Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2022 και ώρα Ελλάδος 5:00 τα ξημερώματα. Ιστορική Ημερομηνία αναμφίβολα καθώς, όπως και να έχει, η ιστορία γράφτηκε στην πιο μελανή, πιθανόν, σελίδα της σύγχρονης μεταψυχροπολεμικής ευρωπαϊκής ιστορίας. Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι γεγονός από αυτή την «μαύρη» ημερομηνία με την Ευρώπη να εισέρχεται στην μεγαλύτερη κρίση που έχει περάσει η ήπειρος από το 1945. Στα μάτια και στην πόρτα του ευρωπαίου πολίτη, δηλαδή, αναβιώνεται κάτι, το οποίο η δική μου γενιά έστω είτε άκουγε από ιστορίες των γονέων(λόγου χάρη Γιουγκοσλαβικοί πόλεμοι), του παππού και της γιαγιάς είτε διδάσκεται στα σχολικά εγχειρίδια και το πανεπιστήμιο είτε άκουγε ότι συνέβαινε κάπου μακριά από εδώ για παράδειγμα στο Αφγανιστάν και στην Συρία. Αυτή την στιγμή όμως, κλυδωνίζεται η «καρδιά» της Ευρώπης και για να φτάσει σε αυτό το σημείο σίγουρα στην διαδρομή κάτι δεν πήγε καλά.
Προσωπικά, αν και πρόκειται ξεκάθαρα για έναν πόλεμο που για το ξέσπασμα του ευθύνεται ο Πούτιν, το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης μέχρι και την στιγμή του ξεσπάσματος ανήκει στην Δύση. Ευθύνες, οι οποίες είναι ιστορικές και άφησαν χώρο στην Ρωσία για να ξεκινήσει αυτό τον πόλεμο. Αρχικά, αφ’ ης στιγμής που μεταπολεμικά η Σοβιετική Ένωση μετέπειτα Ρωσία δεν συμπεριλήφθηκε στην δημιουργία του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος και δεν υπήρξε ποτέ η βούληση για ενσωμάτωσή της σε αυτό, γιατί άλλωστε και η Ρωσία δεν έδειχνε να το επιθυμεί ενδόμυχα διαχρονικά, καθώς δεν μπορούσε να ανεχθεί την αυξανόμενη επιρροή των ΗΠΑ στα δυτικοευρωπαϊκά πράγματα, η Δύση όφειλε να λάβει τις απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας. Από εδώ και πέρα τίθενται δηλαδή η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ προ των ευθυνών τους. Όταν κανείς απομονώνεται, κάποια στιγμή θα αρχίσει να βρυχάται και τότε πρέπει να τεθούν σε ισχύ τα απαραίτητα αντανακλαστικά για να αντιμετωπιστεί ο βρυχηθμός του.
Έπειτα από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και την δημιουργία των νέων ανατολικών κρατών πιστοποιείται πλέον η κυριαρχία των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης και η νίκη του Φιλελευθερισμού αφού το αντίπαλο δέος εξοντώθηκε. Η νίκη αυτή έδωσε την ώθηση στους δυτικούς να ενισχύσουν την επιρροή τους προς Ανατολάς γεγονός που αποτυπώνεται στις διευρύνσεις του ΝΑΤΟ το 1999 και το 2004με τις οποίες συμπεριλήφθηκαν τα κράτη του Visegrad, της Βαλτικής, η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Κάποια από αυτά τα κράτη εντάχθηκαν την ίδια χρονιά και στην Ε.Ε. Μετέπειτα, ακολούθησε η ενσωμάτωση ορισμένων κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ με τελευταία την Βόρεια Μακεδονία, η οποία προσχώρησε στην συμμαχία τον Μάρτιο του 2020.Από το «άνοιγμα» του 1999 έως και το 2004 το ΝΑΤΟ και έπειτα η Ε.Ε., μέχρι και την μεγάλη διεύρυνση του 2004, έδειχναν να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη την ύπαρξη της Ρωσίας ακόμη και σε ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα, προκειμένου να περικυκλωθεί η Ρωσία από την δυτική κυριαρχία. Ωστόσο, σταδιακά, η επιτυχία της ένταξης των παραπάνω κρατών στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση οδήγησε στην πεποίθηση ότι η δυτική κυριαρχία πλέον ήταν εδραιωμένη στην Ανατολική Ευρώπη και συνάμα υπονομεύθηκε η δυναμική μίας ενδεχόμενης αντίδρασης της Ρωσίας στην περαιτέρω εισδοχή των δυτικών στην στενότερη γειτονιά της. Η αλαζονική αντιμετώπιση των Δυτικών προς τη Ρωσία ήταν το πρώτο σφάλμα και το αντιλήφθηκαν σε πρώτη φάση με την Γεωργία το 2008.
