Γράφει ο Νίκος Βότσιος

Η πίεση στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι μεγάλη τις τελευταίες μέρες με τα κρούσματα να ξεπερνούν τα 3.500 και τους διασωληνωμένους να αυξάνονται τάχιστα την ίδια στιγμή που η οικονομία μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί σε νέα κρίση για την Ελλάδα. Τα λεφτά των επιχορηγήσεων ούτε θα υπάρχουν για πάντα ούτε είναι αρκετά για να προλάβουν «λουκέτα» και απολύσεις. Οι τράπεζες επίσης βρίσκονται κάτω από πίεση με το πάγωμα των κόκκινων δανείων. Η αγορά είναι ανήσυχη. Σήμερα θα γίνουν οι πρώτες ανακοινώσεις για σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας με την αύξηση των κρουσμάτων να προκαλεί αγωνία. Ωστόσο το Μαξίμου φαίνεται να θεωρεί πως ένα σταδιακό άνοιγμα δεν θα συμβάλλει στην αύξηση των κρουσμάτων. Με τη συμβολή του εμβολιασμού αλλά και του τείχους ανοσίας που χτίστηκε από όλους όσους κακώς δεν τηρούσαν τα μέτρα τον τελευταίο καιρό, φαίνεται πως στον ορίζοντα των επόμενων δύο μηνών θα μειωθεί το φορτίο και δεν θα οδηγηθούμε σε ένα 4ο κύμα.

Ο Απρίλιος είναι ο σημαντικότερος μήνας και υγειονομικά και οικονομικά. Η επανεκκίνηση θα γίνει σταδιακά εκεί όπου υπάρχει το περιθώριο να γίνει για να βοηθηθούν και οι δύο πτυχές του πλέον ορατού προβλήματος.  Σημαντικό ζήτημα είναι και η μεγάλη κόπωση που παρουσιάζουν οι πολίτες. Έτσι ο σχεδιασμός που προκύπτει είναι ο εξής: Στις 22 Μαρτίου θα ανοίξουν τα κομμωτήρια. Στις 29 Μαρτίου θα ανοίξει το σύνολο του εμπορίου. Στις 12 ή 19 Απριλίου θα ανοίξει η εστίαση μόνο σε εξωτερικούς χώρους, έτσι ώστε να καλυφθεί ο χαμένος χρόνος μέχρι το Πάσχα. Όλα αυτά βεβαίως είναι προβλέψεις και αναμένεται να παρουσιαστούν από σήμερα μέχρι τις επόμενες εβδομάδες.

Φαίνεται πάντως ξεκάθαρα πως αρχικά η απαγόρευση κυκλοφορίας θα γίνεται τα Σαββατοκύριακα από τις 19:00, στις 21:00. Όπως και να’ χει το ζήτημα είναι πως η αγορά έχει μεγάλη ανάγκη την επανεκκίνηση καθώς μιλάμε για έναν, στην ουσία, ολόκληρο χαμένο χρόνο που ήρθε να επιβαρύνει τις δυσκολίες όλων των προηγούμενων. Οι όροι με τους οποίους θα γίνει το άνοιγμα προβληματίζουν τους περισσότερους, ενώ η υπομονή των επιχειρηματιών λιγοστεύει συνεχώς. Το μεγάλο διακύβευμα εδώ είναι όχι μόνο το άνοιγμα αλλά η διασφάλιση να μην ξανακλείσει, πράγμα που χειροτερεύει την κατάσταση κάθε φορά που γίνεται, καθώς ξοδεύονται πόροι χωρίς ουσιαστικά κέρδη. Οι απώλειες του εμπορικού κόσμου υπολογίζονται σε παραπάνω από 10 δισ. και στην εστίαση πάνω από τα 2,5 δισ. από τον Μάρτιο του 2020 έως σήμερα. Το κόστος φυσικά είναι πολύ μεγαλύτερο καθώς υπάρχουν και απώλειες από μη είσπραξη ΦΠΑ και τα μέτρα στήριξης που επιβαρύνουν το κράτος.

Το άνοιγμα, όταν αυτό επίσημα ανακοινωθεί, προϋποθέτει και επένδυση για να έρθει καινούργιο εμπόρευμα για τις σεζόν άνοιξης – καλοκαιριού, κεφάλαια τα οποία δεν προέκυψαν από τη χειμερινή σεζόν που τα εμπορεύματα έμειναν ως επί το πλείστον στις αποθήκες. Αν γίνουν αυτές οι παραγγελίες και μείνει και αυτό το εμπόρευμα στις αποθήκες, καταλαβαίνουμε ότι η χασούρα μεγιστοποιείται τόσο για τους ιδιώτες όσο για το ίδιο το κράτος. Παράλληλα με τον ανεφοδιασμό υπάρχουν και τα κόστη απολύμανσης των καταστημάτων, ενώ σημαντική δικλείδα είναι το κατά πόσο θα επιτρέπεται η ευρεία μετακίνηση στα καταστήματα μεταξύ δήμων και ποιες θα είναι οι οδηγίες για τα εμπορικά κέντρα. Τελικά το θέμα είναι πως η αγορά δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει μια λειψή σεζόν την ίδια στιγμή που το άνοιγμα του εμπορίου είναι ζωτικό. Εκτιμώμενη έκρηξη; Όταν τελειώσει η περίοδος αναστολής πληρωμών στο δημόσιο και τις τράπεζες.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Πρωινός Λόγος στις 19/3/21