Γράφει ο Αντώνης Βλάχος

Τι θα γινόταν αν ο κόσμος δεν έκρινε τα πάντα και δεν είχε γνώμη για τα πάντα; Ακόμη, τι θα συνέβαινε αν έστω και σε ελάχιστο βαθμό αντιλαμβανόταν κανείς το κόστος των λέξεων που ξεστόμιζε; Και τελικά, πώς όλο αυτό θα ήταν εφικτό χωρίς να υπάρχει ίχνος λογοκρισίας; Κάτι τέτοιο, θα ήταν εφικτό και θα περιέκλειε όλα τα άλλα, αν και μόνο αν εξωτερικευόταν λιγότερο, αν δηλαδή ο καθείς από εμάς μπορούσε να επιτύχει την συγχώνευση του εγκεφάλου του και της γλώσσας του. Κι αντιστρόφως.

Σύνηθες είναι το φαινόμενο που φαινόμαστε παν-επιστήμονες. Ενώ δεν είμαστε. Δεν μπορούμε να είμαστε. Αυτός που γνωρίζει τα πάντα, έχει θεϊκά χαρακτηριστικά. Ενώ εμείς αποτελούμαστε από σάρκα και οστά. Ακόμα συχνότερα καταφεύγουμε σε κρίσεις κι επικρίσεις αντιλαμβανόμενοι το κάθε τι κατά ίδιαν βούληση. Είναι στη φύση του ανθρώπου ή απλώς έτσι μαθαίνει να σκέφτεται κατά τη διάρκεια της ζωής του;

Αν είναι κομμάτι της ανθρώπινής του φύσης, τότε θα πρέπει να ελεγχθούν τα χαρακτηριστικά της φύσης του. Συνήθως, εκείνοι που εκφέρουν γνώμη για τα πάντα δεν είναι κάποιοι ιδιαιτέρως προικισμένοι από τον θεό. Ούτε αποτελούν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ακόμη, μπορεί πολλές φορές να μην πρεσβεύουν καν τις απόψεις που υποστηρίζουν. Απλώς κρίνουν. Προς πάσα κατεύθυνση. Κρίνουν για οποιονδήποτε λόγο. Η κρίση, όμως, ως έννοια, αποτελεί παραγωγή του νου. Η κρίση, συνάμα, μπορεί να επιμεριστεί σε καλή και κακή, σε δίκαιη και άδικη, σε σωστή και λάθος κ.ο.κ. Μπορεί να πάρει άπειρα σε αριθμό κατηγορήματα. Επομένως, εκείνοι που την κάνουν να φαίνεται τοιουτοτρόπως, κατά ανάλογο τρόπο θα φέρονται στη ζωή και κατά ανάλογο τρόπο θα σκέφτονται ότι έτσι πρέπει να πράττουν. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, καλή, κακή, αληθή ή ψευδή, το εργαλείο του ανθρώπου είναι η δυνατότητα του να διακρίνει την πρέπουσα κρίση που θα δώσει την ανάλογη λύση. Κι αυτή ποικίλλει φυσικά κατά περίπτωση. Η «ωραιότερη» κρίση, όμως, δεν είναι η βιαστική, δεν είναι τέτοια επειδή πρέπει να είναι τέτοια το δίχως άλλο. Η ωραιότερη λύση, είναι η ταπεινότερη λύση. Με άλλα λόγια, εκείνη που φιλτράρεται από έναν υγιή νου κι ένα ψυχισμό ικανό να μεταβάλλεται όποτε κρίνεται απαραίτητο.

Τα βιώματα και οι εμπειρίες του εξωτερικού περιβάλλοντος σίγουρα μεταβάλλουν τον ενήλικα άνθρωπο. Κι αυτό είναι καλό, διότι τον «παρασέρνουν» από τον μικρόκοσμό του προς τον κόσμο του παρόντος. Αρκεί να μην διαβεί την διαχωριστική γραμμή που εκτείνεται εμπρός του. Οι επιρροές που δέχεται από τον κόσμο στον οποίο ζει ενδέχεται να του εξάγουν την σκληρή πλευρά του εαυτού του. Ενδέχεται, δε, να τον κάνουν τόσο σκληρό ώστε να μην αισθάνεται τίποτα πια. Κρίνει, βάσει των όσων έχουν προσβάλλει τα ταπεινά του αισθήματα, τα αγνά του αισθήματα. Ξανασυναντά τη ζωώδη του φύση. Και τότε χάνεται η όποια δυνατότητα να συμβαδίσει με βάσει την ορθή κρίση. Διότι ακόμα και τα ίδια τα ζώα δεν την διαθέτουν. Αντιθέτως, την αγνοούν ολοκληρωτικά και ζουν βάσει των παθών τους. Εκείνων δηλαδή των συναισθημάτων που είναι απαλλαγμένα από την ικανότητα φιλτραρίσματός τους. Επομένως, ευρισκόμενος κι ο άνθρωπος σε μια τέτοια κατάσταση δεν σκέφτεται καθαρά, άρα και οι κρίσεις που ξεστομίζει δεν χαρακτηρίζονται ως τέτοιες. Μονάχα αν απολέσει αυτά τα υπολείμματα ζωικότητας θα μπορέσει να προσεγγίσει περισσότερο την ταπεινότητα στις κρίσεις του.

Δεν είναι όλα όπως φαίνονται. Έχουμε την υποχρέωση, και ως προς εμάς και ως προς τον οικείον μας, να σκεφτόμαστε και να δρούμε με γνώμονα το λογικό μας. Κρίσεις και γνώμες που ξεστομίζονται ελαφρά τη καρδία μόνο το χάος μπορούν να φέρουν. Το διακύβευμα είναι μόνον η αρμονία. Οτιδήποτε άλλο δεν είναι αποδεκτό. Οτιδήποτε διαφορετικό μας κάνει μέρη ενός ευρύτερου κοπαδιού, κατευθυνόμενο από τα κελεύσματα του βοσκού του. Για να μπορέσουμε να φτάσουμε στην ορθοκρισία θα πρέπει προηγουμένως να ξέρουμε να ελέγχουμε και να στοχαζόμαστε το εαυτό μας. Όλα από εμάς ξεκινούν και σε μας καταλήγουν. Ας κάμουμε αυτή την κατάληξη να είναι μία ευτυχής κατάληξη..