Στο κύκλο των ιστορικών συνεντεύξεων του Politically Incorrect παρουσιάζουμε μια κατάθεση ψυχής αυτή τη φορά με τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Ζάχο Χατζηφωτίου. Ο κ. Χατζηφωτίου αποτελεί τον τελευταίο Έλληνα «μπονβιβέρ» μιας γενιάς που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στη Σύγχρονη Ιστορία του τόπου. Ευρέως γνωστός από την εκπομπή «Το πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου» και λιγότερο γνωστός για τα χρόνια που πέρασε στη Μέση Ανατολή και τις εμπειρίες του από το Μέτωπο, μας βοηθάει να εξερευνήσουμε αυτά τα χρόνια και να αντιληφθούμε γιατί κάποτε είχε ονομαστεί ως «Αρουραίος της Ερήμου».
Παρά το γήρας της ηλικίας ο κ. Χατζηφωτίου δέχτηκε να μας ξεναγήσει στο σπίτι του και να μας διηγηθεί τα πολεμικά γεγονότα που του έμειναν ανεξίτηλα στη μνήμη του, καθώς και τις μάχες που έλαβε μέρος μεταξύ των σημαντικότερων η Μάχη στο Τομπρούκ που διεξήχθη μεταξύ Απριλίου-Νοεμβρίου 1941.
Ερώτηση: Μιλήστε μας για την οικογένεια σας και το πως ξεκινάει η ιστορία σας.
Απάντηση: Η οικογένεια η δική μου από την πλευρά του πατέρα μου είναι από τη Σύρο και κατέβηκε στην Αθήνα το 1908 όταν έπαψε να είναι πρωτεύουσα η Ερμούπολη της Σύρου. Είχαμε σπίτι στην Κηφισιά πολύ ωραίο, του παππού και είχε κάνει ο παππούς πάνω πολεμίστρες και όταν έγινα 8 χρονών εμένα στην Πλάκα πάνω στη πλατεία κοντά στο άγαλμα της Λυσιστράτης. Άνοιξε αυτήν την αποθήκη, μετά άνοιξε μία άλλη στους Αγίους Θεοδώρους. Εγώ δε θέλησα ποτέ να ανακατευτώ με τα υφάσματα. Έμεινε μόνος, εγώ λυπήθηκα, δεν μπόρεσα να τον βοηθήσω, αυτός ο καημένος έκανε τα πάντα. Με είχε στην Αναργύρειο Κοργιαλένειο στις Σπέτσες, από τα ακριβότερα σχολεία που υπήρχαν, γιατί είχε φαΐ, ύπνο, ρούχα, σχολή για ιππασία, σχολή για τένις. Τώρα δεν έχει τίποτα έκλεισε. Ένα να ξέρεις, ήμουν ένα βασανισμένο παιδάκι που δε στερήθηκε τίποτα. Μου έλεγε ο Γιώργος, ο Ράλλης, ο πρώην Πρωθυπουργός: «Να την κάνουμε Σχολή Δοκίμων», λέω: «Σοβαρολογείς Σχολή Δοκίμων; Εδώ οι Δόκιμοι για να βγουν Σαββατοκύριακο φιλάνε τα χέρια όλου του κόσμου, γιατί είναι πολύ πειθαρχημένοι, ειδικά πειθαρχημένοι, κάνουν θαύματα αυτή τη στιγμή». Το θέμα δεν είναι εκεί, αλλά το τι συμβαίνει με την Ελλάδα.
Ερώτηση: Την 28ηΟκτωβρίου 1940 μαθαίνετε για την κήρυξη του πολέμου, ποιο ήταν το συναίσθημα σας ως ένας νέος άνθρωπος;
Απάντηση: Είχα τελειώσει το σχολείο, πήρα το δίπλωμα μου καλώς ή κακώς, δεν ήμουν και καλός μαθητής, αλλά ήμουν πολύ ενοχλητικός για όλους και μαθητάς και συμμαθητάς και καθηγητάς και εκείνο το σχολείο ήταν ένα περίεργο σχολείο, δεν σηκώνει αστεία. Να σκεφτείτε η 6η Γυμνασίου δεν πάει σε τάξη που σπουδάζουν. Ένα από τα 5 τεράστια κτήρια που είχανε, ένα από αυτά το κάνανε όλο σαν γκαρσονιέρες και ζούσαν σε διαμέρισμα μικρό. Ήταν εξαιρετικό σχολείο. Αργότερα, στο Λονδίνο συνάντησα τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, γιατί ήξερε τα βιβλία μου, 34 βιβλία. Πρέπει να αναφέρω ό,τι ήμουν πολύ φίλος, κοινωνικός φίλος με την Ελένη τη Βλάχου, η Ελένη τότε με έπεισε, διότι είχα και κάτι προβλήματα με τα βαπόρια, και βαρέθηκα και τα πούλησα. Ήταν 3 καράβια, δεν ήταν αυτά που έχουν κάνει τώρα. Τώρα έχουν κάνει κάπου στα 5000 βαπόρια. Αυτός που έχει κάνει τα μισά ήταν ο σπουδάσας στο εξωτερικό Καπαϊτζής, ο Καπαϊτζής έπαθε από 3ων εβδομάδων καρκίνο. Καλό παιδί.
Μέχρι τις 12 λοιπόν μάθημα και από τις 12 μέχρι τις 10 τη νύχτα κάνουμε ό,τι θέλουμε. Ο Ανάργυρος και ο Κοριαλένειος, αυτοί οι δυο έχουν το μισό νησί. Μετά έρχεται ο Μπότασης και μετά κάποιοι άλλοι. Ο πατέρας μου δούλευε πάρα πολύ. Ήταν νούμερο 3 στον εμπορικό σύλλογο. Ήταν 45 χρόνια γενικός οικονομικός σύμβουλος στο σύλλογο των εμπόρων με 2 τεράστιες αποθήκες.
Από το ένα θέμα στο άλλο και πρέπει να ομολογήσω πως εγώ στα 98 μου είμαι ένα κουρασμένο μυαλό, όχι αστεία. 4 χρόνια ντυμένος στρατιώτης με 5 προαγωγές επ’ ανδραγαθία.
Μπήκαν οι Γερμανοί λοιπόν και με τα πρώτα τρία βράδια πήρα την απόφαση. Ήμουν 17, δεν ήμουν 22 που πηγαίναν φαντάροι. Είχα ρωτήσει έναν φίλο μου δικηγόρο τον Ανδρέα τον Μαχλιώτη και μου είχε πει τι να λέω στα Γερμανικά, αν και εγώ ήξερα μόνο Αγγλικά και Γαλλικά. Εκεί στις Σπέτσες που ήμουν έπρεπε να μιλάμε μόνο Αγγλικά και μεταξύ των μαθητών και με Άγγλους καθηγητές. Τηλεφώνησα έπειτα και με τον πατέρα μου και με τη μητέρα μου και τους είπα: «Εγώ ετελείωσα το γυμνάσιο και ήθελα να φύγω να πάω, διότι ξεκινούσε ο πόλεμος». Οκτώβριος του ‘40. Μου είπε τις απόψεις του ο πατέρας μου, μιας και μιλούσαμε πολύ και δεν αντιμιλούσε ο πατέρας μου με τη μητέρα μου.
Θέλω να τονίσω το εξής για τους Έλληνες. Ο Έλληνας δεν είναι αγαθών πρόσωπο, δεν είναι ούτε δολοφόνος, αλλά ζηλεύει. Έχω ιεράν υποχρέωση να αναφέρω ότι δεν είναι κακοί, είναι φιλότιμοι, είναι αγαπητοί, αλλά είναι ζηλιάρηδες. Το εξεδίλωσαν αυτό με αντίθεση.
Εγώ το πρώτο βιβλίο που έγραψα σχετικά με πολεμικά ήταν 50 χρόνια αφότου ετελείωσε ο πόλεμος, γιατί οι Έλληνες δε χρωστάνε να πουν μια καλή κουβέντα, εγώ δεν έχω πειράξει κανέναν στη ζωή μου, έχω βοηθήσει πάρα πολλούς φίλους μου και εκείνοι με έχουν, είναι αμοιβαία η εκτίμηση σε όλους μας. Έκανα μια ομάδα να μου το εκδώσουν, ο Ράλλης που ήταν σπαθί, ο Γιώργος ο Μαντάκης από την άλλην παράταξη, η Λουΐζα ήταν η ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου που το έκδωσε και εγώ. Αυτοί ήταν που έγραψαν τα βιβλία, γιατί οι Εγγλέζοι το χτυπούσαν πως όλοι έγραφαν βιβλία που τους τα διηγούνταν. Όλοι αυτοί που έγραφαν βιβλίασημείωναν: «Και όπως γράφει ο Ζάχος Χατζηφωτίου που ήταν εκεί». Αυτοί δεν ήσαν εκεί, ήταν ίσως ο πατέρας τους, ο κάποιος και αυτός που τα είπε και οι 3 έγραψαν πως: «Και όπως γράφει ο Ζάχος Χατζηφωτίου».
Όταν γύρισα εγώ, τηλεφώνησα στους γονείς μου, δε διαφώνησα και μου είπαν: «Πήγαινε στην ευχή του θεού, αφού δεν αλλάζεις με τίποτα, πήγαινε 17 χρονών κάτω εκεί». Όταν έφτασα κάτω δεν βρήκα κανέναν άνθρωπο να μου πει: «Γεια σου». Ήταν Εγγλέζοι. Αυτοί δεν έχουν φυλακές, σου έλεγε 28 μέρες μόνο, αλλά 28 μέρες και βγαίνεις τραυματίας πολέμου από τη φυλακή την εγγλέζικη. Είχαμε κανονίσει άλλοι 9 άνθρωποι, νέοι μάλλον, αλλά αξιωματικός της αεροπορίας ο ένας, ο άλλος ήταν αξιωματικός του ναυτικού. 7-8 φύγαμε μαζί εντάξει. Ένας από τη Σάμο μας είχε βοηθήσει. Περάσαμε όλα τα νησιά, γιατί οι Γερμανοί είχαν 15 μέρες στην Αθήνα, μόλις είχαν μπει και αυτοί. Ένα βράδυ άργησα και με πιάσανε, αλλά ο Ανδρέας ο Μαχλιώτης μου είχε μάθει να λέω στα Γερμανικά: «Μένω εδώ δίπλα Πατριάρχου Ιωακείμ 85, το σπίτι μου, ο πατέρας μου, έκανα λάθος και άργησα». Με συλλάβανε τις πρώτες 15 μέρες.
Έκανα λοιπόν όλα τα νησιά για να φτάσω στη Μικρά Ασία. Έφτασα στη Μικρά Ασία, βγήκα με ένα τρένο που είχε άλογα μέσα και φορτίο. Με το που βγήκαμε ούτε που μας ρωτήσανε. Οι μισοί ήταν Γάλλοι Αξιωματικοί. Συρία-Λίβανος 2 κράτη. Ο Λίβανος τινάχθηκε και τη Συρία την περιποιηθήκανε.
Ερώτηση: Η πολιτική διοίκηση της εποχής εκείνης προπολεμικά του Ιωάννη Μεταξά και στη μέση ανατολή του Γεωργίου Παπανδρέου πως σας είχε φανεί;
Ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν στο Κάιρο. Είχε αντιπρόσωπο έναν Παπαδόπουλο, Αντισυνταγματάρχη και τον λέγαμε ο «Παππούς». Ο «Παππούς» ήταν πρώτη γραμμή μαζί με εμάς. Εγώ ήμουν πρώτη γραμμή, αποσπασμένος σε 2 πράγματα. Ο Μεταξάς από την άλλην δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα, τον εκκαθαρίσανε οι Εγγλέζοι, γιατί δεν ήθελε ο Μεταξάς να κάνουν εδώ απόβαση οι Εγγλέζοι και κάνανε με πολύ μικρό τμήμα το οποίο δεν άντεξε και του φάγανε και την Κρήτη. Δεν έπρεπε να τη φάνε την Κρήτη γιατί έγιναν μεγάλες μάχες εκεί. Δύο καθηγητές μου από το σχολείο, ο ένας ήταν Ταγματάρχης, του δώσανε αμέσως βαθμούς. Οι Άγγλοι δίνουν βαθμούς αμέσως και αυτούς τους συνάντησα μετά από λίγο καιρό στο Τομπρούκ που ήταν ένας τάφος.
