Ένας πολιτικός διακρίνεται, πέρα από τις διοικητικές του ικανότητες, κυρίως για τα συναισθήματα και τις αξίες που ξυπνάει στους πολίτες του. Στην Ελλάδα, ειδικότερα την περίοδο της κρίσης, είχαμε συνηθίσει σε ένα μοντέλο κυβερνητικής ρητορικής τελείως μονοδιάστατο, με επίκεντρο την οικονομία και τα μέτρα που «οφείλει» να υποστεί ο ελληνικός λαός, ώστε να βγούμε από το βάσανο της οικονομικής ανέχειας και λιτότητας. Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο φαίνεται κάτι να έχει αλλάξει. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει βρεθεί αντιμέτωπη με πολυσύνθετα και παγκόσμιας εμβέλειας προβλήματα, τα οποία καμία ελληνική κυβέρνηση πρωτύτερα δεν είχε φανταστεί ότι θα αντιμετωπίσει.
Τον Μάρτιο διεξάγεται υβριδική εισβολή από την πλευρά της Τουρκίας, στέλνοντας χιλιάδες μετανάστες στα ελληνοτουρκικά σύνορα με στόχο να αποσταθεροποιήσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Η απάντηση του Κυριακού Μητσοτάκη ήταν απλή και λιτή: δεν εκβιαζόμαστε, δεν υποκύπτουμε στις πιέσεις. Τα σύνορα φυλάχθηκαν με επαγγελματισμό και με σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, στέλνοντας όμως σαφές μήνυμα όχι μονάχα στην Τουρκία αλλά και στην Ευρώπη, ότι η Ελλάς αποτελεί τον θεματοφύλακα τόσο του Ευρωπαϊκού εδάφους όσο και των Ευρωπαϊκών αξιών. Ο πρωθυπουργός με αυτόν τον τρόπο αποκατέστησε την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος και δη στην ελληνική αστυνομία, όπου την περίοδο της κρίσεως είχε ταυτιστεί με την ακραία και αναίτια καταστολή. Για πρώτη φορά λοιπόν, είδαμε με συγκίνηση κατοίκους των ακριτικών περιοχών να χειροκροτούν τους άνδρες των ΜΑΤ, όταν περνούσαν από τα χωριά τους και όδευαν προς τα σύνορα.
Τον ίδιο μήνα η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με ακόμα μία πρόκληση, αυτή την φορά παγκόσμιου βεληνεκούς: την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού. Ο Κυριακός Μητσοτάκης απέδειξε την ίδια αποφασιστικότητα και χωρίς ενδοιασμούς στο δίλημμα «οικονομία ή ανθρώπινη ζωή» επέλεξε να προασπίσει την υγεία των πολιτών του. Τα διαγγέλματά του στόχευαν να ξυπνήσουν την κοινωνική ευθύνη και το φιλότιμο των Ελλήνων πολιτών, κοινωνικά αντανακλαστικά τα οποία είχαν βυθιστεί σε χειμερία νάρκη έπειτα από την 10ετή οικονομική κρίση και το μπόλιασμα της λαϊκίστικης ρητορικής στην νοοτροπία των πολιτών. Για πρώτη φορά είδαμε έναν πρωθυπουργό να αφήνει στην άκρη τις ακραίες και πολύκροτες δηλώσεις και να στοχεύει στην ουσιαστική ευαισθητοποίηση των Ελλήνων πολιτών με θέματα που άπτονται τόσο της κοινωνικής όσο και της πολιτικής ζωής.
Το καλοκαίρι τα πράγματα πήραν εξαιρετικά επικίνδυνη τροπή. Η Τουρκία έστειλε το Oruc Reis σε περιοχές της εν δυνάμει ελληνικής ΑΟΖ με στόχο να δημιουργήσει θερμό επεισόδιο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μακριά από εθνικιστικές και υπερπατριωτικές φωνασκίες, προάσπισε επιτυχώς τα ελληνικά συμφέροντα, προτρέποντάς μας ταυτόχρονα σε αυτοσυγκράτηση και έλεγχο του θυμικού, στοχεύοντας σε μια πολιτική αποτροπής χωρίς ωστόσο να παρασύρει τον ελληνικό λαό σε μια συναισθηματική έξαρση, ισορροπώντας με αυτόν τον τρόπο αριστοτεχνικά στο δίπολο «υποχώρηση ή πόλεμος».
Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα σώματα ασφαλείας, επίκληση της κοινωνικής ευθύνης και του φιλότιμου των Ελλήνων πολιτών, επίκληση στον αγνό και υγιή πατριωτισμό. Αυτά τα συναισθήματα ξύπνησε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, τόσο με την στοχευμένη πολιτική του όσο και με τα διαγγέλματά του. Η ουσία της πολιτικής αποτυπώνεται στην διάθεση του εκάστοτε πολιτικού να χτίσει μια σχέση ειλικρινούς επικοινωνίας με τους πολίτες αλλά και στην διάθεσή του να ξυπνήσει
-ανάλογα με τις περιστάσεις- τα κατάλληλα συναισθήματα στον λαό του. Μακριά και πέρα από μετριότητες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ασκεί μια πολιτική του μέτρου, όπου κυριαρχεί η σύνεση, η ορθολογική αντιμετώπιση των προβλημάτων και η αυτοσυγκράτηση.
Απόφοιτος του τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών – Μεταπτυχιακό στη Νεότερη Φιλοσοφία – Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας