Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

Με αφορμή το αναγνωστικό μας οδοιπορικό, αλλά και τις επερχόμενες εκλογές συζητήσαμε με τη Δέσποινα Κάντα, συγγραφέα, πολιτική αναλύτρια, αρθρογράφο και συνεργάτη της ιστοσελίδας μας, για το βιβλίο της “Στρατηγικό Management για Πολιτικά Κόμματα”, καθώς και πληθώρα πολιτικών προεκτάσεων και ζητημάτων που προκύπτουν, δοθείσης της ευκαιρίας.

Η Δέσποινα Κάντα, συγγραφέα και πολιτική αναλύτρια

Σημαντικό είναι το σημείο που αφορά τη σύνδεση της πολιτικής με το management, μια δηλαδή σύγχρονη και καινοτόμο ματιά, η οποία αλλάζει τα μέχρι τώρα δεδομένα περί ορισμού της πολιτικής αλλά και το σύνολο του πολιτικού πεδίου για το τι αντιλαμβανόμαστε όταν μιλάμε πολιτικά, καθώς και τι επέρχεται πολιτικά στον μελλοντικό ορίζοντα. Δεν είναι τυχαία η συνεχής διαφοροποίηση της κοινής γνώμης από εκλογές σε εκλογές, καθώς και η αλλαγή της αντίληψης του κόσμου όσον αφορά τις απαιτήσεις που έχει από τους εκπροσώπους του.

Με βάσει αυτές τις σκέψεις προέκυψε η παρακάτω γόνιμη συζήτηση:

Ερώτηση: Ας ξεκινήσουμε τη συζήτηση με μια διαπίστωση: Το βιβλίο σου έχει πάει εξαιρετικά από άποψη απήχησης. Σε τι θεωρείς πως συνίσταται αυτή του η επιτυχία;

Απάντηση: Είναι σίγουρα μεγάλη τιμή και χαρά για μένα που υπάρχει τέτοια ανταπόκριση από το αναγνωστικό κοινό. Το αντικείμενο είναι ευρύ και για αυτό το λόγο έχω επιλέξει να εξηγήσω πολλά πράγματα για την πολιτική, για τα κόμματα, για τη Δημόσια Διοίκηση, για τις επιχειρήσεις και για τα εργαλεία που χρησιμοποιούν. Με χαροποιεί που ο κόσμος θέλει να γνωρίσει και πιο «τεχνικά» μέρη της πολιτικής και που επιλέγει και το βιβλίο μου γι΄ αυτό. Ξέρετε, όποτε συζητάω συνήθως για τέτοια θέματα διαπιστώνω ότι αρκετός κόσμος έχει μεγάλο ενδιαφέρον να γνωρίσει τι πραγματικά είναι πολιτική και «απορρίπτει», αν θέλετε, την εικόνα της πολιτικής που έχουμε συνηθίσει σήμερα να αντιμετωπίζουμε σαν ριάλιτι. Στη μελέτη μου, λοιπόν, ακριβώς επειδή ήθελα να απευθυνθώ στον πολίτη που έχει διαβάσει, πιθανόν αποσπασματικά και ξεχωριστά για κάθε ένα από τα παραπάνω αντικείμενα, έχω αναλύσει και εξηγήσει όλα εκείνα που θεωρώ ότι ένας πολίτης πρέπει να γνωρίζει, έχω επιχειρήσει να αποδώσω αυτά τα πολύ χρήσιμα που η πολιτική επιστήμη έχει να προσφέρει και φυσικά και από την πλευρά των επιχειρήσεων έχει δοθεί αντίστοιχη έμφαση σε όρους, εργαλεία κ.λπ.. Το αν και το πώς θα μπορούσαν να επωφεληθούν τα πολιτικά κόμματα από τα εργαλεία και τις τεχνικές που αναπτύχθηκαν μέσα στις επιχειρήσεις-πρότυπα είναι μια συζήτηση που έχει ξεκινήσει εδώ και κάποια χρόνια άτυπα, αλλά δεν είχε αποδοθεί γραπτά, ούτε υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος τρόπος προσέγγισης. Τελειώνοντας τη μελέτη μου κατάλαβα ότι ο κόσμος έδειξε ενδιαφέρον για το πώς μπορούμε και να κάνουμε τα σωστά πράγματα, αλλά και να κάνουμε τα πράγματα σωστά και στην πολιτική και όχι μόνο στις επιχειρήσεις και αυτός ο κόσμος είναι πολύ περισσότερος από εκείνον που ζει από και για την ίντριγκα και εκεί αποδίδω και το ενδιαφέρον που έχει υπάρξει για το Στρατηγικό Management για Πολιτικά Κόμματα.

Ερώτηση: Πώς συνδυάζεται το μάνατζμεντ με την πολιτική; Τι είναι, δηλαδή, αυτό που
σε οδήγησε σε αυτή τη σύνθεση;

Απάντηση: Επί της ουσίας αυτό που εξηγώ και στο βιβλίο είναι ότι μπορούν τα κόμματα να επωφεληθούν από μοντέλα και εργαλεία που αναπτύχθηκαν στις επιχειρήσεις σχετικά με τον τρόπο λήψης αποφάσεων και τον σχεδιασμό πολιτικών. Παντού συναντάμε το μάνατζμεντ στη ζωή, στην καθημερινότητα, στις επαγγελματικές σχέσεις, δεν είναι δηλαδή κάτι που έλειπε από την πολιτική. Θεωρώ ότι από τη στιγμή που είναι προσβάσιμη η γνώση και από τη στιγμή που η αποτελεσματικότητα είναι το ζητούμενο στο τέλος της ημέρας, είναι αναπόφευκτο κάτι τέτοιο να εφαρμοστεί και στο σχεδιασμό των πολιτικών. Αν θέλετε τη γνώμη μου, το συντομότερο δυνατό που θα γίνει αυτό θα είναι και το καλύτερο. Ήδη βλέπουμε πως, όπου έχει εφαρμοστεί, τα αποτελέσματα έχουν θετικό πρόσημο.

Ερώτηση: Άρα, μιλάμε για μία κατεύθυνση από το μάνατζμεντ στην πολιτική ή από την πολιτική στο μάνατζμεντ; Ποιος κλάδος έχει ανάγκη τον άλλον στην ουσία;

Απάντηση: Ανάγκη υπάρχει από κάθε πλευρά, είναι αμφίδρομη η σχέση μεταξύ της πολιτικής και του μάνατζμεντ εν γένει. Δεν υπάρχει βέβαια ανάγκη με την κακή έννοια του όρου, δεν είναι μια σχέση δηλαδή που δεν την θέλουμε και απλά την ανεχόμαστε, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως υπάρχει πρακτική ανάγκη, ανάγκη σύμπνοιας για να μπορεί να υπάρχει βιωσιμότητα. Ο κάθε κλάδος για τους δικούς του λόγους μελετά και συμπεριλαμβάνει στη ζυγαριά τον άλλον. Και όποτε δεν το κάνει, βλέπουμε ότι τα αποτελέσματα όχι απλώς δεν είναι τα επιθυμητά, αλλά πολλές φορές είναι και ολέθρια. Οι επιχειρήσεις εξετάζουν την πολιτική και η πολιτική εξετάζει τις επιχειρήσεις για το σχεδιασμό των πολιτικών. Ανεξάρτητα, λοιπόν, από το αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις πολιτικές που ακολουθούνται για διάφορα θέματα, η αποδοτικότητα τους μπορεί, είναι και θα πρέπει να είναι πλέον κάτι μετρήσιμο. Η αποτελεσματικότητα μπορεί να φανεί από διάφορους δείκτες ανάλογα με το θέμα. Πού δημιουργείται πρακτικό -και όχι επικοινωνιακό- πρόβλημα για μια πολιτική; Δημιουργείται όταν έχουμε αυτό που λέμε «στρέβλωση κινήτρων», όταν σχεδιάζεται, υλοποιείται και εφαρμόζεται δηλαδή μια πολιτική και κοιτάμε όλοι να βρούμε τρόπο να την παρακάμψουμε ή να επωφεληθούμε από ένα μέτρο. Απλά διαστρεβλώνεται ο σκοπός της πολιτικής ή του μέτρου και αυτός είναι ένας λόγος που πολλές φορές μια πολιτική αποτυγχάνει να διαχειριστεί ή ακόμη χειρότερα, εντείνει το πρόβλημα που στοχεύει να επιλύσει. Για να γίνει κατανοητό αυτό ας δούμε το παράδειγμα του Δακτυλίου. Πολλοί αγόρασαν δεύτερο ή και τρίτο όχημα και τελικά το αποτέλεσμα δεν ήταν να μειωθούν συνολικά οι εκπομπές ρύπων, αλλά να αυξηθεί ο αριθμός των αυτοκινήτων. Κάτι αντίστοιχο έγινε και με το Νόμο Κατσέλη, με την προστασία της κύριας κατοικίας και με άλλους σχετικούς νόμους. Ως λύση στα προβλήματα που δημιουργήθηκαν (δηλ. προς αντιμετώπιση των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών») προκρίθηκε η αυστηροποίηση του Νόμου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για εκείνους που πράγματι δικαιούνται να υπαχθούν και να ωφεληθούν από τους νόμους αυτούς. Αυτή είναι η πρακτική διάσταση των πραγμάτων.

Ερώτηση: Η προσέγγιση που γίνεται στο βιβλίο είναι στραμμένη στα πολιτικά κόμματα. Μπορούν να οριστούν σαφώς και να μπουν σε στεγανά οι προδιαγραφές τους; Είναι τα συστατικά στοιχεία κάθε πολιτικού κόμματος ίδια;

Απάντηση: Κοίτα, υπάρχουν διάφορες κατηγοριοποιήσεις για τους τύπους των κομμάτων και είναι και ένα εκτενές κεφάλαιο αυτό στο βιβλίο, όπως είδαμε. Εξηγείται, δηλαδή όλη η πορεία της εξελικτικής αλυσίδας των κομμάτων από τις πρώτες άτυπες μορφές και τους σχηματισμούς μέχρι και το πως έχουμε φτάσει σήμερα σε αυτό που ονομάζουμε σύγχρονο πολυσυλλεκτικό κόμμα. Βέβαια, όπως σε πολλές θεωρίες και σε πολλές μελέτες υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις. Υπάρχουν κοινά σημεία αναφοράς, αλλά αυτό που δεν θέλω είναι να γίνεται απόλυτη συσχέτιση των «συστατικών» που λέτε αποκλειστικά με την ιδεολογία, στην οποία σαφώς και υπάρχουν διαφορές. Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τις θέσεις που πρεσβεύει ένα κόμμα, οι οποίες, όπως βλέπουμε, δεν μπορούν να παραμείνουν ανεπηρέαστες από την πρακτική διάσταση των πραγμάτων, από την πραγματικότητα, από τις ταχύτητες στις οποίες κινούνται άλλες χώρες, από την επιθυμία για εξέλιξη κ.λπ., δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι παρά -ξαναλέω- τις ιδεολογικές διαφορές τα κόμματα «συμβιώνουν» σε κοινή σκηνή. Μια ανεπαρκής πολιτική επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και την κοινωνία και τις επιχειρήσεις και οποιονδήποτε αφορά άμεσα ή έμμεσα η πολιτική αυτή. Μπορεί να θεωρηθεί «στεγανό» αυτό; Ίσως και να μπορεί.

Ερώτηση: Κρίνεις τελικά πως ένα κόμμα μπορεί να διοικηθεί όπως μια επιχείρηση;

Απάντηση: Όχι, σε καμία περίπτωση και ούτε σκοπός της μελέτης ήταν να ερευνήσει τον τρόπο διοίκησης του κόμματος. Δεν ήταν σκοπός δηλαδή να κάνουμε το κόμμα, επιχείρηση, ούτε και θα μπορούσε αυτό να γίνει ποτέ άλλωστε, διότι μιλάμε για δύο τελείως διαφορετικούς «οργανισμούς», ο καθένας με δική του δομή πρώτα και κύρια, με τις δικές του ανάγκες και απαιτήσεις, αν μη τι άλλο με διαφορετικά αντικείμενα ενασχόλησης. Εξ αρχής η λογική αφορούσε το πως θα επωφεληθούν τα κόμματα από τις επιχειρήσεις-πρότυπα αναφορικά με τον τρόπο λήψης αποφάσεων και τον σχεδιασμό των πολιτικών. Είναι άτοπο κατά τη γνώμη μου να υποστηρίξει κανείς ότι ένα κόμμα θα μπορούσε να διοικηθεί όπως μια επιχείρηση και χαίρομαι που ρωτάτε γιατί δίνεται έτσι η ευκαιρία να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Δεν συζητάμε για κάτι τέτοιο. Συζητάμε για μια πρόταση, η οποία θα έδινε κάποιες διεξόδους σε διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με τον τρόπο λήψης αποφάσεων και με το σχεδιασμό των πολιτικών. Ή μήπως είναι όλα τόσο άρτια δομημένα που δεν θέλουμε άλλες προτάσεις;

Ερώτηση: Στο βιβλίο σου καταπιάνεσαι με το ερώτημα αν τα κόμματα μπορούν να διδαχθούν από τη φιλοσοφία των επιχειρήσεων-προτύπων; Που καταλήγεις τελικά;

Απάντηση: Εκτιμώ πως μπορούν. Θεωρώ ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να το πιστεύουμε αυτό, τους οποίους εξηγώ αναλυτικά και στο βιβλίο μου. Εκεί εξηγώ πώς επί της ουσίας τα πολιτικά κόμματα μπορούν να επωφεληθούν από τα εργαλεία και τη φιλοσοφία που αναπτύχθηκαν σε επιχειρηματικό περιβάλλον αναφορικά με τον τρόπο λήψης αποφάσεων, άλλους τομείς όπως η κουλτούρα, η επιλογή προσωπικού, η διοίκηση μέσω στόχων, η διοίκηση ολικής ποιότητας κ.ά. Για μένα, αν λέμε ότι αυτό που λείπει είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός θα μπορέσουμε να δούμε ουσιαστική αλλαγή με την υιοθέτηση των αρχών του στρατηγικού μάνατζμεντ. Εξ’ ου και ο τίτλος του βιβλίου «Στρατηγικό management για πολιτικά κόμματα». Για τη Διοίκηση Ολικής Ποιότητας συγκεκριμένα για την οποία υπάρχει εκτενής ανάλυση, πιστεύω ότι ένα από τα σημαντικότερα λάθη που κάνουμε κατά την εφαρμογή της είναι ότι συχνά δεν λαμβάνουμε υπ΄όψιν ότι όλοι είμαστε μέρος της διαδικασίας, όλοι δουλεύουμε γιατί επιθυμούμε την ποιότητα και είμαστε όλοι μέρος της διαδικασίας.

Ένας επιπλέον παράγοντας που καθιστά δύσκολη την εφαρμογή της ο βέβαια είναι ότι δεν έχει εδραιωθεί και η κουλτούρα για να γίνει κάτι τέτοιο άμεσα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει καθόλου. Αλλά θα σας πω κάτι αρκετά «αντι-δημοφιλές» για τον δημόσιο τομέα: η πρόσφατη εμπειρία μου στις επισκέψεις που είχα σε δημόσιες υπηρεσίες δεν είχε καμία σχέση με άλλες φορές που είχε χρειαστεί να επισκεφθώ δημόσιο υπηρεσία στο παρελθόν ή με ό,τι μου έλεγαν ότι θα αντιμετωπίσω. Δεν αντιμετωπίζουμε μοναδικά προβλήματα στον κόσμο φυσικά. Για να σας φέρω ένα παράδειγμα, πρόσφατα χρειάστηκε για λογαριασμό φίλης που διαμένει στο εξωτερικό να πάρω κάτι χαρτιά από έναν Δήμο. Τα χαρτιά, μετά την κατάθεση των δικαιολογητικών ήταν έτοιμα σε μόλις 6 μερες. Αντίστοιχα χαρτιά, το ίδιο ακριβώς πράγματα, για τον ίδιο ακριβώς λόγο από δημόσια υπηρεσία της Γερμανίας, απάντησαν στην άλλη φίλη μας μετά από 15 ημέρες ότι λείπουν κάποια χαρτιά ακόμα και τελικά η διαδικασία καθυστέρησε περισσότερο από 1,5 μήνα. Η κοινή παραδοχή είναι ότι το Gov έχει αλλάξει για πάντα τους χρόνους και την εμπειρία τον πολιτών για τις συναλλαγές με το δημόσιο. Για άλλα χαρτιά δεν χρειάζεται καν να βγούμε από το σπίτι μας. Σχεδόν όλα γίνονται από τον υπολογιστή ή το κινητό μας, οπουδήποτε και αν βρισκόμαστε. Αυτή την αλλαγή τη βιώνουμε γιατί κάποιος εντόπισε τα λάθη, σχεδίασε, εφάρμοσε και υλοποίησε, αλλά κυριότερα επειδή είχε και τις γνώσεις αλλά και τη θέληση να το κάνει. Η εφαρμογή της ΔΟΠ φυσικά και έχει δεχτεί κριτική. Δεν είναι η ΔΟΠ το μαγικό φίλτρο. Το κύριο επιχείρημα είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που πήγε να εφαρμοστεί η ΔΟΠ και απέτυχε. Η απάντηση σε αυτό είναι στο ίδιο πνεύμα με αυτό που προαναφέραμε. Δεν αποτυγχάνει η φιλοσοφία, δεν αποτυγχάνει το εργαλείο που προσφέρει η προσέγγιση που έχει γίνει βάσει της ΔΟΠ. Αποτύχαμε εμείς στον σχεδιασμό; στην υλοποίηση; Παραλείψαμε κάτι; Κάναμε κάτι που δεν έπρεπε; Αυτά είναι ερωτήσεις που απαντάμε με τον έλεγχο και μόνο. Αν κάτι δεν επιτεύχθηκε δεν κλείνουμε το θέμα και πάμε παρακάτω. Ψάχνουμε να δούμε τι κάναμε λάθος, που κόλλησε αυτό που πήγαμε να κάνουμε. Το να μάθουμε γενικά από τη φιλοσοφία των επιχειρήσεων-προτύπων είναι κάτι που φυσικά και έχει δεχτεί κριτική. Την αναμενόμενη κατά τη γνώμη μου κριτική, ότι ένα κόμμα δεν είναι επιχείρηση. Που φυσικά δεν είναι και παρά το γεγονός ότι προσωπικά το θεωρώ περιττό να γίνει αυτή η διευκρίνιση, το εξηγώ αναλυτικά στο βιβλίο. Συζητάμε συγκεκριμένα για το στρατηγικό management, αλλά ακριβώς επειδή έχει εύρος η εφαρμογή του αυτό μας κάνει να μπορούμε να ελπίζουμε για βελτίωση και ουσιαστική αλλαγή σε πλήθος τομέων που σήμερα έχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης.

Ερώτηση: Μιλάμε στην ουσία για το λεγόμενο new time management, δηλαδή μια τάση στην διοίκηση της πολιτικής να ομοιάζει με αυτήν των επιχειρήσεων. Αφήνουμε πίσω μας μια εποχή πολιτικά και προσεγγίζουμε μια νέα; Πώς θα είναι αυτή;

Απάντηση: Είμαι «συγκρατημένα αισιόδοξη», γιατί φαίνεται πως πράγματι, επειδή πολλά έχουμε μάθει και ως πολίτες και ως κοινωνία, έχουμε καταλάβει πώς λειτούργησαν τα κόμματα και τι ρόλο είχαν στις δύσκολες εποχές που πέρασε η χώρα μας. Έχουν αλλάξει οι γενιές, μπορούμε να δημιουργήσουμε καλύτερες συνθήκες και να βελτιώσουμε τους τομείς όπου εντοπίζονται προβλήματα. Πρώτο και κύριο ρόλο σε αυτό βέβαια έχει το κοινωνικό σύνολο. Ξέρετε, άλλες χώρες, τις οποίες «ζηλεύουμε» και οι οποίες αναφέρονται συχνά ως παράδειγμα συγκρίνοντας ένα δυνατό τους σημείο με ένα αντίστοιχο «αδύναμο», ας πούμε, της Ελλάδας, δεν διοικούνται ή καθοδηγούνται από περισσότερο ικανούς πολιτικούς, ούτε οι άλλοι λαοί είναι πιο έξυπνοι, ούτε υπάρχει κάποιο μαγικό φίλτρο που παράγεται εκεί και δεν το δίνουν σε εμάς. Στις χώρες, στις οποίες αναφερόμαστε συχνά ως παράδειγμα προς μίμηση, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη, το οποίο δημιουργείται πρωτίστως από τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι επιζητούν την ορθή διαχείριση, πολλές φορές ακόμα και αν αυτή δεν συμφωνεί με τα συμφέροντά τους. Αντιλαμβάνονται ότι οι νόμοι αντλούν τη δύναμή τους από τον σεβασμό, τον οποίο επιδεικνύουν οι πολίτες προς αυτούς, σέβονται τον άλλον, ανεξάρτητα από το αν βρέθηκε στο δρόμο τους κάποιος, ο οποίος δεν σεβάστηκε τους ίδιους με τον Α ή Β τρόπο και ξέρουν πως μπορούν να ασκήσουν εποικοδομητική κριτική και έλεγχο και έχουν τις γνώσεις για να το κάνουν αυτό. Πιστεύω πως οι νεότερες γενιές έχουν κουραστεί να χορεύουν σε αυτό το γαϊτανάκι της απόδοσης ευθυνών και πως θέλουν αποτελέσματα. Εντούτοις, το συναίσθημα εξακολουθεί να καταλαμβάνει σημαντικό μέρος στην ζυγαριά και αυτό συχνά είναι εις βάρος της λογικής. Το έχει καταλάβει και το ίδιο το πολιτικό σύστημα αυτό. Αντιλαμβανόμαστε πλέον ότι η πολιτική του «ό,τι να ναι, αρκεί να διαφωνούμε» δεν έχει την ίδια ανταπόκριση με εκείνη που είχε προηγούμενα χρόνια και αυτό είναι που με κάνει να πιστεύω ότι τα πράγματα μπορούν και θα πάνε καλύτερα. Για μένα, αν αποφασίσουμε να μείνουμε ανεπηρέαστοι από την ρητορική που στοχεύει στον επηρεασμό των συναισθημάτων και την εργαλειοποίηση αυτών, αν είμαστε έτοιμοι να αμφισβητήσουμε γόνιμα και όχι εκδικητικά, τότε θα καταλάβουμε και ότι δεν χρειάζονται όλες οι αλλαγές ένα τεράστιο «μπαμ» για να γίνουν. Αλλαγή γίνεται κάθε φορά που κάποιος προτιμά να κάνει κύκλους με το αυτοκίνητό του όταν δεν βρίσκει θέση για να μην παρκάρει σε μια θέση αναπήρων, κάθε φορά που ένας επιχειρηματίας θα κόψει απόδειξη ακόμα και αν του πουν να μην το κάνει, κάθε φορά που κάποιος αποφασίζει να καταγγείλει ένα περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και να μην το αγνοήσει γιατί «δεν ανακατεύεται». Για αυτά όλα που σας είπα νομίζετε ότι ευθύνεται κάποιο κόμμα για το αν εμείς ως πολίτες, λειτουργούμε περισσότερο ή λιγότερο ορθά; Όχι φυσικά. Η ευθύνη είναι δική μας και ανεξάρτητη από την άσκηση πολιτικής που καθοδηγεί και διαμορφώνει αντιλήψεις.

Ερώτηση: Αν είχες τη δυνατότητα να μεταφέρεις κάτι από το βιβλίο σου στον δημόσιο
διάλογο, τι θα ήταν αυτό;

Απάντηση: Υπάρχουν πολλά θέματα που θα μπορούσαν να τεθούν στον δημόσιο διάλογο. Αν πρέπει να ξεχωρίσω κάτι, θα έλεγα πως ριζικότερη αλλαγή θα επιφέρει μια τομή στην Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού στο Δημόσιο. Εξηγώ αναλυτικά στο βιβλίο τι εννοώ με αυτό. Νομίζω πως είναι κρίμα να συντηρούνται και να διαιωνίζονται συνθήκες και πρακτικές που αν και όλοι έχουμε αντιμετωπίσει και θέλουμε να τις δούμε να αλλάζουν, εκείνες παραμένουν επειδή, όπως ακούμε συχνά, «έτσι είναι τα πράγματα». Η λογική αυτή είναι μακράν η πιο επιβλαβής. Αυτή η συμφιλίωση στην προσπάθεια της εκλογίκευσης του «πώς λειτουργεί το σύστημα», η προσπάθεια δικαιολόγησης της ανελαστικότητας, η έλλειψη πολιτικής βούλησης.

Ερώτηση: Υπάρχουν στοιχεία στο βιβλίο που θα πρότεινες στο κοινό να σταθεί περισσότερο, κάποιος συγκεκριμένος τρόπος προσέγγισης ή ενδεχομένως κάποια συνοδευτικά αναγνώσματα, ώστε να κατανοηθούν καλύτερα οι θεματικές που το αφορούν;

Απάντηση: Θα πρότεινα, επειδή σκοπός μου δεν είναι να καθοδηγήσω τη γνώμη κάποιου ανθρώπου που θα επιλέξει να διαβάσει το βιβλίο μου, αλλά να του παρέχω ένα γνωστικό υπόβαθρο για να σχηματίσει τη δική του γνώμη, να διαβάσει τα κεφάλαια που το απαρτίζουν με τη σειρά που αναπτύσσονται, για να μπορούν να κατανοήσουν τα συμπεράσματα και τα επιχειρήματα. Ως προς τα συνοδευτικά αναγνώσματα, παρατίθεται βιβλιογραφία 20 σελίδων, στην οποία μπορεί κάποιος να ανατρέξει για τα θέματα που τον ενδιαφέρουν. Έχω ακούσει θετικά σχόλια μέχρι στιγμής για την προσέγγιση του θέματος. Ελπίζω να φανεί πραγματικά χρήσιμο και να εκφράσει τον κόσμο που επιζητά ουσιαστικά την αλλαγή και είναι πρόθυμος να αλλάξει και ο ίδιος για να επιτευχθεί αυτό.

Ερώτηση: Ποια θα ηταν τα βασικότερα που πρέπει να διαβάσει ένας πολίτης για να είναι
ενημερωμένος;

Απάντηση: Καλό θα ήταν κάποιος να διαβάσει το Σύνταγμα και στον Κανονισμό της Βουλής, τα οποία να σημειώσω για όσους δεν το ξέρουν είναι και τα δύο αναρτημένα στο ίντερνετ ελεύθερα, γιατί θα κατανοήσει καλύτερα πως λειτουργούν οι θεσμοί. Για παράδειγμα την εποχή της πανδημίας θυμόμαστε μια σειρά από μηνύματα του ΠΘ που παρουσιάζονταν από τα ΜΜΕ ως «διαγγέλματα». Διάγγελμα φυσικά, βάσει του άρθρου 44 του Συντάγματος, απευθύνει στον λαό μόνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε εξαιρετικές περιστάσεις, (συντρέχουν κ΄ άλλες προϋποθέσεις δηλαδή, μετά τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Κυβέρνησης και τα διαγγέλματα αυτά προσυπογράφονται, όπως λέει από τον ΠΘ και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως).
Βασικό επίσης είναι και το να γνωρίζουμε τη νομοθετική διαδικασία, να γνωρίζουμε τη διαδικασία που ακολουθείται πριν από την ψήφιση ενός νομοσχεδίου. Ένα νομοσχέδιο για να φτάσει στην Ολομέλεια έχει ένα background. Δεν ξυπνάμε ένα πρωί και μαθαίνουμε ότι ψηφίζετε το τάδε νομοσχέδιο, το οποίο να σημειωθεί ότι συνήθως παρουσιάζεται αποσπασματικά ή διαστρεβλωμένα. Αυτά για παράδειγμα τα βρίσκουμε στα άρθρα 84-88 του Συντάγματος και στα άρθρα 93-107 του Κανονισμού της Βουλής. Και άλλα πολλά μπορείτε να βρίσκετε και στις αιτιολογικές εκθέσεις, που απαραίτητα συνοδεύουν τα νομοσχέδια και τις προτάσεις νόμων, καθώς επίσης και αν κάποιο σημείο δεν είναι σαφές για παράδειγμα ή είναι δύσκολο να το καταλάβει κάποιος μπορεί να αναζητήσει την ερμηνεία του στη κριτική και στις απόψεις που διατυπώνονται σε βιβλία και αρθρογραφία ειδικών επί του αντικειμένου. Άλλο παράδειγμα που θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζουν οι πολίτες είναι η δύναμη του δημοψηφίσματος. Το δημοψήφισμα, όπως ορίζει το Σύνταγμα στο άρθρο 44, μπορεί να προκηρυχθεί είτε για «κρίσιμα εθνικά θέματα», είτε «για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα» και υπάρχει μάλιστα και διευκρίνιση ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει για δημοσιονομικά ζητήματα. Ο λαός, λοιπόν, μπορεί να εκφράσει τη βούλησή τους μέσω του θεσμού του δημοψηφίσματος, αυτό, όμως, που οι περισσότεροι πολίτες δεν γνωρίζουν είναι ότι το δημοψήφισμα χωρίζεται σε τρεις ας το πούμε «κατηγορίες». Μπορεί να είναι (1) αποφασιστικό ή συμβουλευτικό, (2) συνταγματικό ή νομοθετικό και (3) υποχρεωτικό ή προαιρετικό. Το ενδιαφέρον έγκειται στην πρώτη διάκριση, γιατί ανάλογα με το αν παράγονται κανόνες δικαίου ή αν ο λαός εκφράζει απλά τη γνώμη του, το δημοψήφισμα χαρακτηρίζεται αποφασιστικό ή συμβουλευτικό αντίστοιχα. Στην περίπτωση του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015 είναι σαφές ότι πρόκειται για συμβουλευτικού χαρακτήρα δημοψήφισμα. Γενικότερα το να χαρακτηριστεί ένα δημοψήφισμα αποφασιστικό για ένα κρίσιμο εθνικό θέμα, σύμφωνα με την κρατούσα γνώμη, είναι λάθος.

Να ευχηθούμε μια καλή συνέχεια στο συγγραφικό σου έργο!

Σας ευχαριστώ πολύ! Εύχομαι κάθε επιτυχία στο Incorrect.gr και στην ομάδα
του!