Ερχόντουσαν σχεδόν μέρα παρά μέρα οι «διαλεγμένοι» Γερμανοί έρποντας να περάσουνε. Όλο ήταν κλεισμένο με νάρκες και ένα κομματάκι από θάλασσα και απάνω όλο νάρκες. Είχε μια ποσότητα νεκρών ασύλληπτη. Εάν σήμερα πάει άνθρωπος στην πεδιάδα εκεί, γιατί δεν πολεμάγαμε πάνω στη θάλασσα στο Ελ Αλαμέιν και στη Λιβύη στο Τομπρούκ και μας πήγαν 2 μέρες με το αυτοκίνητο, εγώ επειδή ήξερα εγγλέζικα εκάθησα ευτυχώς στο πλάι στο φορτηγό. Φτάσαμε μέσα στο Τομπρούκ σε δυόμισι μέρες. Non-stop. Περάσαμε και το ποτάμι και βγήκαμε στο Τομπρούκ. Εκεί ήμασταν 8 Έλληνες. Όταν Φτάσαμε εκεί και είχαμε ως σοφέρ τον ΜακΝαμπ, Γάλλο Λοχία. Ήρθαμε μια χαρά, περί τα 8 χιλιόμετρα πριν μπούμε μέσα στο Τομπρούκ, πριν μπούμε σε αυτόν τον τάφο μας είπε ο σοφέρ ο ΜακΝάμπ στα εγγλέζικα περίπου τι γίνεται και εκεί με συνάντησε ένας ο οποίος με την πτώση της Ελλάδας, κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς είχε σώσει Εγγλέζους που έτρεχαν να κρυφτούν.
Την χάσαμε την Κρήτη διότι δεν είχαμε ασύρματο. Έτσι χάθηκε η Κρήτη. Δεν είχε λόγο να χαθεί. Περισσότερη ήταν η δύναμη των Άγγλων – Νεοζηλανδών. Εμείς στο Τομπρούκ πέσαμε αμέσως και φτιάξαμε τα boxes, τα οποία ήταν λάκκος στα οποία κοιμόμασταν, τρώγαμε και στο Τομπρούκ πηγαίναμε κάθε 10-12 μέρες. Εγώ επειδή ήμουν μικρός με στέλναν σε όλες τις αγγαρείες. Αγγαρείες όχι αστεία. Έχω φωτογραφία δίπλα σε στρατιώτη, εγώ 17 μόλις κατέβηκα και αυτός ήταν ήδη στρατιώτης εκεί 60 χρονών φαντάρος.
Ερώτηση: Είχατε ξαναπιάσει ποτέ όπλο;
Απάντηση: Εντωμεταξύ ήταν εκεί ένας φίλος μου ο Βασίλης ο Πετρής, ο οποίος είχε κάνει Αλβανία και ήξερε και με έμαθε με το δικό του το όπλο σε μια νύχτα στη σκηνή που κοιμόμασταν.
Όταν μας έκαναν την επίθεση, έχω φάει 3 επιθέσεις. Τα boxes αυτά ήταν fit και είχαν μέσα μέχρι 7-8 ξένους, όλες τις φυλές του Ισραήλ γιατί όλοι με τους Εγγλέζους. Δεν τα αφήσαμε να πέσουν τα boxes και βγήκαμε όταν ήρθε μια Ινδική Μεραρχία και μας απελευθέρωσε και φύγαμε τρεχάλα. Έναν καθηγητή μου από το σχολείο τον κάνανε Λοχαγό εκεί και με περιποιήθηκε και με πήρε με το τζιπ στο Κάιρο, είχα ένα μήνα άδεια. Είχε και τα καλά του ο πόλεμος, δεν είχε μόνο ταλαιπωρίες. Ο ΜακΝάμπ με έφερε πίσω στο Κάιρο, εγώ κατέβηκα Αλεξάνδρεια που είχα φίλους εκεί.
