Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

Τα self test δεν διώχνουν τον ιό. Είναι ένα καλό μέτρο προστασίας μεν, αλλά για εκείνους που μπορούν να τα κάνουν με οργάνωση και έχουν κάποιες βασικές γνώσεις βιολογίας. Αυτόματα κάτι τέτοιο δεν τα κάνει να απευθύνονται σε όλους. Πόσο αξιόπιστα μπορεί να είναι τα self test όταν οι γονείς πρέπει να τα κάνουν με ασφάλεια στο παιδί τους, προκειμένου να μπορoύν να πάνε στο σχολείο χωρίς να υπάρχει κίνδυνος να γίνει λάθος το test με αποτέλεσμα να μεταδοθεί ο ιός και χωρίς στο μεταξύ να φταίνε εκείνοι που δεν έκαναν σωστά το test; Επίσης αν κάνει ένα παιδί το βράδυ της Κυριακής το test και πάει στο σχολείο με ΜΜΜ, για παράδειγμα, ποιος εγγυάται πως δεν θα κολλήσει και μάλιστα πως δεν θα έχει μεταδώσει τον ιό μέχρι το τέλος της εβδομάδας, εφόσον η νέα μετάλλαξη είναι πολύ πιο μεταδοτική, ειδικά στους νέους; Ο κ. Μόσιαλος άλλωστε έκανε την προηγούμενη εβδομάδα σχετική δήλωση πως δεν γίνεται να ανοίξουν τα σχολεία με λιγότερα από δύο test την εβδομάδα, τα οποία, να προσθέσω, πρέπει να γίνονται και σωστά.

Ακούμε πολλά και διαφορετικά πράγματα για το μέλλον της πανδημίας και το μέλλον της καραντίνας από μέρα σε μέρα και από τηλεοπτικό παράθυρο σε τηλεοπτικό παράθυρο. Ακούσαμε μέχρι και για σκέψεις για υπεύθυνη δήλωση που θα κάνουν οι γονείς, χωρίς την οποία το παιδί δεν θα μπορεί να πάει στο σχολείο και θα αποκλείεται από την τηλεκπαίδευση. Δηλαδή θα πρέπει να αναλάβει κανείς την νομική ευθύνη χωρίς να μπορεί να ελέγξει το κατά πόσο το παιδί μπορεί να έχει όντως κολλήσει, το κατά πόσο τα self test έβγαλαν σωστό αποτέλεσμα (δεν έχουν πιστότητα ανάλογη του μοριακού) και γενικά θα αναλαμβάνει την ευθύνη για πράγματα που δεν μπορεί να ελέγξει; Ενώ παράλληλα θα αποκλείεται και από τη διαδικασία της μάθησης; Επίσης τι μπορούμε να κάνουμε για όλους εκείνους τους αρνητές που δεν θέλουν τα test; Πώς θα αντιμετωπιστεί ένα τέτοιο ζήτημα; Ένα τέτοιο χαρτί είναι τουλάχιστον ρηχό, γιατί επισύρει νέα προβλήματα, κοινωνικά ρήγματα και τελικά η κυβέρνηση αποποιείται της ευθύνης για την πορεία της πανδημίας και ρίχνει την μπάλα στον πολίτη. Και μάλιστα θα το παντρέψουν με την επιστροφή των παιδιών στις τάξεις, όταν ο κύριος Χαρδαλιάς φωνάζει για απόσταση 1,5 και 2 μέτρων και τα κρούσματα είναι περισσότερα από ποτέ, βάζοντας 20 – 27 παιδιά το ένα δίπλα στο άλλο, στο ίδιο θρανίο;

Το χειρότερο όλων είναι ότι φτάσαμε να κάνουμε brainstorming στα τηλεοπτικά παράθυρα με τον καθένα, πολιτικό ή γιατρό ή τεχνοκράτη να λέει πια τις ιδέες του για το τι μέλλει γενέσθαι, με τους πολίτες να έχουν κουραστεί. Όσον αφορά την παιδεία είναι ουσιαστικό παράδειγμα η Γ’ Λυκείου, η οποία και στο παρελθόν είχε αυτό το πρόβλημα της πολιτικής διχογνωμίας για τους τρόπους εισαγωγής, για την ύλη κλπ και τώρα ο ιός έχει οξύνει το πρόβλημα των μαθητών που έχουν το άγχος των πανελληνίων, έχουν και το άγχος μην αρρωστήσουν και χάσουν την συμμετοχή. Εκτός και αν επιθυμεί η κυβέρνηση να εισαχθεί μικρότερος αριθμός στην ανώτατη εκπαίδευση ή χειρότερα να τιναχτούν στον αέρα οι πανελλήνιες εξετάσεις, καλό είναι να μπορούν όλοι να συμμετέχουν και να μην καταλήξουμε να έχουμε εκτόξευση των κρουσμάτων στους 17χρονους λίγο πριν τις εξετάσεις. Αφού η ύλη έχει ήδη μειωθεί, το Υπουργείο Παιδείας δείχνει ότι συμμορφώνεται στην πορεία σκέψης που λέει προστατευτισμός μέχρι το τέλος της χρονιάς, δηλαδή κλειστά σχολεία. Ασχέτως αν κάποιος διαφωνεί ή όχι με αυτό, εφόσον έχει επιλεγεί και εφόσον ήδη η χρονιά έχει σχεδόν εξ’ ολοκλήρου πραγματοποιηθεί ηλεκτρονικά, όπως και στις περισσότερες χώρες του κόσμου άλλωστε, το πηγαινέλα με τα σχολεία πρέπει να σταματήσει. Όλοι κάνουν μνεία στην ψυχολογία των μαθητών λέγοντας πως χρειάζονται την δια ζώσης διδασκαλία, πράγμα που είναι αληθές. Όμως το να κάνεις μάθημα 7 ώρες την ημέρα με μάσκα, να φοβάσαι μην κολλήσεις για να μην κολλήσεις τους δικούς σου, να μην κολλήσεις για να μην χάσεις τις πανελλήνιες ή να ακούς στα τηλεοπτικά παράθυρα πότε ότι θα ανοίξουν, πότε ότι δεν θα ανοίξουν τα σχολεία, τι δημιουργούν στην ψυχολογία; Σίγουρα ανασφάλεια και αποπροσανατολισμό. Άλλωστε οι μαθητές έχουν οργανώσει ήδη τον τρόπο που διαβάζουν για αυτή την χρονιά με βάση τα ηλεκτρονικά μαθήματα.