Η Γεωργία με πρόεδρο τον Σαακασβίλι είχε εντείνει τις προσπάθειες της για να εισέλθει στο ΝΑΤΟ καθώς οι ΗΠΑ επιθυμούσαν να ασκήσουν επιρροή στον δρόμο για την Κεντρική Ασία. Η Ρωσία αντιτάχθηκε σε αυτό το εγχείρημα αποφασίζοντας να διαμελίσει την Γεωργία εκ των έσω στηρίζοντας τις περιοχές της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας που η πλειονότητα των κατοίκων θεωρεί ότι έχει Ρωσική καταγωγή και η Ρωσία τούς είχε χορηγήσει ρωσικά διαβατήρια. Μετά το πέρας του πολέμου, η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία των εδαφών της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας. Οι Δυτικοί περιορίστηκαν μόνο στην προσπάθεια διπλωματικής επίλυσης της κρίσης δίχως να επιβάλλουν ουσιαστικές κυρώσεις.
Όσον αφορά την Ουκρανία, η Δύση ούτε με την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας από τους Ρώσους το 2014 στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων σε σχέση με τις κυρώσεις τις οποίες κλήθηκε να επιβάλλει σε αντίθεση με τα όσα διακήρυττε. Φάνηκε, σαν οι Δυτικοί να υποβάθμισαν για ακόμη μία φορά την σημαντικότητα του γεγονότος και να πίστεψαν ότι τα σχέδια του Πούτιν τελείωσαν εκεί. Ωστόσο, η εισβολή που πραγματοποιήθηκε τώρα με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης Ζελένσκι και την εγκατάσταση μίας κυβέρνησης «μαριονέτας» προς όφελος των Ρώσων δείχνει ότι επρόκειτο τότε για την αρχή του σχεδίου, που στόχο έχει τον διαμελισμό της Ουκρανίας εκκινώντας από την Κριμαία και φτάνοντας στο Κίεβο. Ο τρόπος επίσης που πραγματοποιείται η απόπειρα διαμελισμού της Ουκρανίας είναι παρόμοιος με αυτόν της Γεωργίας, μόνο που τώρα ο Πούτιν ξεκίνησε τον πόλεμο ενώ τότε πρώτα οι Γεωργιανές δυνάμεις είχαν επιτεθεί στις ρωσόφωνες περιοχές της χώρας τους.
Συνοψίζοντας, τα σημάδια για το που μπορεί να φτάσει ο Πούτιν ήταν ξεκάθαρα εδώ και χρόνια, δεν επιθυμεί κανένα ίχνος δυτικής επιρροής στην ευρύτερη γειτονιά του και είναι ικανός να κάνει τα πάντα γι’αυτό. Αντίθετα, η ευρωπαϊκή και δυτική διπλωματία ούσα μετριοπαθής όλα αυτά τα χρόνια απέναντι στην Ρωσία, περιοριζόμενη στην εφαρμογή κυρίως ήπιων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, άφηνε χώρο στα σχέδια του Πούτιν. Αν είχε ενεργήσει με πυγμή ήδη από την Γεωργία και είχε ενωμένη φωνή ίσως ο πόλεμος να μην έφτανε στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής ηπείρου σήμερα. Ο Πούτιν έχει αποδείξει διαχρονικά πώς ό,τι κάνει το πάει μέχρι τέλους, το ίδιο πρέπει να κάνει και η Δύση, γιατί ο αυταρχισμός και οι αυταρχικοί ηγέτες όπως ο Πούτιν δεν αντιμετωπίζονται με την πολιτική του κατευνασμού. Η πολιτική του κατευνασμού έχει στοιχίσει πολύ σοβαρά στην Ευρώπη ιστορικά. Η Δύση φαίνεται να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις προς το παρόν, καθώς πληρώνει τον συνδυασμό αλαζονείας και συνακόλουθα της πολιτικής του κατευνασμού που υιοθέτησε για ακόμα μια φορά. Ωστόσο, έστω και στο και 5 η επιδρομή του Πούτιν αποτελεί ευκαιρία προκειμένου η Δύση, οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. δηλαδή, ενωμένοι να σταθούν στο ύψος τους και να δείξουν την πραγματική τους ισχύ, για να μην επιστρέψουμε σε εποχές που η Ευρώπη λογιζόταν ως το «θέατρο του πολέμου».
Πολιτικός Επιστήμονας και Ιστορικός, Αρθρογράφος