Σε μια πολύ δυνατή επίθεση των Γερμανών, που έφτασαν 25 μέτρα από εμάς με είδε ο καθηγητής μου, μου λέει: «You are just a kid, τι κάνεις εδώ;», ενώ ήταν πολύ σκληρός με μένα στη Σχολή. Δεν μιλούσα εγώ. Με πήραν για διερμηνέα. Έχετε υπόψιν σας ότι σε ολόκληρη μονάδα να υπάρχει μόνο ένας που να μιλούσε εγγλέζικα και αυτός να ήμουν εγώ και έλεγαν όλοι οι Στρατηγοί όταν μιλούσανε, Εγγλέζοι και Αμερικάνοι που είχαν αρχίσει να έρχονται πριν μπει η Αμερική στον πόλεμο και λέγαν οι Εγγλέζοι και οι Αμερικάνοι: «Τι έχουν οι Έλληνες και μας μιλάνε έτσι;» και τους λέω: «Πως οι Έλληνες δεν το έχουν για κακό, αυτοί απλώς θέλουν να σας πείσουν για αυτό που λένε». Τους τα εξήγησα, έκανα το δάσκαλο εγώ πλέον εκεί. Επέρασα πολλά βέβαια. Με βάλανε και μου φτιάξανε ένα ψεύτικο ναρκοπέδιο και τους μάθαινα μέσα εκεί ως δάσκαλος, γιατί ήμουν υπεύθυνος για 2 πράγματα. Ήμουν δάσκαλος και ήμουν και οδηγός ενός αυτοκινήτου που δεν το έπιανε άλλος στα χέρια του γιατί είχαμε ένα Λοχαγό, ο οποίος με εκτιμούσε, ότι δύσκολο, ότι θανατηφόρο έστελνε εμένα: «Να πάει ο Χατζηφωτίου. Ή θα το κάνει ή θα πεθάνει». Έτσι ήταν εκεί δεν ήταν αστεία.
Ερώτηση: Μέσα στις μάχες που δώσατε είχατε φοβηθεί ποτέ πως θα πεθάνετε;
Απάντηση: Είχα συνηθίσει. Να! πάει και αυτή η φορά, τώρα πεθαίνουμε.
Ερώτηση: Πιστέψατε πως ο θεός σας βοήθησε σε όλα αυτά που ζήσατε;
Απάντηση: Ναι. Το Τομπρούκ επήγε 8 μήνες, εβγήκα. Διελύθη η Ταξιαρχία γιατί επαναστάτησαν. Οι μισοί είναι ακόμα στην Ελ Ντάμπα οι άλλοι μισοί εστάλησαν στη Βηρυτό. Εγώ που ήμουν και αγγλομαθής ετοιμαζόταν η Ταξιαρχία για το Ελ Αλαμέιν. Είχα τελειώσει το Τομπρούκ γύρω στους 7.6 μήνες. Πήραμε και παράσημα. Μου κάνανε και το ναρκοπέδιο και έβγαλα 3 τάξεις Ειδικών για ναρκοπέδια και ήμουν οδηγός, γιατί ήξερα από αυτοκίνητα. Ήμουν οδηγός ενός Μακ, φορτηγό με πίσω πλατφόρμα, που είχε 3 σκαλοπάτια για να φτάσω στο τιμόνι, αλλά ήμουν επίσης και οδηγός τανκς, δεν είχαν οδηγούς τανκς. Όλοι που σκοτωθήκανε, σκοτωθήκανε γιατί δεν κλείνανε μπροστά το παραθυράκι. Είχαν κάτι σκοπευτές οι Γερμανοί, στα 1.500 μέτρα σε χτυπάγανε στο σταυρό, δεν μπορείς να φανταστείς τι πράγμα ήταν. Δεν μπορεί να φανταστεί άνθρωπος αυτά που ζήσαμε.
