Γράφει ο Νίκος Λεγάκης

Όλο και περισσότερο περνάει από το μυαλό μου η συγκεκριμένη φράση ιδιαίτερα τις τελευταίες ημέρες κατά την διάρκεια της σύγκρουσης Ισραηλινών-Παλαιστινίων. Οι σκέψεις γίνονται ολοένα και πιο έντονες κάθε φορά που από την μια πλευρά παρατηρώ την άκριτη και απαίδευτη έκφραση πολιτικής θέσης/σκέψης/άποψης στα social media, περί του ζητήματος, ενώ στον αντίποδα παρατηρώ καθηγητές, διεθνολόγους, διπλωμάτες και πάσης φύσεως αναλυτές να μην παίρνουν απόλυτη θέση υπέρ του ενός ή του άλλου. Το ζήτημα είναι πολύ σύνθετο, με πολύ βαθιές ρίζες και δε χωράει απόλυτες και δεδομένες θέσεις. Όλα μπορεί να χαρακτηριστούν ορθά ή λανθασμένα καθώς επίσης και οι 2 πλευρές έχουν υπέρ και κατά επιχειρήματα. Εξαρτάται από ποια πλευρά βλέπει κάποιος το νόμισμα.

Γενικότερα, στη ζωή λίγα ως ελάχιστα είναι δεδομένα. Είναι δεδομένο πως ο ήλιος θα ανατείλει από την Ανατολή και θα δύσει από την Δύση, πως κάποια στιγμή όλοι θα εγκαταλείψουμε αυτόν τον κόσμο, πως χωρίς νερό ή ήλιο θα σταματήσει η ύπαρξη ζωής, όπως επίσης, είναι δεδομένα και μερικά ακόμα παραδείγματα που είναι αδύνατο να αμφισβητηθούν. Ωστόσο, δεν είναι τίποτα δεδομένο που σχετίζεται με την ανθρώπινη συμπεριφορά (πλην εξαιρέσεων). Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι τίποτα απόλυτα λευκό και τίποτα απόλυτο μαύρο. Συνήθως η μπίλια κάθεται στο γκρι. Όλες οι πλευρές πάντα έχουν το δίκιο και το άδικο τους και είναι λάθος να παίρνουμε απόλυτη θέση μη γνωρίζοντας έστω τα σημαντικότερα δεδομένα της εκάστοτε περίπτωσης και εν προκειμένω του ζητήματος που μονοπωλεί τις τελευταίες μέρες την προσοχή της ανθρωπότητας.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως στα πλαίσια της βεβιασμένης κριτικής των τελευταίων ημερών πολλοί αγνώμονες έσπευσαν να υποβαθμίσουν την ελληνική προσπάθεια που γινόταν και συνεχίζει να γίνεται για την καλλιέργεια και ανάπτυξη των σχέσεων με το Ισραήλ, όταν είδαν πως ο Πρωθυπουργός Νετανιάχου δεν συμπεριέλαβε στο ευχαριστήριο tweet του την ελληνική σημαία. Ωστόσο, κρίνοντας αβίαστα δεν αντιλήφθηκαν τον αναβαθμισμένο ρόλο που διπλωματικά έχει αποκτήσει η Ελλάδα στην περιοχή. Αυτό γίνεται ξεκάθαρα αντιληπτό από το γεγονός πως ο Έλληνας ΥΠΕΞ είναι ο πρώτος (τουλάχιστον επίσημα) Ευρωπαίος ΥΠΕΞ που επισκέφθηκε την περιοχή και συζήτησε με όλες τις πλευρές. Φανταστείτε λοιπόν τώρα ο Πρωθυπουργός Νετανιάχου να προσέθετε στο tweet του την ελληνική σημαία. Πόσο αντικειμενική θέση θα μπορούσε να έχει το ελληνικό κράτος κατά την διάρκεια των επαφών μεταξύ των 2 πλευρών ώστε να βοηθήσει στην καλλιέργεια ενός πλαισίου διαλόγου;

Γενικότερα, οι ελληνικές κυβερνήσεις ανέκαθεν είχαν καλές σχέσεις με τον Αραβικό κόσμο. Η δημιουργία στενών επαφών με το Ισραήλ αυτή την περίοδο προσφέρει στην ελληνική κυβέρνηση την δυνατότητα να λειτουργήσει μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών ως διαμεσολαβητής και ταυτόχρονα ως η ειρηνευτική δύναμη και πηγή σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Προβλέπω πως αν συνεχιστούν οι τωρινές πολιτικές κινήσεις (είτε με αυτή είτε με κάποια άλλη κυβέρνηση), στο σύντομο μέλλον και ειδικά στο συγκεκριμένο ζήτημα, η Ελλάδα θα έχει τις προοπτικές για να αναπτύξει έναν αναβαθμισμένο ρόλο λειτουργώντας ως γέφυρα μεταξύ Ισραηλινών και Αραβικού κόσμου. Το γεγονός ότι μια τέτοια θέση συνεπάγεται και τεράστια ευθύνη θα ενισχύσει το ελληνικό πολιτικό κεφάλαιο στις Βρυξέλλες γεγονός που μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τα εθνικά μας συμφέροντα.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και διαφορετικές οπτικές, θα λέγαμε πιο ακραία διεθνιστικές ή εθνικιστικές. Είναι οι οπτικές οι οποίες λειτουργούν με βάση το συναίσθημα, έχοντας παρωπίδες και χωρίς να ενδιαφέρονται για την εξέλιξη του κράτους. Είναι στην ουσία οι απόλυτες θέσεις οι οποίες μπορούν να υποβαθμίσουν την ελληνική διπλωματική προσπάθεια και τις προοπτικές που διανοίγονται μέσω αυτής. Σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα όμως, είναι δικαίωμα του καθενός να υποστηρίζει την άποψη του. Δεν είναι όμως δικαίωμα κανενός η άποψη του να λειτουργεί επιβαρυντικά για τον συνάνθρωπο του με τον οποίο έχει διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων. Ουσιαστικά, για παράδειγμα, έχει κάποιος το δικαίωμα να υποστηρίζει πως δεν υπάρχουν σύνορα, δεν μπορεί όμως να επιβάλει αυτή την άποψη σε κάποιον άλλο καθώς μια τέτοια ριζοσπαστική θέση μπορεί να δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα και ζητήματα σε ένα ευρύ οικονομικοπολιτικό φάσμα που εκτείνεται από τις εθνικές βλέψεις και προοπτικές μέχρι και το κάθε άτομο ξεχωριστά.

Το «Έν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα» ή σε ελεύθερη μετάφραση «ένα πράγμα ξέρω ότι δε ξέρω τίποτα» ήταν, αν θέλετε, ο τρόπος με τον οποίο ο Σωκράτης ουσιαστικά στήριζε την διαλεκτική μέθοδο του. Αποτέλεσε γενικότερα έναν τρόπο ζωής μέσω του οποίου πορευόταν και όπως φανερώνεται στην «Απολογία Σωκράτους» του Πλάτωνα , ήταν ουσιαστικά το περιεχόμενο του δικανικού λόγου που εκφώνησε (ο Σωκράτης) στο δικαστήριο της Ηλιαίας το 399 π.χ., όντας κατηγορούμενος πως εισήγαγε «καινά δαιμόνια», ήταν άθεος και υπεύθυνος για την διαφθορά των νέων μέσω των διδαχών του. Ωστόσο, η παραπάνω πρόταση αυτολεξεί δε συναντάται σε κάποιο από τα κείμενα του Πλάτωνα. Παρά ταύτα, είναι ένα πολύ σπουδαίο ρητό το οποίο καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κινούμαστε.

Στην εποχή που η διάδοση των ειδήσεων είναι ταχύτατη και οι δυνατότητες μόρφωσης ατελείωτες, οφείλουμε να επιδιώκουμε να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο εξοπλισμένοι (με γνώση) γίνεται προκειμένου να είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε τις συνέπειες των λόγων και των πράξεων μας. Να καταλαβαίνουμε που επωφελούμαστε, γιατί, με ποιο τρόπο και πως μπορούμε να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη μας. Η εύκολη κριτική πρέπει να σταματήσει και η ζωή μας να ξεκινήσει να πορεύεται με το γνωμικό που πρωτοεκφράστηκε 2.400 χρόνια πριν…. «Έν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα».