Γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντίνος Κοντζές

Η Ελλάδα πέρασε μια πολυεπίπεδη κρίση τα τελευταία χρόνια, και το αποτύπωμα αυτής αφέθηκε την 28η Οκτωβρίου, στη μαθητική παρέλαση του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας-Χαλκηδόνας.

Ο λόγος, βέβαια, για τα διάσημα πλέον νεαρά κορίτσια, που «παρέλασαν» με το βηματισμό απο το θρυλικό σκετς των Μόντι Πάιθον. Σίγουρα αυτή τους η κίνηση είναι κατακριτέα και προσβάλλει όχι μόνο τους εαυτούς τους, αλλά και εκείνους που πέθαναν για να μπορούν οι εν λόγω μαθήτριες να είναι ελεύθερες. Αν δεν συμφωνείς ή απλά δεν σου αρέσει η ιδέα της παρελάσεως μην συμμετέχεις, δεν είναι υποχρεωτικό. Φταίνε όμως οι ίδιες;

Σε όποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και αν μπω, αυτό που διαβάζω είναι βρισιές, χυδαία και αισχρά σχόλια. Διαβάζω σχόλια όπου καταριούνται και εύχονται τα χειρότερα στις ίδιες και τις οικογένειές τους. Κάποιοι πιο ψύχραιμοι προτείνουν την αποβολή από το σχολείο τους. Να σημειωθεί ωστόσο, οτι δεν πρόκειται για μαθήτριες του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας-Χαλκηδόνας.

Δεν μπορώ να διανοηθώ οτι υπάρχει άνθωπος που μπορεί να πει οτι φταίνε οι ανήλικες μαθήτριες για την ασέβειά τους αυτή. Είναι παιδιά! Ας μην τα κρίνουμε σαν ενήλικες. Τα παιδιά είναι παιδιά και η ανωριμότητα, καθώς και το νεαρό της ηλικίας τους είναι αρκετος λόγος για να δικαιολογήσει μια συμπεριφορά που σίγουρα τους φάνηκε αστεία. Δεν θα μιλήσω καν για τους γονείς που κατηγορούν όλοι. Είναι ελάχιστοι έως και μετρημένοι στα δάχτυλα οι γονείς που μιλάνε στα παιδιά τους για το έπος του ’40 ή για το 1821 ή που γνωρίζουν αρκετά ώστε να τους τα μεταφέρουν.

Είναι θέμα παιδείας και ερεθισμάτων. Έχει δημιουργηθεί στη Ελλάδα ένα φοβικό σύνδρομο πατριωτισμού και μία αποστροφή στον ελληνισμό απο τους ίδιους τους Έλληνες, αλλά κυρίως απο τους νέους ανθρώπους. Σε αυτό συνέβαλε η οικονομική κρίση, όπου παιδιά είδαν τις οικογένειες τους να φτωχαίνουν και να εξαθλιώνονται, και αυτό το ένιωσαν στο πετσί τους μαθητές και φοιτητές. «Θα φύγω απο την παλιοελλάδα», τους ακούω να λένε. «Τι μου προσφέρει η Ελλάδα εμένα για να παλέψω για αυτή;», τους ακούω να ρωτάνε. Δεν τους αδικώ. Δεν πρέπει να ξεχνούν όμως απο που προήλθαν, ούτε να ξεχνούν τις θυσίες των προγόνων τους για τη διατήρηση της περηφάνιας αυτής εδώ της χώρας.

Τον ρόλο της σε όλο αυτό έπαιξε και η Συμφωνία των Πρεσπών. Την ώρα που ο Έλληνας νιώθει την αδικία και την απειλή για τα κεκτημένα για τα οποία ο λαός του έχυσε αίμα, και το εθνικό φρόνημα βρίσκεται στο απόγειο του, έρχεται και καρφώνεται με βία η ταμπέλα του ακροδεξιού και του φασίστα. Παράλληλα δε, γινόταν και λόγος για την κατάργηση των παρελάσεων.

Το σημαντικότερο όλων των αιτίων ωστόσο, είναι το κενό καλλιέργειας εθνικού φρονήματος απο τα σχολεία. Όλα ξεκινούν απο εκεί. Από την ιστορία που δεν διδάσκεται ώστε να μένει κάτι στον μαθητή και παρακαλεί να τελειώσει η διδακτική ώρα, αντί να βγαίνει απο την αίθουσα και να λέει «κάτι χρήσιμο έμαθα και σήμερα»· μέχρι τις παρελάσεις που αντί για φόρο τιμής αποτελούν πλέον δικαιολογημένο σκασιαρχείο και ευκαιρία για παιχνίδι. Χρειάζεται επιτακτικά πλέον ένα μοντέρνο σύστημα εκμάθησης της ιστορίας γιατί η στείρα απομνημόνευση και η παπαγαλία δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα και ο μαθητής γίνεται διεκπεραιωτικός.

Το σχολείο πρέπει να καλλιεργεί το εθνικό φρόνημα στους Έλληνες μαθητές και να τους εξηγεί γιατί πρέπει να είναι περήφανοι που είναι Έλληνες. Δεν πρέπει να απαιτείται η αποτύπωση του βιβλίου στην κόλλα της εξέτασης, και οι «σάλτσες» καλό θα ήταν να περιοριστούν και να μείνουμε στη ουσία των ιστορικών γεγονότων. Γιατί όταν αυτά τα παιδιά μεγαλώσουν, θα μπορούν και σαν γονείς να μεταδώσουν την αγάπη και την περηφάνεια που θα νιώθουν για το ελληνικό έθνος και να μάθουν στα παιδιά τους οτι κάθε χρόνο στις εθνικές μας επετείους, παρελαύνουμε για να ακούν τα βήματά οι νεκροί μας και να καταλαβαίνουν οτι είμαστε ακόμα ελεύθεροι.