Γράφει ο Ρωμανός Οικονομίδης

Καθώς πλησιάζουμε προς τις εκλογές αρχίζουν να ξεδιπλώνονται οι
τακτικές των κομμάτων και να προσδιορίζεται ο τρόπος που θα
κινηθούν. Σίγουρα, η τραγωδία των Τεμπών έχει καθορίσει σε μεγάλο
βαθμό τα παραπάνω. Δυστυχώς, όχι σαν αφετηρία επανεκκίνησης και
σύγκρουσης του πολιτικού συστήματος με όσα οδήγησαν εκεί, αλλά σαν
διαχείριση της κατάστασης με ελάχιστο ρίσκο. Το κλίμα γίνεται πάλι
επικοινωνιακά τοξικό χωρίς ωστόσο να παίζει κάποιος πολιτικά
επίθεση.

Τι εννοώ “πολιτικά επίθεση”; Να ανοίξουν θέματα, να προωθηθεί μια
ατζέντα για όλο το φάσμα των θεμάτων που απασχολούν τους πολίτες.
Προφανώς δεν περιμένω από την αντιπολίτευση να κάνει κάτι τέτοιο. Η
κυβέρνηση όμως θα έπρεπε. Η ΝΔ και ο Μητσοτάκης δεν κέρδισαν τις
προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ κατάρρευσε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ άντεξε δεδομένων των συνθηκών. Αντιθέτως, κέρδισαν
επειδή προώθησαν την ατζέντα που άκουγε η πλειοψηφία των πολιτών
και έχτισαν ένα προφίλ σύγκρουσης με τις παθογένειες της
μεταπολίτευσης. Αυτό το προφίλ κι αυτή την ατζέντα πρέπει να
ανανεώσουν και να προωθήσουν επιθετικά πάλι.

Αυτό γίνεται σχεδόν αναγκαίο αν δούμε τη μεγάλη εικόνα και το
ευρύτερο περιβάλλον στο οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογές. Η διεθνής
οικονομική κατάσταση και οι εξελίξεις στη Γαλλία μας αφορούν άμεσα κι
αυτό φαίνεται να το προσπερνάμε πολλές φορές στο δημόσιο διάλογο.
Εμφανιζόμαστε κάθε φορά σα να πέφτουμε από τα σύννεφα ή είμαστε
ανέτοιμοι λες και μας χτύπησε κομήτης, ενώ δε θα έπρεπε. Και δε θα
έπρεπε γιατί αν κοιτάξουμε προσεκτικά, κατά βάθος όλα αυτά είναι
λογικά.

Ο πληθωρισμός για παράδειγμα δεν έρχεται επειδή οι καταναλωτές
ξοδεύουν. Πάντα ξοδεύουν. Ούτε επειδή οι επιχειρηματίες είναι
άπληστοι. Πάντα είναι άπληστοι. Έρχεται όμως όταν κόβεις άκριτα τόσο
χρήμα για να στηρίξεις την ανάπτυξη ή να αμβλύνεις τις συνέπειες του
lockdown κατά την πανδημία. Και όπως μας δείχνει η ιστορία, πάντα
μετά τον πληθωρισμό έρχεται η οικονομική ύφεση.
Σε άλλο παράδειγμα, η εκτιμώμενη γήρανση του πληθυσμού της
Ευρώπης προβλέπεται να τινάξει στον αέρα τα ασφαλιστικά
προγράμματα των κρατών της. Σήμερα, στη Γαλλία, με αφορμή τα όρια
συνταξιοδότησης, ίσως βλέπουμε σκηνές από το μέλλον πολλών
ευρωπαϊκών χωρών.

Τι γίνεται την ίδια ώρα στην Ελλάδα; Πρώτο μέλημα του πολιτικού
συστήματος είναι η αύξηση των συντάξεων, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό πηγαίνουν σαν βοήθημα στα παιδιά της οικογένειας, τα οποία είναι σε
χειρότερη θέση. Για την παραγωγική γενιά ίσως μείνει κανένα επίδομα.
Η διαγενεακή αλληλεγγύη έχει αντιστραφεί πλήρως. Αντί η παραγωγική
γενιά να στηρίζει τους απόμαχους της εργασίας, πλέον οι απόμαχοι
στηρίζουν τους ενεργούς. Αυτή είναι μια εξίσωση που δεν βγαίνει.
Πώς λοιπόν η σημερινή νέα γενιά να μην παρουσιάζει αυτή την
θολούρα η οποία καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις; Σχεδόν 1 στους 2
μεταξύ 17-29 ετών δεν επιλέγει κανένα σενάριο κυβέρνησης
πηγαίνοντας στον κουβά του «άλλο ή τίποτα». Αν προσθέσουμε και την
αμέσως επόμενη ηλικιακή ομάδα, έως 44 ετών, όπου 1 στους 4
πηγαίνει στο «άλλο ή τίποτα», τότε καταλαβαίνουμε από πού
πρόερχεται το τελικό 20% που δεν ξέρει τι θα ψηφίσει. Κι όμως, δεν
επιλέγει κάποιος να παίξει επίθεση σε αυτό το γήπεδο.
Δεν έχω αυταπάτες ότι αυτό το κοινό είναι ομοιογενές, με ξεκάθαρα
αιτήματα και απόψεις. Είναι όμως ένα κοινό που περιμένει να ακούσει
κάτι διαφορετικό και δεν το ακούει. Είναι ένα κοινό το οποίο έχει πολύ
λιγότερες παρωπίδες και είναι πολύ πιο έυκολα προσβάσιμο στην
πληροφορία. Είναι το κοινό που είδε τον εαυτό του στο μοιραίο τρένο
και καταλογίζει συνολικά ευθύνες στο πολιτικό σύστημα για αυτή την
τραγωδία. Είναι ένα κοινό το οποίο αν και νέο δείχνει ήδη
απογοητευμένο.

Η περιθωριοποίηση αυτού του κοινού δεν είναι πλέον μια επιλογή
τακτικισμού ενόψει εκλογών, αλλά μια αυτοκτονική επιλογή για το
μέλλον της πατρίδας. Η χώρα, δυστυχώς, χρειάζεται ένα σοκ το οποίο
ούτε η τραγωδία των Τεμπών μπόρεσε να προκαλέσει. Ένα σοκ που θα
προκαλέσει την αντίδραση του πολιτικού συστήματος πέραν από δήθεν
ψύχραιμες κινήσεις ελάχιστου ρίσκου. Μέχρι τότε είμαστε στο στάδιο:
δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα.