Τα κρίσιμα 24ωρα πριν την ολοκλήρωση του ‘συμβουλευτικού’ δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ, τα σουηδικά μέσα ενημέρωσης δημοσιοποίησαν την είδηση πως ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο αντίστοιχος της γειτονικής σλαβικής χώρας είναι υποψήφιοι για το Νόμπελ Ειρήνης, καθώς σύμφωνα με τα δημοσιεύματα επέδειξαν σθένος για την επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας και την επίλυση του μακροχρόνιου ζητήματος μεταξύ των δύο χωρών.

Αυτό που ο Ελληνικός και Σλαβικός λαός διαβλέπουν ως προδοσία και οι κυβερνώντες προσπαθούν να το μεταφράσουν ως επιτυχημένο και αμοιβαίο συμβιβασμό, οι ξένοι το εκλαμβάνουν ως μια πράξη ειρήνης μεταξύ των λαών, που ίσως όμως η πραγματικότητα να τους διαψεύδει, καθώς οι δύο λαοί έχαιραν ήδη ειρηνικής συμβίωσης και φιλίας μεταξύ τους, σύμφωνα και με τα εμπορικά στατιστικά.

Ο ξένος παράγοντας έχοντας στο νου τα δικά του συμφέροντα και όχι τις όποιες πολιτισμικές διαφορές που προϋπάρχουν, σπεύδει να συγχαρεί με κάθε τρόπο αποφάσεις και συμφωνίες που έρχονται σε ρήξη με τους δύο λαούς. Όμως με τη φράση «ξένος παράγοντας» δεν πρέπει να σκεφτόμαστε κάποιους ‘μοχθηρούς’ εχθρούς, αλλά την απλή σκέψη του κάθε πολίτη και κυβερνώντα όταν συζητάει για πολιτισμικές διαφορές μεταξύ λαών που δε συνδέονται όμως με κάποιο δεσμό μαζί του. Εξάλλου, θα ένοιαζε έναν Έλληνα πολίτη για τις ιστορικές προστριβές για πολιτισμικά θέματα μεταξύ Λετονίας και Εσθονίας;

Η γενίκευση που μόλις αναφέρθηκε πολλούς θα τους βρει ορθά απέναντι, αλλά δυστυχώς πέρα από μερικούς ακαδημαϊκούς και λάτρεις της παγκόσμιας ιστορίας, οι απλοί πολίτες, αυτοί που άλλοι τους αποκαλούν μάζα, τους φαίνεται ανούσιο το όλο ζήτημα και στη σκέψη τους εύκολα επιλύσιμο. Λοιπόν, Νόμπελ Ειρήνης για ένα πρόβλημα που αποτελεί σοβαρό θέμα μόνο για δύο λαούς και μερικούς εξωτερικούς αξιωματούχους; Μήπως τα βραβεία Νόμπελ είναι άλλο ένα εργαλείο για το πως μερικοί εκλαμβάνουν την ειρήνη και την επίλυση των διαφορών;

Μια σύντομη ανασκόπηση για το τι εστί Νόμπελ και το πως αυτό συνδέεται με εγκλήματα πολέμου που έχουν διαπραχθεί, θα μπορούσε να γίνει με μια μικρή αναφορά στον πατέρα των Νόμπελ, τον χημικό Άλφρεντ Νόμπελ.

Ο Άλφρεντ καταγόμενος από οικογένεια που ασχολήθηκε με τις εκρηκτικές ύλες και έχοντας σπουδάσει ο ίδιος φυσικές επιστήμες, επικεντρώνεται σ’ αυτό το κομμάτι και εν τέλη τελειοποιεί και κυκλοφορεί μια νέα εκρηκτική ύλη υπό το όνομα «δυναμίτης» (1867), ο οποίος έγινε άμεσα δεκτός από τα κράτη κάνοντας τον παράλληλα πλουσιότερο. Ο Νόμπελ έχοντας ασπαστεί τον πασιφισμό, αλλά και απογοητευμένος από τα επικριτικά σχόλια της περιόδου, όπως το «έμπορος θανάτου», αποφασίζει να αφήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του σε έναν λογαριασμό, από τον οποίο θα βραβεύονται όσοι θα προάγουν την ειρήνη, τη λογοτεχνία και τις 3 φυσικές επιστήμες που ο ίδιος αγάπησε. Συνοπτικά, ο άνθρωπος που έφερε στην αγορά ένα τόσο καταστροφικό εργαλείο και ήταν συνυπεύθυνος για το θάνατο εκατοντάδων ανθρώπων, δημιούργησε ένα θεσμό για την ανάδειξη της καινοτομίας και της ειρήνης.

Υποκριτικό; Ίσως και να ναι!

Από την καθιέρωση των Νόμπελ, δεκάδες εφευρέτες και ειρηνιστές έχουν βραβευτεί μ’ αυτό. Στο θέμα του κειμένου όμως, τα βραβεία Νόμπελ αποτέλεσαν πολλές φορές εργαλείο άσκησης πολιτικής και δόθηκαν σε ανθρώπους που με τις πολιτικές τους κάθε άλλο παρά ειρήνη έφεραν και πολλές φορές οδήγησαν σε εκτεταμένα εγκλήματα πολέμου. 3 χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Νόμπελ Ειρήνης του 1994, όπου βραβεύτηκαν ο Γιάσερ Αραφάτ και ο Σιμόν Πέρες, με τον δεύτερο να ‘χει κατηγορηθεί μεταξύ άλλων για τη «σφαγή της Κανά». Παρά τη βράβευση η κατάσταση της περιοχής παραμένει ακόμα και σήμερα έκρυθμη με συνεχή θανατηφόρα ξεσπάσματα. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι το Νόμπελ Ειρήνης του 1991 που δόθηκε στην ηγέτιδα της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία έχει κατηγορηθεί από τον ΟΗΕ για γενοκτονία και εκτοπισμό των μουσουλμάνων Ροχίνγκια. Το τρίτο παράδειγμα αποτελεί το Νόμπελ Ειρήνης του 1973 που απονεμήθηκε στον Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος μεταξύ άλλων έχει κατηγορηθεί για την ανάμιξη του στους βομβαρδισμούς της Καμπότζης. Άρα κάποιος συνειδητοποιεί πως τα χέρια των ‘ειρηνιστών’ πολλές φορές είναι αιματοβαμμένα και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Στα δικά μας εσωτερικά και εξωτερικά θέματα, οι δύο πρωθυπουργοί (Ελλάδας-ΠΓΔΜ), σύμφωνα με τις προαναφερθείσες πληροφορίες είναι υποψήφιοι για το Νόμπελ Ειρήνης μιας συμφωνίας μη αποδεκτής από τους δύο λαούς, μιας συμφωνίας με πολλά ελλαττωματικά σημεία, μιας συμφωνίας ‘επικίνδυνης’ όπως έχει χαρακτηριστεί για την Ελλάδα και την πολιτισμικής της κληρονομιά. Άραγε μας αξίζει ένα βραβείο Νόμπελ, βασισμένο στην επικείμενη συμφωνία που θα δημιουργήσει μια τεχνική ειρήνη, φαλκιδεύοντας παράλληλα τον ελληνικό πολιτισμό;

Μια συμφωνία που τόσο θυμίζει το «Σχέδιο Ανάν», ως προς τον επιτακτικό τρόπο εφαρμογής του, που τόσο υποστήριξαν οι ξένοι αξιωματούχοι, αλλά και εγχώριοι ‘προοδευτικοί’ ηγέτες. Άραγε οι λαοί δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν και οι πολιτικοί που διαπραγματεύονται ελαφρά τη καρδία τα κεκτημένα των λαών και πολλές φορές εις βάρος αυτών, πρέπει να τιμώνται ως ‘ειρηνιστές’; Αμφιβάλει κανείς πως αν ο Τάσος Παπαδόπουλος είχε αποδεχθεί το «Σχέδιο Ανάν» δε θα του ‘διναν το Νόμπελ Ειρήνης, σε μια συμφωνία που θα μετέτρεπε την Κυπριακή Δημοκρατία σε μια Διζωνική Δικοινωτική Ομοσπονδία, νομιμοποιώντας παράλληλα τους εισβολείς; Αν εν καιρό δούμε τον Έλληνα και τον Σλάβο πρωθυπουργό να γίνονται αποδέκτες του Νόμπελ, αναρωτηθείτε τι δώσαμε, τι θα στερηθούμε και ποια θα είναι τα μελλοντικά αποτελέσματα!

ΥΓ Όπως η ιστορία του Άλφρεντ Νόμπελ εξωτερικά φαινόταν φιλειρηνική, ενώ στην πραγματικότητα ήταν διαφορετική, έτσι και τα βραβεία Νόμπελ Ειρήνης κρύβουν μια πιο σκοτεινή ιστορία. Μια αξιοσημείωτη επισήμανση είναι πως ο Μαχάτμα Γκάντι, Ινδός πολιτικός και πηγή έμπνευσης του διεθνούς κινήματος για την ειρήνη, δεν έλαβε ποτέ το Νόμπελ Ειρήνης!