Ερώτηση: Πόσο εύκολο ήταν για έναν νέο άνθρωπο να βλέπει κάποιον δίπλα του να σκοτώνεται ή να αναγκάζεται ο ίδιος να σκοτώσει;
Απάντηση: Στα boxes γίνανε πολύ σκληρά πράγματα. Ερχόντουσαν αυτοί έρποντας και μπαίνανε στις νάρκες, αλλά στη μεν έρημο αυτό είναι εύκολο γιατί το αεράκι της κάνει μια κοιλιά της νάρκης. Εγώ ειδικά που είχα αυτό το αυτοκίνητο και έμπαινα μέσα στο ναρκοπέδιο μου είχανε δώσει μπότες, αρβύλες με κρεπ, διότι οι νάρκες περπατάγανε, οι νάρκες κούναγαν. Τις πήγαιναν 5-10 πόντους. Ένα αεροπλάνο κατέβηκε πολύ χαμηλά, μιας και όλη μέρα ήμασταν υπό επίθεση αεροπλάνων μέρα-νύχτα. Ενός του πέρασε κομμάτι αεροπλάνου και του έκοψε την κοιλιά. 24 ώρες κράταγε τα έντερα του. Ούρλιαζε όλη νύχτα, δεν κοιμόταν κανένας μας. Φριχτά πράγματα γιατί δεν είχαμε κανέναν να μας βοηθήσει εκεί.
Σε ένα που κινδυνεύσαμε να μας καθαρίσουν γιατί ήταν πολύ περισσότεροι από εμάς, γιατί ήταν πολύ καλοί, αλλά και ο Εγγλέζος που ήταν επικεφαλής μας ήταν πολύ δυνατός σχεδόν στα πάντα, αφού μου λέει: «You owe me your life», γιατί του λέω: «Θα χωρίσουμε. Θα πάω εγώ στους Έλληνες, εσύ θα μείνεις με τους Εγγλέζους γιατί δε θα σε ξαναδώ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω». Με είχε βοηθήσει.
«Σε είχα»μου λέει. «You had two on top of you», 2 είχα από πάνω μου και ήρθε ο Εγγλέζος με το μαχαίρι και τους καθάρισε. Ήταν και σκοτάδι. Δε ξέραμε ποιανού τα αίματα πίναμε. Τα δικά τους, τα δικά μας. Φοβερά πράγματα έχουμε ζήσει και αυτά κρατάγανε ώρες. Δεν ξεκαθαρίζεις έτσι. Ο θεός μας είχε καταραστεί. Ό,τι έκανα το έκανα γιατί πιστεύω στην πατρίδα μου.
Ερώτηση: Πείτε μας για το πως βιώσατε τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή;
Απάντηση: Στην αρχή όταν γύρισα πίσω στην Αλεξάνδρεια μας φιλούσαν οι Έλληνες ντόπιοι και οι Αραπάδες. Η Αλεξάνδρεια είχε 210.000 και οι Ιταλοί είχαν κοντά στις 100.000 μόνιμοι, με σπίτια, αυτοκίνητα, όπως ήμασταν ντυμένοι και λεβεντιά, είχαμε και την Αθήνα στο πέτο, γιατί φύγαν όλοι και πήγαν στο Σουέζ και ξαναήρθαν πίσω γιατί δεν μπόρεσε να περάσει ο Ρόμμελ στην Αλεξάνδρεια. Οπότε έφτασε έως τη γωνία. Και πήγα στο Κάιρο πήρα τα χαρτιά μου και έφτασα στη Συρία που ήταν η Ταξιαρχία και ετοιμάζονταν να φύγουν με 2 Liberty που ερχόντουσαν να μας πάρουν από τα γύρω στα 50 που είχαν συγκεντρωθεί στην Παλαιστίνη. Φύγαν και μας πήραν στο δρόμο και κάναμε απόβαση μετά. Μεγάλη νηοπομπή.
Εμείς επήγαμε στη Βηρυτό. Εκεί ήταν η ζωή της επαγγελίας. Εκεί ήταν μια εταιρεία ψευτοκρυφή. Είχαμε ορισμένες αποστολές. Είχαμε πιάσει σπίτια, βρήκαμε γυναίκες, δεν είχαμε Αξιωματικούς. Εγώ είχα φτάσει στο βαθμό του «ελευθέρος» και μου κάνανε πρόταση για Ανθυπολοχαγός και έγινα, αλλά δεν πρόλαβα να ντυθώ γιατί απελύθη. Με πήρε ο Διοικητής και με πήγαμε στο Στρατηγείο. Ένα παιδί καταπληκτικό, νέος τελειόφοιτος μηχανικός. Με είχε οδηγό όταν χρειαζόταν σε επιθέσεις με είχε απευθείας οδηγό τανκς.
Ακόμα συνάντησα το Διευθυντή του Σχολείου σε πολιορκία του Τομπρούκ. Μάλιστα δεν έπεφτα κάτω σε κάθε βόμβα που έπεφτε όπως θα έπρεπε. Το συνήθισα όπως περπατάγαμε μέσα εκεί για να πάμε στο δικό μας τμήμα.
Δεν έπεσα και ήταν δίπλα μου ο καθηγητής, δε με είχε δει και είδε έναν φαντάρο και ήρθε και μου ρίξε μια σπρωξιά και με ρίξε κάτω, γιατί έπεφταν οι βόμβες και όταν ανέβηκα πάνω έμεινε:
«You are just a kid. Τι δουλειά έχεις εδώ μέσα εσύ;» μου λέει και του απήντησα:
«We were nine kids, now we are seven», γιατί οι 2 σκοτωθήκανε και βούλιαξε και η βάρκα που ερχόμασταν γιατί τα τελευταία 100 μέτρα από το πέρασμα, από το νησί μέχρι τη μικρά Ασίαήταν ένα κολύμπι 250 μέτρα.
Ερώτηση: Πιστεύετε πως σήμερα είμαστε έτοιμοι σα λαός να ξαναπολεμήσουμε;
Απάντηση: Οι Έλληνες πολεμάνε, το έχουν μέσα τους, άμα τους πεις πατρίδα, αν δεν είναι διαβασμένοι Κομμουνιστές.
Ερώτηση: Τι σημαίνει για εσάς η λέξη Ελλάδα και η λέξη πατρίδα;
Απάντηση: Θα σου πω το τραγούδι που μας είπε που ήρθε παραμονή της επίθεσης στο Ελ Αλαμέιν στην Ταξιαρχία η Βέμπο: «πότε μα πότε πια θα γίνει ειρήνη, πότε θεέ μου σε ρωτάμε, στην Ελλάδα μας πότε θα πάμε». Κάτι φαντάροι 40 χρονών θηρία μέχρι εκεί πάνω κλαίγανε, χωρίσαμε τότε, φύγανε αυτοί οι αριστεροί, εμένα με συλλάβανε, μετά με αμολήσανε.
Τους είπα: «Εγώ θα κάνω μεγάλο κακό αν δε με αφήσετε να φύγω από εδώ».
«Τι θα κάνεις μωρέ» μου λέγανε.
«Μη μιλάς έτσι σε μένανε».
«Και ποιος είσαι εσύ;»
«Καλύτερος από εσένα». Έκανα και εγώ πολλά για να επιζήσω.
Εμείς με τη σειρά μας να ευχαριστήσουμε τον κ. Ζάχο Χατζηφωτίου, έναν άνθρωπο ζωντανό θρύλο της ελληνικής δημοσιογραφίας, έναν άνθρωπο που αφιέρωσε τα νεανικά του χρόνια έχοντας ως ιδέα στο μυαλό του την προάσπιση των ιδανικών της Δημοκρατίας και της Ειρήνης. Από το Τομπρούκ και το Ελ Αλαμέιν, στο Ρίμινι της Ιταλίας και από εκεί στον Ελληνικό Εμφύλιο ο κ. Χατζηφωτίου δε σταμάτησε να μάχεται για την ελευθερία της Ελλάδος.
Πολιτικός Επιστήμονας, Απόφοιτος της Σχολής Ασφάλειας και Διπλωματίας του Ισραήλ και της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με ερεθίσματα στην Ιστορική γνώση και στην προαγωγή της ορθής ενημέρωσης.