοντάδων εκατομμυρίων χρηστών, εν αγνοία των τελευταίων και χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Στο πλαίσιο της έρευνάς τους, οι δημοσιογράφοι των NYT μίλησαν σε περισσότερους από 50 πρώην υπαλλήλους του Facebook και κρατικούς αξιωματούχους και μελέτησαν πάνω απο 270 σελίδες απόρρητων εγγράφων του κολοσσού των social media.
Σύμφωνα με εσωτερικά αρχεία που εξασφάλισε η εφημερίδα, ο όγκος των δεδομένων που άντλησε η Cambridge Analytica από μια εφαρμογή στο Facebook ωχριά μπροστά στο «ελευθέρας» που δόθηκε σε μερικούς από τους μεγαλύτερους συνεργάτες του πρωταγωνιστή των social media, όπως η Amazon, η Spotify και το Netflix.
Όπως αναφέρει το άρθρο, το Facebook έδωσε τη δυνατότητα στο Netflix, το Spotify και την Royal Bank of Canada, μεταξύ άλλων, να διαβάζουν, να γράφουν ή ακόμα και να διαγράφουν γραπτά μηνύματα χρηστών, και να βλέπουν όλους τους συμμετέχοντες σε ένα thread, προνόμια που υπερβαίνουν κατά πολύ τα απαιτούμενα για την ενσωμάτωση του Facebook στα συστήματά τους.
Επίσης, η εταιρεία του Ζούκερμπεργκ επέτρεψε στη μηχανή αναζήτησης της Microsoft, γνωστή ως Bing, να «βλέπει» τα όνοματα όλων των φίλων ενός χρήστη του Facebook, χωρίς τη συγκατάθεσή του.
Στην Amazon δόθηκε η δυνατότητα να αντλεί τα ονόματα χρηστών και τα στοιχεία επικοινωνίας τους μέσω των φίλων τους, ενώ η Yahoo μπορούσε ακόμα και να παρακολουθεί προβολές stream από post φίλων.
Από την περσινή χρονιά, η Sony, η Microsoft και η Amazon μπορούσαν να μαθαίνουν τις διευθύνσεις email χρηστών, μέσω των λογαριασμών των φίλων τους.
Τα έγγραφα που εξασφάλισε η εφημερίδα αποδεικνύουν ότι οι επιχειρηματικοί συνεργάτες του Facebook είχαν εξαιρεθεί από τους συνήθεις κανόνες απορρήτου του ιστότοπου μέσω ειδικών deals.
Οι συμφωνίες – που συνήφθησαν με επιχειρήσεις τεχνολογίας, online μαγαζιά λιανικής πώλησης, αυτοκινητοβιομηχανίες, ιστότοπους αναψυχής και εταιρείες ΜΜΕ – χρονολογούνται από το 2010 και εξακολουθούσαν να ισχύουν το 2017. Μερικές παραμένουν σε ισχύ μέχρι και φέτος, έως ότου το σκάνδαλο της Cambridge Analytica έφερε τις αμφιλεγόμενες πρακτικές του Facebook στο επίκεντρο της δημοσιότητας.
Όπως αποκαλύπτουν οι New York Times, το Facebook έκανε συμφωνίες με περισσότερους από 60 κατασκευαστές smartphones, συμπεριλαμβανομένης της Apple.
Τα αρχεία καταδεικνύουν ότι οι συσκευές Apple μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στους αριθμούς επαφών και τις καταχωρίσεις ημερολογίου του χρήστη, ακόμη και αν ο ίδιος είχε απενεργοποιήσει όλες τις λειτουργίες κοινοποίησης. Η Apple είχε επίσης τη δυνατότητα να κρύψει το γεγονός ότι οι συσκευές της ζητούσαν δεδομένα από τους χρήστες του Facebook.
Επίσης, η Yandex, μια ρωσική πλατφόρμα social media που κατηγορείται ότι έχει δεσμούς με το Κρεμλίνο, διέθετε πρόσβαση στα μοναδικά αναγνωριστικά των χρηστών του Facebook μέχρι το 2017 – παρά το γεγονός ότι το Facebook είχε σταματήσει να τα μοιράζεται με άλλες εφαρμογές εδώ και για χρόνια, λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια.
Μία ακόμη αποκάλυψη του δημοσιεύματος αφορά στο «People you may know», ένα εργαλείο που προτείνει φίλους στο Facebook. Σύμφωνα με τους NYT, o ο γίγαντας των social media χρησιμοποιούσε στο εν λόγω εργαλείο δεδομένα που αντλούσε από τους συνεργάτες του.
Το αμφιλεγόμενο εργαλείο έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις από το 2008 που έκανε την εμφάνισή του στον ιστότοπο, αφού μερικές φορές «προτείνει» επανασύνδεση ανάμεσα σε αποξενωμένα μέλη της ίδιας οικογένειας ή ακόμα και ανάμεσα στο θύμα και τον δράστη ενός βίαιου εγκλήματος.
Το Facebook δεν έλαβε ποτέ χρήματα για την παροχή αυτού του είδους της πρόσβασης, που υπήρχε ακόμη και εάν οι χρήστες είχαν απενεργοποιήσει όλες τις δυνατότητες κοινοποίησης δεδομένων στο προφίλ τους.
Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι αυτές οι μεγάλες εταιρείες ενεργούσαν απλά ως προέκταση του Facebook. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε πληροφορία που μοιραζόταν ένας χρήστης με τους φίλους του στον ιστότοπο μπορούσε έπειτα να κοινοποιηθεί στις παραπάνω εταιρείες, χωρίς τη συγκατάθεσή του.
Το Facebook διέψευσε το βράδυ της Τρίτης ότι οι προαναφερόμενες εταιρείες έκαναν κατάχρηση των δεδομένων των χρηστών, αν και απέφυγε να αναφερθεί στον όγκο των δεδομένων που προσφέρθηκαν «στο πιάτο» στους συνεργάτες του.
«Οι συνεργάτες του Facebook δεν μπορούν να αγνοήσουν τις ρυθμίσεις προστασίας απορρήτου των χρηστών και είναι λάθος να ισχυρίζεται κανείς ότι μπορούν να το κάνουν», δήλωσε ο Στιβ Σάτερφιλντ, διευθυντής του τμήματος Προστασίας του Απορρήτου και Ιδιωτικότητας του Facebook.
O Σάτερφιλντ είπε επίσης στους Times ότι κανένας από τους συνεργάτες του Facebook δεν παραβίασε τη Συμφωνία Συγκατάθεσης του 2011, η οποία υπογράφηκε μεταξύ της πλατφόρμας και της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου, και ξεκαθάριζε ότι θα χρειαζόταν η συγκατάθεση των χρηστών για να κοινοποιηθούν οποιαδήποτε στοιχεία τους σε άλλες εταιρείες.
Ωστόσο το δημοσίευμα υποστηρίζει ότι το Facebook έκλεισε συμφωνίες διαμοιρασμού δεδομένων με πολλές μεγάλες εταιρείες και τράπεζες, συμφωνίες που το βοήθησαν να προσελκύσει νέους χρήστες και – κατά συνέπεια – να αυξήσει τα έσοδά του μέσω των διαφημίσεων.
Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε μια δυναμική συζήτηση για τους νέους και να τους φέρουμε πίσω στην πολιτική.