Σε κανονικές συνθήκες η δια ζώσης διδασκαλία είναι προτιμότερη. Στις συνθήκες που διανύουμε η εξ’ αποστάσεως διδασκαλία δίνει ασφάλεια, κάτι που η δια ζώσης δεν μπορεί. Μην ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι διαπρέπουν όταν έχουν ασφάλεια. Έχει γίνει πλέον καραμέλα το άνοιγμα των σχολείων, γιατί προφανώς συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του κοινού τηλεοπτικά και πολιτικά. Όμως πότε ακούσαμε να μιλάνε για τους φοιτητές, οι οποίοι κάνουν επιτυχημένα εξ’ αποστάσεως τα μαθήματα, αλλά και οι οποίοι ήταν στο περίκενε για ένα εξάμηνο συνεχώς για τα νοικιασμένα (!) σπίτια στις πόλεις που σπουδάζουν; Γιατί δεν βγήκε κανείς να πει με ξεκάθαρο τρόπο από την αρχή «ξενοικιάστε τα σπίτια σας, θα πραγματοποιηθεί το ακαδημαϊκό έτος εξ αποστάσεως»; Επίσης γιατί έχουν ακυρωθεί οι κατατακτήριες εξετάσεις – και πολύ σωστά λόγω της πανδημίας – και παρόλαυτα εμμένουμε στο κομμάτι των σχολείων, ιδίως εφόσον με την τηλεκπαίδευση όχι μόνο δεν έχουν χαθεί μαθήματα, αλλά η χρονιά προχώρησε χωρίς κενά καλύπτοντας ήδη σχεδόν σε όλα τα σχολεία την ύλη; Γιατί δεν είπε κανείς στους εμπόρους να μην αγοράσουν απόθεμα εμπορεύματος για τον χειμώνα και τους έμεινε στις αποθήκες; Γιατί κάθε βδομάδα μιλάμε για τα σχολεία, για τους εμπόρους, την εστίαση γενικά και αόριστα χωρίς να υπάρχει μια τίμια ξεκάθαρη στάση από την αρχή; Και γιατί μιλάμε μόνο για αυτούς; Την μία μέρα ανοίγει το lock down, την άλλη δεν άνοιξε τελικά. Στην αρχή μπορεί αυτό να είχε μια λογική ως προς το αβέβαιο της κατάστασης, αλλά τώρα το πράγμα έχει δείξει και τα κρούσματα αυξάνονται συνεχώς. Το ίδιο ισχύει για όλους τους τομείς της πανδημίας, για το εμβόλιο, για το αν η μάσκα βοηθάει και που, για το πόσες μάσκες βοηθούν κλπ. Όσοι πολίτες δεν έχουν κουραστεί, δυστυχώς υιοθετούν ακραίες απόψεις και αυτό συμβαίνει εξαιτίας των αντικρουόμενων μηνυμάτων.

Οι απόψεις για τα σχολεία διίστανται. Πράγματι, ένα κομμάτι γονέων θέλει να ανοίξουν, αλλά ένα κομμάτι φοβάται. Σίγουρα τα μικρότερα παιδιά, μέχρι τις ηλικίες του δημοτικού δυσκολεύονται περισσότερο με τα σχολεία κλειστά, αλλά μετά έρχεται και το ερώτημα για το τι θα επιλεγεί να ανοιχτεί. Υπάρχει δηλαδή μια διχογνωμία μεταξύ σχολείων και αγοράς, ενώ ταυτόχρονα κλείνουν επιχειρήσεις. Στην μία περίπτωση όμως των σχολείων με τις απουσίες, η παρουσία είναι υποχρεωτική, ενώ στην περίπτωση της αγοράς όποιος επιθυμεί πάει και όποιος επιθυμεί δεν πάει, με μέτρα φυσικά. Για μία φιλελεύθερη κυβέρνηση, όπως η τωρινή θέλει να ονομάζεται, η λύση είναι η αγορά, γιατί αν καταρρεύσει η αγορά, τότε η υγειονομική κρίση θα γίνει οικονομική. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει αντιμετωπίσει καλά το ζήτημα ως προς την γνωστοποίηση των μέτρων, ως προς την πρώτη καραντίνα και την ανακοπή της τραγωδίας ως προς τον αριθμό κρουσμάτων και νεκρών. Αυτό συνέβη την προηγούμενη χρονιά και μάλιστα επιτυχημένα. Όμως πια φέτος έχει περιέλθει σε μία περίοδο τέλματος που δεν μπορεί να ελέγξει μάλλον ποιος λέει και τι στους πολίτες, τι πολιτική θα ακολουθήσει μακροπερίοδα και τελικά πως θα βγει με ασφάλεια και χωρίς παράπλευρες απώλειες, οικονομικά, ψυχολογικά και τελικά πολιτικά από αυτή την υγειονομική κρίση.