Γράφει η Ελένη Γκιάστα

Η συνεχής επιθυμία για αγορές στη σύγχρονη εποχή αποτελεί ένα φαινόμενο ιδιαίτερα συχνό. Καθίσταται γνωστό πως η άκριτη αυτή κατανάλωση αγαθών προέρχεται από το πλήθος διαφημίσεων που κατακλύζουν κυρίως τις οθόνες της τηλεόρασης, των υπολογιστών και των κινητών μας κ.α. Η έντονη αυτή επιθυμία αγορών έχει ταυτιστεί, ιδιαιτέρως, με το θηλυκό γένος καθώς θεωρούνται ιδιαίτερα επιρρεπείς στον τομέα αυτό.

Η ώθηση των ανθρώπων να οδηγούνται στην άκριτη κατανάλωση υλικών αγαθών πηγάζει και από τον κινηματογραφικό χώρο και όχι μόνο από τις διαφημιστικές καμπάνιες. Καθόλου σπάνια, οι τηλεοπτικές παραγωγές, για παράδειγμα της Αμερικής, προβάλλουν πολυτελή πρότυπα ζωής και υπέρμετρης κατανάλωσης. Η αδιάκοπη αυτή προβολή πλούτου και κατανάλωσης τείνει να επηρεάζει δυστυχώς την πλειοψηφία των πολιτών. Κρίνεται αξιοσημείωτο, πως αυτή η υπέρμετρη κατανάλωση αγαθών προέρχεται από την ανάγκη πολλών ανθρώπων να επιδείξουν τον πλούτο τους, να παρουσιάσουν την κοινωνική τους ανέλιξη και φυσικά βασικό κίνητρο αποτελεί και ο καθόλου ασυνήθιστος ανταγωνισμός που επικρατεί στις μέρες μας.

Επιπροσθέτως, κατά την διάρκεια της πανδημίας έχει σημειωθεί κατακόρυφη αύξηση στις οnline αγορές, ως μια διέξοδο των προβλημάτων της αφόρητης μοναξιάς που βιώνουν πολλοί στο διάστημα αυτό. Η διέξοδος αυτή επιφέρει μια εφήμερη ευχαρίστηση στους καταναλωτές γεγονός στο οποίο συνδράμει, αναντίρρητα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση ατόμων και ιδιαίτερα των νέων. Συγκεκριμένα, τα άτομα αυτά στην προσπάθεια τους να καταπολεμήσουν δυσάρεστα αισθήματα κατωτερότητας προσκολλούνται στην άκριτη αγορά υλικών αγαθών με σύντομα αισθήματα ικανοποίησης και ευχαρίστησης. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αυτό που συμβαίνει είναι η στέρηση από τα άτομα αυτά να αναλάβουν δράση ώστε να αντιμετωπίσουν τα δυσάρεστα αυτά συναισθήματα.

Το ζήτημα της υπερκατανάλωσης ίσως να φαντάζει ανώδυνο στα μάτια πολλών, όμως ενέχει ποικίλες συνέπειες στη ζωή των ατόμων. Πρωτίστως, τα άτομα παύουν να ενδιαφέρονται για την πνευματική τους καλλιέργεια. Οι πνευματικές και οι ηθικές αρετές που θεωρούνταν βασικό κριτήριο για την ποιότητα ενός ανθρώπου αντικαθιστώνται από την απόκτηση χρημάτων και του υλικού πλούτου που πλέον δύνανται να κατέχουν την μέγιστη βαρύτητα στη ζωή των ανθρώπων. Βέβαια η άκριτη καταναλωτική συμπεριφορά συμβάλλει και στη δημιουργία κοινωνικών ανισοτήτων εφόσον γίνεται διακριτή η διαφορά ανάμεσα στους οικονομικά ευκατάστατους και στους οικονομικά ασθενείς. Η αρνητική ψυχολογική επίδραση που έχει ως αντίκτυπο αυτό το φαινόμενο γίνεται διακριτή από το έντονο άγχος που διακατέχει συχνά πλήθος ανθρώπων και το έντονο αίσθημα πίεσης καθώς συνειδητοποιούν πόσο δύσκολο είναι κανείς να αντεπεξέλθει στα καταναλωτικά πρότυπα που επιβάλλει η εποχή. Για την απόκτηση όλων αυτών των αγαθών υποβάλλουν τον εαυτό τους σε εξαντλητικά ωράρια εργασίας και δημιουργούν σωρεία επαγγελματικών υποχρεώσεων με αποτέλεσμα να αφαιρούν από την ζωή τους τον ελεύθερο χρόνο και με ότι συνεπάγεται αυτό, όπως η ηρεμία η χαλάρωση που αποτελεί βασική ανάγκη για τον άνθρωπο.

Αναγκαία, λοιπόν, καθίσταται η αφύπνιση των πολιτών ώστε να αποδεσμευτούν από τα δεσμά της εμπορικής βιομηχανίας και να αναζητήσουν το νόημα της ζωής, την αξία της ανθρώπινης ζωής στην απόκτηση της πνευματικής καλλιέργειας και της ηθικής αρετής που συμβάλλουν στην αυτοβελτίωση του ατόμου. Καθίσταται ένα γεγονός που μπορεί να ανατραπεί με την προσωπική ευθύνη του εκάστοτε ατόμου για αυτό τον λόγο λοιπόν, η οικογένεια λαμβάνει καθοριστικό ρόλο καθώς διαμορφώνει το άτομο από την παιδική του ηλικία. Το άτομο λοιπόν είναι υπεύθυνο και για την απόκτηση ορθής καταναλωτικής συμπεριφοράς ώστε να μην παρασύρεται από τεχνάσματα διάφορων εμπορικών βιομηχανιών.