Το Politically Incorrect ξεδιπλώνοντας το Φάκελο της Κύπρου και αναζητώντας το τι οδήγησε στην τραγική κατάληξη αυτού του άγνωστου στο ευρύ κοινό πολέμου συνεχίζει την πρωτοβουλία διάσωσης της ιστορικής μνήμης, φιλοξενώντας στη νέα του ενότητα τον Λοχία εα Νίκο Αργυρόπουλο, τον Αντιπρόεδρο του «Πανελληνίου Συνδέσμου Αγωνιστών Κύπρου 1974».
Ο κ. Αργυρόπουλος έχοντας ζήσει και βιώσει τις πολεμικές επιχειρήσεις στην πρώτη γραμμή του καθήκοντος, καταθέτει τη δική του οπτική στο τι προηγήθηκε της Τουρκικής εισβολής στη νήσο, το ποιοι σχεδίαζαν και έδιναν εντολές πίσω από την Πραξικοπηματική Κυβέρνηση των Αθηνών, το ποιοι δεν ανταποκρίθηκαν στο καθήκον τους κατά τη διάρκεια των μαχών και το ποια ήταν η κατάληξη του αγώνα και της θυσίας όσων πολέμησαν και θυσιάστηκαν σε μια προδομένη για πολλούς διχοτόμηση της Κύπρου.
Ερώτηση: Πως βρεθήκατε στην Κύπρο;
Απάντηση: Ήμουν Έφεδρος Λοχίας Τεθωρακισμένων με ειδικότητα αρχηγός πληρώματος Μέσων Αρμάτων. Το 1974 τον Ιανουάριο μήνα μετατέθηκα στην Κύπρο και τοποθετήθηκα στην 21 ΕΑΝ, Επιλαρχία Αναγνωρίσεως, η οποία είχε την έδρα της στο ΒΜΗ, παλιό Βρετανικό Νοσοκομείο.
14 Ιανουαρίου εντάχθηκα στην 21 ΕΑΝ που ήταν μονάδα του Κυπριακού Στρατού, της Εθνικής Φρουράς, πρέπει να πούμε ότι υπήρχε το Σύνταγμα της ΕΛΔΥΚ που ήταν βάση της Συνθήκης Ζυρίχης-Λονδίνου και υπήρχαν και άλλοι Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί και οπλίτες που στελεχώναμε τον Κυπριακό Στρατό, γιατί ήταν Στρατός 10 ετών από το ‘64 ιδρυθείς και δεν είχε ούτε Αξιωματικούς, ούτε Υπαξιωματικούς, ώστε να μπορούν να στελεχώσουν τις Μονάδες τους. Έτσι εμείς είχαμε πάει σαν εκπαιδευτές του Στρατού. Εμείς οι Τεθωρακισμένοι, του Πυροβολικού και άλλων διαφόρων μονάδων.
Εντάχθηκα στην 21 ΕΑΝ και έζησα μέσα στην μονάδα και εκτός Μονάδας μαζί με αυτούς όλα όσα συνέβησαν και επέστρεψα στις 22 Μαΐου 1975, περίπου ενάμισι χρόνο ήμουν στην Κύπρο.
Ερώτηση: Τι ακριβώς θυμάστε από την πρώτη μέρα της εισβολής των Τούρκων στον νησί;
Απάντηση: Του πολέμου προηγήθηκαν άλλα γεγονότα, τα οποία καθόρισαν και τον πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός σχεδιάστηκε πολύ πιο πριν, η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο είχε σχεδιαστεί προγενέστερα. Πως φτάσαμε εκεί και το πως έγινε ο πόλεμος; Στην Κύπρο έγινε πόλεμος και απλώς να αναφερόμαστε σε γεγονότα αδικεί όλους αυτούς που έζησαν, που πολέμησαν, που θυσιάστηκαν και υπέστησαν τα πάνδημα εξαιτίας αυτού του πολέμου.
Το 1973 σε μία σύσκεψη, σε μια μυστική συνάντηση τον Αύγουστο του ‘73 του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Kissinger στο σπίτι του δημοσιογράφου Cyrus Sulzberger στο Παρίσι σημειώνεται ιδιαίτερα από το βιογράφο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τον Μαρσίπ, ο οποίος λέει πως κατόπιν αυτής της συναντήσεως ο Καραμανλής συμβούλευσε τον Μακάριο να επισπεύσει τις διαπραγματεύσεις που είχε με τους Τούρκους για να απαλλαγεί μια ώρα γρηγορότερα από τη Χούντα της Αθήνας.
Τον Οκτώβριο του 1973, θυμίζω ότι ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και διόρισε Πρωθυπουργό τον Σπύρο Μαρκεζίνη. Ο Σπύρος Μαρκεζίνη τον Οκτώβριο προκήρυξε εκλογές, οι οποίες θα διεξάγονταν στις 10 Φεβρουαρίου του 1974.
Στις 17 Νοεμβρίου 1974 έγινε το Πολυτεχνείο, ίσως αυτό που δεν είναι ευρύτερα γνωστό είναι πως το Πολυτεχνείο ανέδειξε τον Ιωαννίδη, το αποτέλεσμα ήταν αναδειχθεί ο Ιωαννίδης στην κορυφή της διακυβέρνησης, ο επονομαζόμενος και «αόρατος» Δικτάτορας, ο οποίος περιόρισε τον Παπαδόπουλο κατ’ οίκον και ανέλαβε αυτός τη διακυβέρνηση, χωρίς να φαίνεται, διορίζοντας Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Φαίδων Γκιζίκη, Πρωθυπουργό διόρισε ο Γκιζίκης, τον Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο και άλλαξε τους Αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων, έβαλε τον Γρηγόρη Μπονάνο Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, τον Γαλατσάνο Αρχηγό Στρατού, τον Παπανικολάου Αρχηγό Αεροπορίας, ενώ διατήρησε στη θέση του τον ήδη από 1 Ιουνίου του ‘73 τοποθετηθέντα τον Πέτρο Αραπάκη, τον Αντιναύαρχο. Με όλους αυτούς βαδίζουμε προς το 1974.
Ακυρώνονται οι εκλογές του Φεβρουαρίου 1974. Το Μάιο του ‘74 γίνεται μια μυστική συνάντηση σε προάστιο του Παρισίου στο σπίτι του εκδότη της Εφημερίδας του Πάνου Κόκκα στην οποία συμμετείχαν ο Καραμανλής, ο Bülent Ecevit και ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Henry Kissinger, σημειώστε πως ο Καραμανλής δεν είχε τότε κάποιο θεσμικό ρόλο τότε, δεν ήταν τίποτα, απλώς ένας πολίτης, πρώην Πρωθυπουργός, ο οποίος ζούσε αυτοεξόριστος στο Παρίσι.
Αυτή τη συνάντηση που έγινε το Μάιο του ‘74 την δημοσίευσαν και η Daily Telegraph και η Times του Λονδίνου, χωρίς ποτέ να διαψευστούν. Στις 8 Ιουνίου του ‘74 η 309 Μεραρχία των Τούρκων που είχε έδρα τη Μερσίνα, ήταν αυτή που εισέβαλε τελικά στην Κύπρο με Διοικητή τον Υποστράτηγο Bedrettin Demirel, αυτή η Μονάδα μπήκε σε αυστηρή επιφυλακή, ανακλήθηκαν όλες άδειες, από τον Διοικητή μέχρι τον τελευταίο Στρατιώτη και απαγορεύτηκε η απομάκρυνση από τη θέση του οποιουδήποτε. Αυτό σε απλή γλώσσα σημαίνει: «Πάμε σε Πόλεμο».
Αυτό φυσικά το ήξερε και η Αθήνα και η Λευκωσία. Παρ’ όλη την πολεμική προετοιμασία των τούρκων από τις 8 Ιουνίου του ‘74 φαίνεται να το αγνοεί ο Μακάριος και με μια ασήμαντη αφορμή επελέγησαν περίπου 150 Κύπριοι Στρατιώτες, από την Εθνική Φρουρά για να έρθουν στην Μητροπολιτική Ελλάδα για να παρακολουθήσουν Σχολές Εφέδρων Αξιωματικών, να βγουν Αξιωματικοί και να ενταχθούν και πάλι στις Μονάδες τους. Από την επιλογή αυτών των 150 Εφέδρων Αξιωματικών διαφώνησε ο Μακάριος, διότι δεν ήταν πιστοί σε αυτόν και ζήτησε να μην επιλεγούν. Αυτή ήταν η σπίθα που άναψε υποτίθεται τη φωτιά.
Κατά τη γνώμη μου ήταν προσχεδιασμένα και πολύ καλά μάλιστα. Έστειλε την περίφημη επιστολή στον Γκιζίκη που του ζητάει να μην επιλεγούν αυτοί οι Αξιωματικοί. Ο Γκιζίκης αρνείται και λέει πως αυτό είναι δουλειά της Εθνικής Φρουράς και των Αξιωματικών και το ποιους θα επιλέξουν με βάση τα προσόντα τους και όχι με βάση τις κομματικές τους προτιμήσεις.
Ο Μακάριος δεν το δέχεται και ζητάει με την επιστολή που στέλνει στις 2 Ιουλίου να αποσυρθούν από την Ελλάδα όλοι οι Αξιωματικοί που στελεχώνουν την Εθνική Φρουρά, να ανακαλέσει δηλαδή ο Γκιζίκης όλους τους Αξιωματικούς πίσω στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει πως διαλύεται η Εθνική Φρουρά, γιατί η Κύπρος δεν είχε παραγωγικές σχολές για να έχει Αξιωματικούς.
Η ανάκληση των Αξιωματικών διαλύει την Εθνική Φρουρά και των Μονίμων Υπαξιωματικών και φυσικά όλων των εν Ελλάδι στρατιωτών. Περιμένεις τον Τούρκο να εισβάλει και διαλύεις τον Στρατό που έχεις;
Είναι πέρα από παράλογο, ανήκουστο, θα έλεγα σχιζοφρενικό. Μάλιστα σημειώνει στην επιστολή του ο Μακάριος πως: «Εμείωσα τη στρατιωτική θητεία για να ελαττωθεί η οροφή της Εθνικής Φρουράς». Μείωσε δηλαδή τη θητεία στην Εθνική Φρουρά χωρίς προετοιμασία, χωρίς καμίας απολύτως προεργασία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να απολυθούν όλοι οι έμπειροι στρατιώτες, έμπειροι στα όπλα και στην οργάνωση. Έμειναν λοιπόν οι στρατιώτες, στους οποίους ήταν ακόμα σε εξέλιξη η εκπαίδευση τους. Ο Τούρκος ετοιμάζεται για πόλεμο και εμείς μειώνουμε το Στρατό και διαλύουμε την Εθνική Φρουρά.
Αδιανόητο και όμως έγινε. Στην επιστολή που έστειλε στον Γκιζίκη και ζητάει την ανάκληση των στρατιωτών σημειώνει: «Εμείωσα τη στρατιωτική θητεία για να ελαττωθεί η οροφή της Εθνικής φρουράς και το μέγεθος του κακού». Θεωρούσε λοιπόν την Εθνική Φρουρά κακό για την Κύπρο.
Δε συμμερίζεται ο Μακάριος την άποψη ότι το να διαλύσεις τον Στρατό σου σημαίνει ότι δε θα μπορεί όσος στρατός μείνει να ανταποκριθεί στην αποστολή τους σε περίπτωση Εθνικού κινδύνου, ο οποίος ήταν Ante Portas, έξω από την πόρτα μας και βέβαια συνέβη. Πρέπει να πούμε ότι ο ίδιος ο Τουρκικός Στρατός πανηγύριζε και έλεγε ο Turgut Özal πως: «Επαναφέραμε τη Δημοκρατία στην Ελλάδα, εμείς επαναφέραμε τον κ. Καραμανλή».
Να σημειώσουμε πως η Ελένη Βλάχου σημείωσε στην Τουρκική Milliyet μετά από χρόνια το 1976 ότι: «Δεν είμαι κατά των Τούρκων, είμαι κατά της Χούντας». Ο Αβέρωφ δήλωσε στις 24 Ιουλίου 1979 στα Επίκαιρα: «Έλεγα πάντα στον Καραμανλή, ότι μόνο μια Εθνική Συμφορά θα ρίξει τους Συνταγματάρχες».
Αυτά για το ποιοι άνθρωποι συμμετείχαν, αποδυνάμωσαν και το πως αποδυνάμωσαν την Εθνική Φρουρά, τον Στρατό που ήταν εκεί εντεταλμένος για να αντιμετωπίσει μια ενδεχόμενη εισβολή, η οποία δεν ήταν απλά ελεγχόμενη, ήταν πλέον δεδομένη από την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί από τις 8 Ιουνίου.
Γίνεται λοιπόν το Πραξικόπημα στις 15 Ιουλίου, αφού ο Γκιζίκης δε δέχεται να αποσύρει τους Αξιωματικούς και στη συνέχεια προχωράνε στο Πραξικόπημα. Γίνεται το Πραξικόπημα, ανατρέπεται ο Μακάριος, σώζεται ο Μακάριος. Υπάρχουν εδώ πολλά ερωτήματα για το πως διέφυγε ο Μακάριος και αν αυτοί που πήγαν για την ανατροπή του ήθελαν πραγματικά να σκοτώσουν τον Μακάριο.
Έχει αποδειχθεί πέρα πάσης λογικής αμφιβολίας και έχει καταγραφεί και στο θαμμένο «Φάκελο της Κύπρου» ότι ο Κομπόκης έκανε ένα πέταλο και όχι κύκλο στο Προεδρικό Μέγαρο για να μπορέσει να διαφύγει ο Μακάριος. Είμαι σε θέση να σας πω ότι ο Μακάριος είχε ήδη διαφύγει πριν πέσει η πρώτη πιστολιά.
Ο Μακάριος ήταν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στο εξοχικό του σπίτι στη Μονή Κύκκου. Ο δρόμος από εκεί στη Λευκωσία ήταν ένας και μοναδικός, ο οποίος πέρναγε από ένα χωριό που λεγόταν Κοκκινοτριμιθιά. Στην Κοκκινοτριμιθιά από έξω ήταν το Στρατόπεδο της 23 ΕΜΑ Τεθωρακισμένων που είχε τα Βαρέα Άρματα τα Ρωσικά Τ-34, τα οποία εκδήλωσε η Μονάδα αυτή με το Πραξικόπημα ενάντια στον Μακάριο και πήγαν στο Προεδρικό.
Η μεγάλη απορία είναι πως αφού πέρναγε από έξω (ο Μακάριος) και ο Λαμπρινός, ο Διοικητής της Μονάδας, δεν το έμαθε εκείνη της στιγμή πως θα κάνουν Πραξικόπημα. Ήταν πάρα πολύ εύκολο να βγάλει άρματα στο δρόμο και αν δεν έριχνε μία βολή ή δύο βολές για να διαλύσει το αυτοκίνητο του Μακαρίου, θα μπορούσε να βάλει τα άρματα να περάσουν πάνω από το αυτοκίνητο, δηλαδή μπορούσε, εάν ο στόχος ήταν η απώλεια της ζωής του Μακαρίου, θα μπορούσε χωρίς όλα τα υπόλοιπα που συνέβησαν στη συνέχεια να λήξει το θέμα εκεί. Το τι ώρα θα πέρναγε ο Μακάριος ήταν πάρα πολύ γνωστό.
Δεν ήταν αυτός ο στόχος (ο Μακάριος). Ο Μακάριος λοιπόν πήγε, ήξερε πως θα γίνει το Πραξικόπημα, πως το ήξερε; Του το είχαν πει.
Ποιοι;
Αυτοί που γνώριζαν για το Πραξικόπημα όπως ο Γκιζίκης, ο Ανδρουτσόπουλος, ο Γαλατσάνος, ο Παπανικολάου, ο Αραπάκης, γνώριζε ο Ιωάννης Ντάβος, ο οποίος τότε ήταν Διοικητής του Γ’ Σώματος Στρατού ήταν μέσα στον σχεδιασμό, στη συνέχεια έγινε Αρχηγός του Στρατού, έγινε Α/ΓΕΕΘΑ και έγινε και Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας.
Ποιοι ειδοποίησαν τον Μακάριο;
Ειδοποίησε ο Άγγελος Βλάχος, διπλωμάτης και συγγραφέας, ειδοποίησε τον Νίκο Κρανιδιώτη, Πρέσβη της Κύπρου στην Ελλάδα, τον οποίο ειδοποίησε και ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ενημέρωσαν τον Πρέσβη της Κύπρου από τις 23 Ιουνίου και ενημέρωσε αμέσως τον Μακάριο. Ο Μακάριος γνώριζε λοιπόν για το Πραξικόπημα.
Ο Αρχηγός της ΚΥΠ Κύπρου δήλωσε το ‘79 σε συνέντευξη του πως αυτός και ο Μακάριος γνώριζαν για το Πραξικόπημα και του είπε να πάρει την οικογένεια του από το Ζέφυρο όπου παραθέριζε, διότι εκεί θα γίνει η απόβαση. Ο Ζέφυρος είναι ένα ξενοδοχείο στο Πέντε Μίλι όπου έγινε η επίθεση στη συνέχεια.
Γίνεται το Πραξικόπημα και φεύγει ο Μακάριος και πηγαίνει στην Πάφο. Από την Πάφο πηγαίνει στην Αγγλική βάση στο Ακρωτήρι όπου είναι απόλυτα ασφαλής. Αφού είναι ασφαλής και αφού απέφυγε να φύγει από τη χώρα, μιας και για να γίνει Πραξικόπημα ο Πρόεδρος πρέπει είτε να φύγει, είτε να πεθάνει, δεν μπορεί να επικρατήσει κανένα Πραξικόπημα όσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου είναι επί Κυπριακού εδάφους, ζει και βασιλεύει. Για ποιο λόγο έφυγε;
Όφειλε να μείνει και να κάνει τα πάντα, να ζητήσει βοήθεια για να ανατρέψει τους πραξικοπηματίες εκτός της Κύπρου βρισκόμενος και προστατευμένος από τις Βρετανικές δυνάμεις. Φεύγει λοιπόν από την Κύπρο με τη βοήθεια των Άγγλων και φτάνει μέσω της Μάλτας στην Αγγλία.
Στην Αγγλία λοιπόν συναντάει στις 17 του μηνός, συναντάει τον Wilson τον Πρωθυπουργό της Αγγλίας και στη συνάντηση που είχε με τον Wilson και τον Callaghan. Έκανε κάποιες συμφωνίες. Τι του ζήτησαν οι Άγγλοι;
Οι Άγγλοι του ζήτησαν, επρόκειτο να πάει μετά την Αγγλία στο Συμβούλιο Ηνωμένων Εθνών και να μιλήσει, του ζήτησαν λοιπόν να πει ότι η Ελλάδα έκανε εισβολή στην Κύπρο. Ο Μακάριος το δέχτηκε να πει ότι η Ελλάδα εισέβαλε στην Κύπρο, με αυτό όμως ενημέρωσαν ο Wilson και ο Callaghan τον Ecevit, ο οποίος συμπωματικά ήταν την ίδια μέρα στο Λονδίνο.
Φεύγει λοιπόν ο Μακάριος και πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, παρευρίσκετε στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και στην ομιλία του είπε ότι η Ελλάδα έκανε εισβολή στην Κύπρο και κινδυνεύουμε, όχι μόνο οι Ελληνοκύπριοι, αλλά και οι Τουρκοκύπριοι και κάλεσε τις εγγυήτριες δυνάμεις να κάνουν ότι προβλέπεται, ότι πρέπει για να αποκατασταθεί η συνταγματική νομιμότητα στο νησί.
Σημειώστε ότι οι Τούρκοι περίμεναν να κάνει τη δήλωση ο Μακάριος, ότι η Ελλάδα έκανε εισβολή στην Κύπρο και τον Μακάριο να πει ότι οι Τουρκοκύπριοι κινδυνεύουν περισσότερο από τους Ελληνοκύπριους και καλεί τις εγγυήτριες δυνάμεις να κάνουν ότι είναι δυνατόν για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική νομιμότητα στο νησί, την οποία κατέλυσε η Ελλάδα.
Η ομιλία τελείωσε στις 4:00 ώρα Ελλάδος, δηλαδή στις 11 το βραδύ Κύπρου εκείνη τη στιγμή δόθηκε η διαταγή από τους Τούρκους να ξεκινήσει η επίθεση εναντίον της Κύπρου. Εκείνη την ώρα δόθηκε διαταγή να αποπλεύσουν τα πολεμικά πλοία από την Μερσίνα στα οποία είχε επιβιβασθεί η 309 Μεραρχία και να κάνουν την εισβολή στην Κύπρο. Αυτό το πληροφορήθηκαν αμέσως και η Αθήνα και η Λευκωσία.
Το πληροφορήθηκαν από ένα επείγον σήμα, «Αμέσου Επιδόσεως, Άκρως Απόρρητον, Ειδικού Χειρισμού» που έστειλε στις 19 Ιουλίου 1974, η ίδια ημέρα που μίλησε ο Μακάριος. Στις 23:10 μόλις απέπλευσε ο στόλος από τη Μερσίνα έχουμε το σήμα από την Πρεσβεία της Λευκωσίας, το οποίο λέει ότι: «Κλιμάκιο ΚΥΠ γνωρίζει ημίν τα εξής ότι από πληροφορίες που έχουμε από την ΚΥΠ, από το ΓΕΕΦ, 10 τουρκικά πλοία πλέουν σε απόσταση 12 μιλίων βορείως το ακρωτηρίου Αποστόλου Ανδρέου», ξέρετε στη μύτη της Κύπρου και αυτά ακολουθούνται από 10 σκάφη αποβατικής δυνάμεως, τα οποία πλέουν σε απόσταση 20-28 έως 30 μιλίων του αυτούς ακρωτηρίου, δηλαδή ειδοποιούν την Ελλάδα και τη Λευκωσία ότι αποπλέει ο Τουρκικός στόλος από τη Μερσίνα στις 23 το βράδυ και έχει μαζί του και αποβατικά πλοία και τελειώνει το σήμα πως το ΓΕΕΦ δεν ανησυχεί.
Αυτό το σήμα λαμβάνουν οι Αρχηγοί και ο Ιωαννίδης και φυσικά και ο Γκιζίκης και η Λευκωσία, ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς ήταν ο Στρατηγός Ντενίσης μέχρι και λίγο πριν το Πραξικόπημα και έφυγε και ανέλαβε ο Ταξίαρχος Γεωργίτσης. Υπήρχε χρόνος μέχρι να φτάσουν τα πλοία να κάνουν το αυτονόητο, να δώσει διαταγή ο Γεωργίτσης σε όλες τις Μονάδες να βγουν στους χώρους διασποράς, να μην τους βρει μέσα η επίθεση των Τούρκων, μα θα μου πείτε λένε ότι παραπλανήθηκαν διότι πίστευαν ότι ήταν άσκηση. Μα όταν ο εχθρός κάνει άσκηση εμείς κοιμόμαστε, δεν παίρνουμε μέτρα;
Η διαταγή που ήταν να εφαρμοστεί το σχέδιο άμυνας της Κύπρου, το «ΣΑΚ Αφροδίτη 73» δεν εφαρμόστηκε ποτέ, ούτε στην Κύπρο, ούτε η Ελλάδα αντέδρασε. Κανένας δεν αντέδρασε από τις κεφαλές και έτσι βρέθηκε η Κύπρος το ξημέρωμα της 20ης Ιουλίου να της επιτίθενται και να εισβάλει ο Τουρκικός Στρατός σε μια περιοχή στο Πέντε Μίλι της Κερύνειας, που είναι μια μικρή περιοχή με μία παραλία που χωράει 2 αποβατικά.
Θα μπορούσαν να έχουν ρίξει εμπόδια μέσα και να έχουν αποτρέψει την προσέγγιση των αποβατικών σκαφών ώστε και οι στρατιώτες δε θα μπορούσαν να βγουν, σε ένα μέρος που η θάλασσα έχει βάθος 3-4 μέτρα και οι στρατιώτες δεν είναι κολυμβητές και έχουν ένφορτο εξοπλισμό. Δεν το έκαναν. Γιατί δεν το έκαναν; Δεν έδωσαν διαταγή στις Μονάδες να φύγουν στους χώρους διασποράς, δεν έδωσαν διαταγή να είναι σε επιφυλακή για να αντιμετωπίσουν το οποιοδήποτε ενδεχόμενο.
Οι προετοιμασίες που έπρεπε να είχαν γίνει και το σχέδιο που υπήρχε από το 1973 και ήταν γνωστό σε όλες τις μονάδες δεν εφαρμόστηκε.
Στις 20 Ιουλίου ξεσπάει ο πόλεμος, στις 6 το πρωί βγήκα από το θάλαμο και πήγα στα εστιατόρια ανυποψίαστος για το τι συμβαίνει. Τότε πέρασαν πάνω από το κεφάλι μου 2 μαχητικά αεροσκάφη, πολύ κοντά και λίγο πιο κάτω έριξαν βόμβες. Τα έχασα, πάγωσα, δεν ήξερα τι συμβαίνει. Θα μου πεις γιατί εσύ ως Λοχίας θα έπρεπε να ξέρεις;
Έπρεπε όλοι να ξέρουμε μέχρι τον τελευταίο στρατιώτη και όλες οι μονάδες και να μην αιφνιδιαστεί κανείς.
Έπεσαν οι βόμβες με στόχο μια Μονάδα του Πυροβολικού στην Αθαλάσσα που ήταν κοντά στο δικό μας στρατόπεδο, το δικό μας στρατόπεδο δε χτυπήθηκε, ίσως από λάθος ή από αδεξιότητα των Τούρκων πιλότων, η οποία φάνηκε στη συνέχεια, στις επόμενες μέρες πόσο μεγάλη ήταν η ανικανότητα. Σκεφτείτε πως τις πρώτες μέρες καταρρίψαμε 25 αεροπλάνα χώρια τα ελικόπτερα.
Την απόβαση την ενίσχυε το πολεμικό Ελικοπτεροφόρο «Ερμής» που ήταν έξω από την Κερύνεια και από το οποίο απονειώνονταν τα ελικόπτερα που βοηθούσαν την απόβαση των Τούρκων. Το Ελικοπτεροφόρο «Ερμής» ανήκε στο Βασιλικό Βρετανικό Ναυτικό. Ήταν η παροχή των Άγγλων, η βοήθεια τους και η εποπτεία τους να πάει καλά η επιχείρηση των ομοιών τους, των Τούρκων.
Όταν δεχθήκαμε την επίθεση, επανδρώθηκαν αμέσως τα άρματα. Στη δική μου Μονάδα είχαμε άρματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα Marmon-Herrington με τροχούς. Η μονάδα μου η 21 ΕΑΝ διέθετε 40 Marmon-Herrington, τα οποία είναι ελαφρά άρματα με ένα 2λιμπρο πυροβόλο, έχουν τροχούς και ήταν του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν ενεργό ρόλο στο Ελ Αλαμέιν και τα είχαν φέρει στην Κύπρο.
Η αλήθεια είναι πως μπορούσαν και έκαναν δουλειά πραγματικά, γιατί η Κύπρος έχει μόνο 2 βουνά το Τρόοδος και τον Πενταδάκτυλο και όλη η άλλη είναι επίπεδη. Εκεί μπορούσαν και έκαναν ζημιά, αλλά όταν οι Τούρκοι κατέβασαν τα Βαρέα Άρματα, τα Μ-47 τα Αμερικάνικα, εκεί οι συσχετισμοί άλλαξαν δραματικά και βέβαια κατέβασαν Μεραρχίες ολόκληρες αρμάτων και όχι 40 άρματα σαν και εμάς και άλλα 40 η 23 ΕΜΑ, τα Τ-34 που σας προανέφερα τα οποία ήταν Ρωσικής κατασκευής και αυτά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αυτά χωρίς ανταλλακτικά, δηλαδή χάλαγε κάτι και έπρεπε εμείς να το φτιάξουμε, οι τεχνικοί των μονάδων έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν για να λειτουργήσει.
Με αυτά τα άρματα εμείς, με έναν Ουλαμό 5 αρμάτων με επικεφαλής τον Υπίλαρχο Γεώργιο Μαστοράκη, ένας ικανότατος και άξιος Αξιωματικός, βγήκαμε και πήγαμε στην ΕΛΔΥΚ και από την ΕΛΔΥΚ στο Κιόνελι, ήταν η Πρωτεύουσα του Τουρκοκυπριακού Θύλακος.
Ερώτηση: Τι εντολές είχατε λάβει, δηλαδή βγαίνετε από τη Μονάδα, πηγαίνετε στα άρματα και τι εντολές είχατε λάβει;
Απάντηση: Η διαταγή που πήραμε είναι πως κατευθυνόμαστε στην ΕΛΔΥΚ και μέσω της ΕΛΔΥΚ θα επιτεθούμε στο Κιόνελι, 5 άρματα ήμασταν όταν ξεκινήσαμε για να πάμε. Οι διαταγές που δίνονται δεν είναι άπαξ.
Αυτό γίνεται τώρα, αυτό γίνεται μετά και στην πορεία δίνονται καινούργιες διαταγές, δεν είναι δηλαδή ένα πακέτο διαταγών που μας δόθηκε και έπρεπε να εφαρμόσουμε, γιατί είχαμε Διοικητή, είχαμε Ουλαμαγό, ο οποίος σε κάθε διαφορετική στιγμή, σε κάθε φάση μας έδινε και καινούργιες διαταγές, οι οποίες ήταν πάμε να αντιμετωπίσουμε τον εισβολέα, πάμε να αντιμετωπίσουμε τον εχθρό και πάση θυσία πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε.
Ερώτηση: Ως ένας νέος άνθρωπος, όταν ακούσατε ότι μπήκαμε σε πόλεμο και ήρθε η ώρα να πολεμήσετε, πως νιώσατε;
Απάντηση: Δε ξέρω πως ένιωσαν οι άλλοι συμπολεμιστές μου, εγώ πάντως ένιωσα να έρχονται στο μυαλό όλα αυτά που είχα ακούσει από τον πατέρα μου για τους πολέμους στους οποίους μετείχαν, για τον πόλεμο του 1940 και πριν ακόμα για τους Βαλκανικούς πολέμους που μετείχαν οι παππούδες μου. Ένιωσα ότι ήρθε η στιγμή να κάνω αυτό που έκανε ο πατέρας μου και οι παππούδες μου. Αυτό ένιωσα, ότι ήρθε η στιγμή να κάνω αυτό που πρέπει.
Ερώτηση: Φοβηθήκατε πως μπορεί να πεθάνατε ή τραυματιστείτε σοβαρά;
Απάντηση: Όχι εκείνη τη στιγμή που ήρθε η διαταγή και που μπήκα επικεφαλής του άρματος και το επανδρώσαμε. Είχα την τύχη να έχω ένα εξαιρετικό πλήρωμα. Ήταν 3μελές το πλήρωμα, ο Αρχηγός, ο Οδηγός και ο Πυροβολητής-Ασυρματιστής.
Είχα ένα νέο παλικάρι Πυροβολητή-Ασυρματιστή και εκείνη τη στιγμή που βγαίναμε από το στρατόπεδο, που ετοιμαζόμασταν να βγούμε από το στρατόπεδο ήρθε τρέχοντας ένας παλιός στρατιώτης, παλιά σειρά Κύπριος, ο Ανδρέας Μιχαήλ, ο Ανδρέας λοιπόν νοσηλευόταν στο νοσοκομείο της Λευκωσίας με πρόβλημα καρδιάς και ξαφνικά τον βλέπω μπροστά μου και μου λέει: «Λοχία πες του να κατέβει, γιατί θα ανέβω εγώ πάνω».
Του λέω: «Τι λες; Πας καλά; Πήγαινε στο νοσοκομείο». Μου λέει: «Δεν υπάρχει περίπτωση να φύγεις χωρίς εμένα, θα ανέβω εγώ επάνω. Διώξε το στραβάδι, τον νέο, θα ανέβω εγώ απάνω». Του λέω: «Ανδρέα έχεις πρόβλημα, πήγαινε και έχεις καιρό να κάνεις αυτό που είναι να κάνεις». «Είσαι καλά Λοχία; Θα χάσω εγώ αυτό το πανηγύρι; Θα έρθω εγώ» και φυσικά ανέβηκε, ο νέος κατέβηκε, δε ξέρω που πήγε αυτό το παλικαράκι. Ανέβηκε αυτό το παλικάρι.
Είχα οδηγό τον Κυριάκο τον Πελεκάνο, έναν Επίστρατο. Μπήκε πρώτος από όλους στο Στρατόπεδο. Μπήκε μέσα και λέει: «Εγώ δεν κάθομαι εφεδρεία, εγώ είμαι παλιός, έμπειρος, θα πάρω άρμα» και ήρθε στο δικό μου άρμα. Με αυτά τα παιδιά βγήκαμε και πήγαμε στον πόλεμο.
Με ρωτήσατε αν φοβήθηκα. Όχι δε φοβήθηκα εκείνη τη στιγμή, άρχισα όμως και όταν δεχτήκαμε τα καταιγιστικά πυρά, από αεροπλάνα, από όλμους, από πυροβολικό, από πολυβόλα ναι υπήρξαν αρκετές στιγμές που φοβήθηκα.
Όταν είδα δίπλα μου, μπροστά μου να σκοτώνονται παράλογα και να κομματιάζονται νέα παλικάρια κατάλαβα ότι ο πόλεμος δεν είναι όπως εμείς τον ξέραμε από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και αυτά που ακούγαμε και πως εκεί δεν είναι κανένας πρωταγωνιστής που δεν παθαίνει τίποτα.
Πρωταγωνιστής ήταν ο θάνατος και ναι πράγματι υπήρξαν στιγμές που φοβήθηκα, που πάγωσα, όμως ο φόβος ήταν έπαινος, όμως η συνέχεια ήταν θυμός, ο φόβος έδωσε τη θέση του στο θυμό και στην οργή και καταλαβαίνετε πως 20 χρονών παιδί μόνο αυτά μπορείς να νιώσεις για όλα αυτά που συμβαίνουν και βέβαια να πολεμάς με ακόμα μεγαλύτερη λύσσα, αυτό μου βγήκε.
Ερώτηση: Υπάρχει κάποια στιγμή, κάποια ανάμνηση που σας έχει μείνει ανεξίτηλη από το πεδίο των μαχών;
Απάντηση: Είναι πάρα πολλές, δεν είναι μόνο μία και πολύ έντονες. Αν σκεφτείτε ότι ο πόλεμος κράτησε ένα μήνα και όχι α και β ημίχρονο, δεν ήταν αγώνας. Ο πόλεμος συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση, το μόνο που συνέβη είναι ότι από την εκεχειρία και μετά που συνέβη στις 22 Ιουλίου το μεσημέρι στις 4μμ, υποτίθεται ότι από εκεί ίσχυσε.
Από εκεί και μετά δε δεχόμασταν επιθέσεις αεροπορικές, όχι όμως πως σταμάτησε ο πόλεμος, για παράδειγμα στις 23 Ιουλίου μία από τις μάχες στο αεροδρόμιο, όπου παραδόθηκε το αεροδρόμιο που ήταν δικό μας μέχρι εκείνη τη στιγμή, παραδόθηκε στις δυνάμεις του ΟΗΕ, για μένα ανεξήγητα παραδόθηκε, γιατί υπήρχε ήδη εκεχειρία, είχαν αντιμετωπίσει οι δυνάμεις, οι δικές μας, που υπερασπίζονταν το αεροδρόμιο από την πρώτη στιγμή του πολέμου, από τις 20 Ιουλίου που βομβαρδιζόταν το αεροδρόμιο και επιτίθονταν οι δυνάμεις των Τούρκων, από την πρώτη στιγμή το υπερασπίζονταν δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς, οι οποίες ενισχύθηκαν στις 23 Ιουλίου από την 35 ΜΚ που ήρθε στις 21 Ιουλίου το βράδυ, τα μεσάνυχτα. Αυτή η Μονάδα πήγε στο αεροδρόμιο και ενίσχυσε την άμυνα του αεροδρομίου.
Εκεί λοιπόν στη μάχη της 23 Ιουλίου στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας είχαμε και ένα τραγικό γεγονός, ο επικεφαλής ενός άρματος, ο Αρχιλοχίας, ο Θανάσης Φωτόπουλος από την Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος ήταν Επικεφαλής του Ουλαμού που αμυνόταν και υπερασπιζόταν από την πρώτη στιγμή το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, προκειμένου να σώσει 2 Αξιωματικούς που εγκλωβίστηκαν κατά λάθος και υπήρχε κίνδυνος με το όχημα τους ένα Land Rover να τους πετσοκόψουν οι Τούρκοι, μπήκε μπροστά με το άρμα του, συγκέντρωσε πάνω του όλα τα πυρά των Τούρκων, ανταπέδιδε φυσικά και αυτός με όλα τα όπλα που διέθετε και κατάφερε να δώσει την ευκαιρία στους Αξιωματικούς να σωθούν, δυστυχώς όμως μια σφαίρα τον βρήκε στο λαιμό και τον έστειλε στο πάνθεο των Ελλήνων Ηρώων.
Δυστυχώς για τον Θανάση Φωτόπουλο δεν μιλάει κανείς, όπως και για άλλους που έκαναν πράγματα πάνω από το ανθρώπινο, από αυτό που μπορεί να καταλάβει και να εξηγήσει κανείς και που έδωσαν ένα πολύ σκληρό μάθημα στον εχθρό.
Οι επιθέσεις που δέχτηκε το αεροδρόμιο ήταν σφοδρότατες και όμως αυτές οι πενιχρές δυνάμεις των υπερασπιστών του αεροδρομίου, του πεζικού και των αρμάτων κράτησαν αλώβητο και άπαρτο το αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Υπήρχε τώρα ήδη από την εποχή της Αγγλοκρατίας ιδρυθείσα η TMT, μια Τουρκοκυπριακή παρακρατική, παραστρατιωτική οργάνωση, η οποία αριθμούσε τη στιγμή του πολέμου 8 Συντάγματα, 27 τάγματα, πλήρως και άρτιος εξοπλισμένοι, διέθεταν μέχρι και φορητά ρουκετοβόλα M-72 αμερικανικής προελεύσεως και αντιαρματικούς εκτοξευτές PRG-7, σοβιετικής προελεύσεως, δηλαδή είχαν από όλες τις πλευρές όπλα.
Αυτή η παραστρατιωτική οργάνωση ήταν μια στρατιωτική ομάδα, σας λέω ότι 8 Συντάγματα, 27 Τάγματα, αριθμούσε δε γύρω 13.500 άνδρες, αν λάβετε υπόψιν σας ότι υπήρχε και η TURDIK, η οποία έπρεπε βάση της Συνθήκης Ζυρίχης-Λονδίνου να έχει 600-700 άνδρες, έτσι προβλεπόταν, είχε 1000 άνδρες και 13.500 η TMT, 15.000 δύναμη στρατού, οργανωμένοι, με Τούρκους Αξιωματικούς, στελεχωμένοι, οργανωμένοι, διέθεταν και ελαφρύ ατομικό και βαρύ ατομικό εξοπλισμό. Διέθεταν όλοι όλμους, διέθεταν και πυροβολικό.
Οι εξοπλισμοί της TMT γινόντουσαν τον καιρό της ειρήνης, κάτω από τη μύτη των αρχών της Κύπρου, δηλαδή κάτω από τη μύτη του Μακάριου και καλά όσο ήταν οι Άγγλοι, όταν φύγαν οι Άγγλοι μέχρι και το ‘74;
Πως εξοπλιζόταν αυτή η οργάνωση και μπαίναν και καινούργιοι και προσέξτε κάτι, στην Ελλάδα δε ξέρει κανείς για την TMT, ξέρουν όμως για την ΕΟΚΑ Β’ που ιδρύθηκε το ‘71, την αναφέρουν κιόλας ως εγκληματική οργάνωση, αλλά δε ξέρει κανείς και δε μιλάει κανείς για την TMT.
Βρεθήκαν λοιπόν 15.000, ενώ η δύναμη του Κυπριακού Στρατού, η κουτσουρεμένη, η αποδεκατισμένη ήταν μαζί με την επιστράτευση, η οποία έγινε τελευταία στιγμή χωρίς καμία οργάνωση, έφτασαν τον αριθμό των 15.000. Μακάρι να είχαν πολεμήσει όλοι.
Θέλω να σημειώσω ότι επειδή η Τουρκία ενισχύθηκε και από τη Σοβιετική Ένωση και από τη Μόσχα στην εισβολή της στην Κύπρο και ενισχύθηκε με πάρα πολλούς τρόπους και αυτό το αναφέρει και ένας γνωστός οικονομολόγος και καθηγητής σε πανεπιστήμιο της Τουρκίας, ο οποίος πολέμησε στην Κύπρο.
Επειδή λοιπόν η Μόσχα ενίσχυε την Τουρκία να πολεμήσει, οι ΑΚΕΛικοί δεν πολέμησαν, η αν πολέμησαν ελάχιστοι από αυτούς, οι οποίοι πιθανό να μην το μάθανε πως η Μόσχα ενίσχυε του Τούρκους. Ο πρώην Πρόεδρος της Κύπρου, ο Δημήτρης Χριστόφιας, ισχυρίστηκε όταν τον ρώτησαν το που πολέμησε και λέει: «Δεν πολέμησα, γιατί έψαχνα να βρω τη μονάδα μου και δεν μπορούσα να τη βρω». Δεν μπορούσε να βρει τη Μονάδα του στο τόσο αχανές που είναι η Κύπρος, στην τόσο τεράστια έκταση.
Αυτοί ήταν οι πρώτοι που αντιμετωπίσαμε, σαν μόλυνση που εξαπλώνεται σε διάφορα σημεία, γιατί ελλόχευαν παντού δυνάμεις της TMT. Η κωδική ονομασία ιδρύσεως της TMT από την Τουρκία, από το Γραφείο Ειδικού Πολέμου του ΓΕΣ Τουρκίας ήταν «Σχέδιο Επανάκτησης Κύπρου» το ‘58 που οργανώθηκε επί Αγγλοκρατίας, με τη συμπαράσταση τους. Αυτοί λοιπόν ήταν οι πρώτοι που αντιμετωπίσαμε. Από αυτές τις μονάδες των Τουρκοκυπρίων κάποια τμήματα ήταν και στην περιοχή της Πάφου.
Θέλω να πω και για έναν άλλο μεγάλο ήρωα, τον Πλωτάρχη Χανδρινό. Ο Λευτέρης Χανδρινός ήταν κυβερνήτης του Αρματαγωγού Λέσβος, το οποίο την παραμονή του πολέμου έφερε στις 19 Ιουλίου στην Κύπρο τη σειρά της ΕΛΔΥΚ που θα άλλαζε. Έφευγε η παλιά σειρά και ερχόταν η καινούργια. Ήρθε λοιπόν στις 19 Ιουλίου, έφερε την 107 σειρά που είχε παρουσιαστεί στο στρατό τον Ιούλιο του ‘72 και πήρε τους παλιούς, αυτούς του ‘71 για να γυρίσουν στην Ελλάδα να απολυθούν.
Τους πήρε και έφυγε. Αυτά τα ήξεραν οι Τούρκοι από τις μυστικές τους υπηρεσίες. Έφερε λοιπόν την καινούργια σειρά, πήρε την παλιά και απέπλευσε από την Κύπρο για την Ελλάδα. Την επόμενη μέρα που έπλεε κοντά στη Ρόδο, μαθαίνει ότι στην Κύπρο γίνεται πόλεμος. Γυρίζει πίσω ο Χανδρινός και αποβιβάζει αυτούς που είχε πάρει, κάπου 475 στρατιώτες, τους αποβιβάζει πάλι στην Κύπρο και ενισχύει με αυτόν τον τρόπο την Κύπρο με έμπειρους στρατιώτες, στα όπλα, στην περιοχή και στην Κυπριακή διάλεκτο.
Ενίσχυσε λοιπόν την Κύπρο με 475 στρατιώτες, οι οποίοι πήγαν στην ΕΛΔΥΚ και σε άλλες μονάδες όπου ήταν ενταγμένοι. Φεύγοντας τον ειδοποιούν όταν ήταν έξω από την Πάφο, ότι υπάρχει μια περιοχή που λέγεται Μούτελος την οποία είχαν καταλάβει οι Τουρκοκύπριοι, τμήμα της TMT, άρτια εξοπλισμένοι, σύγχρονος οπλισμός και κρατάνε τη θέση αυτή στο Μούτελο της Πάφου, με σκοπό να έρθουν οι δυνάμεις εκ Τουρκίας να καταλάβουν και την Πάφο.
Ειδοποιούν λοιπόν τον Λευτέρη Χανδρινό πως στο Μούτελο, σε αυτήν την οχυρωματική θέση είναι κλεισμένοι οι Τουρκοκύπριοι και δεν μπορούν να το καταλάβουν οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς. Ο Χανδρινός χωρίς δισταγμό βάλει εναντίον της θέσεως αυτής με ό,τι μέσο είχε, ρίχνει, το καταστρέφει τελείως και με τη βοήθεια του οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς μπαίνουν, καταλαμβάνουν αυτό το σημείο, όσους ήταν ζωντανοί τους συλλαμβάνουν και έτσι η Πάφος μένει ελεύθερη. Ο Χανδρινός, ένας Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, με ένα αρματαγωγό καταφέρνει και κρατάει την Πάφο ελεύθερη.
Οι Τουρκοκύπριοι επικοινωνούν και στέλνουν σήμα και λένε πως δέχονται επίθεση από μια αρμάδα 5-6 πλοία. Οι Tούρκοι στέλνουν Πολεμικά πλοία και αεροπλάνα να τον αντιμετωπίσουν. Στέλνουν λοιπόν 3 Αντιτορπιλικά το Kocatepe, το Adatepe και το Cakmak και 28 αεροπλάνα.
Μέχρι να φτάσουν αυτά ο Χανδρινός, στο Ναύσταθμο κάνει σιγή ασυρμάτου, γιατί δε ξέρει σε τι «φίλους» θα πέσει που ελλοχεύουν στην περιοχή, οπότε πηγαίνει Νότια πορεία, παραπλέει την Κρήτη και φτάνει στον Πειραιά με αλώβητο το πλοίο και αλώβητο το πλήρωμα του. Πίσω, πηγαίνουν τα 3 Tούρκικα πλοία και τα 28 αεροπλάνα.
Τα αεροπλάνα εκλαμβάνουν τα Tούρκικα, ως Eλληνικά, ως δηλαδή την αρμάδα που τους είχαν πει ότι επιτίθεται στο Μούτελο και άρχισαν να τα βομβαρδίζουν, θεώρησαν δηλαδή ότι είχαν βάλει Τουρκικές σημαίες για να τους παραπλανήσουν. Φυσικά δεν έμεινε αναπάντητος ο βομβαρδισμός, αλλά ανταπέδωσαν και τα πολεμικά πλοία. Το αποτέλεσμα ήταν να βυθιστεί το Kocatepe, να καταστραφεί εντελώς το Adatepe και να βγει εκτός μάχης με πολλές ζημιές το Cakmak.
11 αεροπλάνα στο βυθό της θάλασσας. Σύνολο μόνο σε αυτήν την Τουρκοτουρκική αεροναυμαχία 600 νεκροί. Αυτά τα λέει ο Demirel, ο Αρχηγός των αποβατικών δυνάμεων της Τουρκίας στα απομνημονεύματα του. Οι απώλειες των Tούρκων ήταν πάρα πολύ μεγάλες. Είναι πάρα πολλά τα περιστατικά αυτών των συμπολεμιστών μου που έδωσαν πολύ σκληρό μάθημα στους Τούρκους.
Ο Ταγματάρχης Παύλος Κουρούπης, ο Διοικητής του 251 Τάγματος Πεζικού της Εθνικής Φρουράς κυριολεκτικά καθήλωσε τους Τούρκους στην απόβαση και εντελώς αβοήθητος, δεν είχε ούτε πλοία, ούτε αεροπλάνα να τον υποστηρίξουν, ούτε πυροβολικό, διότι δυστυχώς το πυροβολικό εκείνη τη στιγμή, όχι όλο το Πυροβολικό, η Μονάδα του Πυροβολικού που είχε στην ευθύνη της την περιοχή της απόβασης δεν έκανε αυτό που έπρεπε, δεν έβαλε, θα μπορούσε να είχε χτυπήσει την περιοχή, να την είχε κυριολεκτικά διαλύσει αυτή την παραλία των 400-500 μέτρων, να είχε βυθίσει τα 2 πρώτα αποβατικά, γιατί ο αμυνόμενος έχει σχέδια από πριν, τα οποία αν εφαρμόσει δε χρειάζονται πολλά πράγματα.
Η Μονάδα εκεί είχε 12 – 25λιμπρα πυροβόλα, θα μπορούσε να κάνει την παραλία λίθινη εποχή και να βυθίσει τα 2 αποβατικά, τα οποία θα ήταν τα εμπόδια, τα οποία δε θα επέτρεπαν στη συνέχεια στα άλλα αποβατικά να βγουν και να αποβιβάσουν τον Στρατό.
Λέει ο Demirel στα απομνημονεύματα του ότι: «Αναρωτιόμασταν με τρόμο όταν πηγαίναμε στην Κύπρο, εάν η παραλία που είχαμε επιλέξει είχε εμπόδια, τι θα κάναμε; Που θα βρίσκαμε άλλη; Πως θα την ελέγχαμε αν ήταν ναρκοθετημένη;», μέχρι που διαπιστώσανε ότι ήταν ελεύθερο το πεδίο.
Ενώ συμπληρώνει σε άλλο σημείο: «Είχαμε καθηλωθεί σε μια έκταση και δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε, να επεκτείνουμε τις δυνάμεις μας, γιατί ήταν απρόσμενη η άμυνα που βρήκαμε», ενώ κατηγορεί και τους δικούς του για την ασυνεννοησία που είχαν μεταξύ τους, μάλιστα λέει ότι ένας Στρατηγός του, ο Osman Vasil Polat, πέταγε με το ελικόπτερο του πάνω από την περιοχή της απόβασης και προσπαθούσε να ξεμπλέξει το γόρδιο δεσμό που είχαν κάνει το 409, 500 και 600 Σύνταγμα που είχαν αποβιβαστεί στην Κύπρο και τα οποία είχαν μπλεχτεί και δεν μπορούσαν να προχωρήσουν.
Ήταν τόσο μεγάλη η ανικανότητα των Τούρκων που περιγράφεται με πολλές, έντονες πινελιές στα απομνημονεύματα του Demirel, δυστυχώς δεν μπορούσαμε να τα αξιοποιήσουμε γιατί το παιχνίδι ήταν μιλημένο, πουλημένο αρχής εξαρχής.
Τα πυροβόλα που ήταν στην περιοχή για να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενο επίθεσης, γιατί υπήρχαν από το ‘67 πολυβολεία και οχυρωματικές θέσεις στην περιοχή της Κερύνειας. Αυτά μετά το ‘67 και την υπόθεση της Κοφίνου και την απόσυρση της Μεραρχίας Γεννηματάς από την Κύπρο και αυτά τα πυροβολεία και πολυβολεία λέει το πόρισμα του «Φακέλου της Κύπρου», ότι: «Τα κολλήματα ήρθησαν για λόγους τουριστικής ανάπτυξης και αξιοποίησης των ακτών. Τα δε μόνιμα έργα παρέμειναν χωρίς ιδιαίτερη μέριμνα συντήρησης τους, λόγω μείωσης της δύναμης των Μονάδων και έλλειψης πιστώσεων», δηλαδή η Κυβέρνηση της Κύπρου, ο Μακάριος που είχε την ευθύνη ως ισόβιος Πρόεδρος της Κύπρου, μέχρι που πέθανε, που είχε την ευθύνη να συντηρήσει τα σημεία αυτά άμυνας της Κύπρου, όχι μόνο δε τα συντήρησε, αλλά τα κατήργησε, μείωσε και τη δύναμη των Μονάδων που ήταν εκεί, πριν μειώσει τη δύναμη της Εθνικής Φρουράς.
Τα προηγούμενα χρόνια λοιπόν, αξιοποίησε τις ακτές και κατήργησε όλα αυτά τα αμυντικά συστήματα που θα απέτρεπαν την εισβολή των Τούρκων. Η Χούντα του Ιωαννίδη που ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο και ανέλαβε αυτό το έργο, στο οποίο είδαμε και ποιοι άλλοι συμμετείχαν, το έφεραν εις πέρας, έτσι όπως το ανέλαβε και το λέω ευθέως ότι πράγματι ήταν σε αγαστή συνεργασία όλα αυτά τα ονόματα που προανέφερα, γιατί η συνέχεια δεν ήταν η αναμενόμενη για αυτούς που η Δημοκρατία, ο Καραμανλής, ο Παπανδρέου, ο Αβέρωφ, ο Μαύρος, ο Μακάριος τους βάπτισαν προδότες πχ Γκιζίκη, Ανδρουτσόπουλο, Μπονάνο, Παπανικολάου, Γαλατσάνο, Αραπάκη, τι τους έκαναν όλους αυτούς τους πρωτεργάτες της τραγωδίας;
Ερώτηση: Τους τιμώρησαν;
Απάντηση: Όχι μόνο δεν τους τιμώρησαν, αλλά τους αποστράτευσαν δόξα και τιμή και μάλιστα ο Παπανικολάου και ο Αραπάκης μέχρι τα στερνά τους πήγαιναν κάθε 24 Ιουλίου στο Προεδρικό Μέγαρο για να γιορτάσουν την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Ποιοι; Αυτοί που οργάνωσαν και εκτέλεσαν. Δεν τους δίκασε και δεν τους τιμώρησε κανείς για τα εγκλήματα που έκαναν στην Κύπρο, για τον σφαγιασμό της Κύπρου που μέχρι σήμερα καλά κρατεί για τους Τούρκους με 37% σκλαβωμένη την Κύπρο. Δεν τους μίλησε κανείς, δεν τους ρώτησε, ούτε καν τον Ιωαννίδη.
Θυμίζω ότι ο Γκιζίκης παρέμεινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ελλάδος μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου του 1974, ο Χουντικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας και καθόριζε το πολίτευμα ακόμα και όταν διόριζε τον Καραμανλή σαν Πρωθυπουργό της Ελλάδος στις 24 Ιουλίου. Ο Παπανικολάου και ο Αραπάκης αποστρατεύθηκαν, ο μεν Αραπάκης στις 8 Ιανουαρίου του ‘75 και ο Παπανικολάου στις 23 Ιανουαρίου του ‘75, αυτοί που η ίδια η Δημοκρατία τους βάφτισε προδότες.
Η Μονάδα λοιπόν του Πυροβολικού, η 182 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού που ήταν υπεύθυνη για να χτυπήσει τον εχθρό, ο Διοικητής της είχε φύγει και είχε πάει στην Ανωτέρα Τακτική Διοίκηση και Διοικητής της Μονάδας ήταν ο Υποδιοικητής ήταν ο Γεώργιος Αντωνακόπουλος, Υπολοχαγός τότε, θα μπορούσε να είχε χτυπήσει και να είχε βυθίσει τα 2 αποβατικά και να μην υπάρχει απόβαση και να μην υπάρχει συνέχεια και όσοι είχαν βγει μέχρι εκείνη τη στιγμή κρέας για τα κανόνια.
Δεν το έκανε, δε χτύπησε. Η ανταμοιβή του ήταν μετά από χρόνια, το ‘99 να γίνει Διοικητής στο 3ο Σώμα Στρατού στην Ξάνθη και το 2000 Αρχηγός ΓΕΣ και το 2002 Αρχηγός ΓΕΕΘΑ και έμεινε μέχρι το 2005 στα Ανώτατα Αξιώματα, ο Αξιωματικός που δεν έκανε αυτό που θα μπορούσε να κάνει και να αποτρέψει κυριολεκτικά την εισβολή, διότι εάν δεν πατήσει Στρατιώτης, Πεζικό πάνω στο έδαφος δεν έχουμε κατάληψη εδάφους και ας χτυπάει η Αεροπορία όσο θέλει, δεν καταχτιέται ένα έδαφος από την Αεροπορία, συμβάλει, αλλά το Πεζικό, ο Στρατός Ξηράς το καταλαμβάνει και εκεί το χάσαμε.
Ερώτηση: Αναφερθήκατε προηγουμένως στον καλό εξοπλισμό που διέθεταν οι Τουρκοκύπριοι, είτε ατομικώς, είτε συλλογικώς, άρτια όμως εκπαίδευση διέθεταν; Ήταν δηλαδή καλοί πολεμιστές;
Απάντηση: Το ένα δε συνεπάγεται το άλλο. Είχαν καλή εκπαίδευση οι Τουρκοκύπριοι, εκπαιδεύονταν επί χρόνια στα όπλα κάτω από τη μύτη της Κυπριακής Κυβέρνησης και μάλιστα ανενόχλητοι, ενοχλούσαν, αλλά δεν ενοχλούνταν. Όμως τόσο αυτοί, όσο και οι Τούρκοι εκ Τουρκίας απεδείχθη στην πράξη ότι δεν ήταν καλοί πολεμιστές, ήταν τρομαγμένοι και βασίζονταν στον όγκο τους, στο πλήθος.
Την Τουρκία δεν την ένοιαζε πόσους θα θυσιάσει είχε πολλούς για αυτό το σκοπό και επειδή δεν την ένοιαζε για αυτό έστελνε διαρκώς δυνάμεις. Κοιτάξτε, τους Τούρκους τους έσωσε η εκεχειρία, η εκεχειρία που έγινε στις 22 Ιουλίου στις 4μμ.
Δεν είχαν κανένα λόγο οι δικοί μας να δεχθούν εκεχειρία, τους είχαμε τους Τούρκους. Ήταν σε 3 σημεία, στην απόβαση καθηλωμένοι, στην Αγύρτα που έπεφταν αλεξιπτωτιστές και στο Κιόνελι που ήταν η Πρωτεύουσα του Τουρκοκυπριακού θύλακος. Αυτά τα 3 σημεία, τις πρώτες μέρες του πολέμου, δηλαδή 20-22, δεν κατάφεραν να τα ενώσουν και να κάνουν έστω μια ενιαία γραμμή ή ένα ενιαίο χώρο που θα τους έδινε τη δυνατότητα να εξαπλωθούν.
Στις 22 Ιουλίου που έγινε η εκεχειρία, αυτό τους έδωσε τις ανάσες που ήθελαν για να κουβαλήσουν και άλλον κόσμο, προστάτευσαν την περιοχή του προγεφυρώματος στην απόβαση στο Πέντε Μίλι και ενισχύονταν διαρκώς με δυνάμεις από την Τουρκία.
Γράφει λοιπόν ο Demirel στα απομνημονεύματα του: «Το βράδυ της 21 Ιουλίου προς 22 το Γενικό επιτελείο των Τούρκων είχε τραβηχτεί στο χωριό Κύρνη και έκαιγε όλη τη νύχτα έγγραφα για να μην πέσουν την επόμενη μέρα στα χέρια των Ελλήνων», ομολογεί δηλαδή ο ίδιος ο Αρχηγός των αποβατικών δυνάμεων ότι οι Τούρκοι το είχαν σίγουρο ότι στις 22 Ιουλίου θα τους πετάξουμε στη θάλασσα, αφού δεν είχαν καταφέρει να κάνουν τίποτα με το προγεφύρωμα, τους αλεξιπτωτιστές και με το Κιόνελι και με την TMT, η οποία είχε και αυτή εξουδετερωθεί στην ουσία, παρότι η Κύπρος, η Εθνική Φρουρά διέθετα πενιχρό εξοπλισμό, άθλια εξουσία, διέθετε όμως αρκετούς ικανούς Αξιωματικούς μονάδων, οι οποίοι εφάρμοσαν αυτό που έπρεπε να εφαρμόσουν, έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν, πολέμησαν γενναία και εξουδετέρωσαν τη δύναμη του εχθρού.
Εάν υπήρχε η παραμικρή βοήθεια και αν η Αθήνα είχε δώσει εντολή και λίγη ενίσχυση και να είχε εφαρμόσει αυτό που προέβλεπε το Σχέδιο Αμύνης της Κύπρου, το «Σχέδιο ΣΑΚ Αφροδίτη» του ‘73, το οποίο είχε ολοκληρωθεί από τις 22 Οκτωβρίου 1973 και είχε διανεμηθεί σε όλες τις Μονάδες ήταν γνωστό σε όλες τις Μονάδες της Εθνικής Φρουράς.
Το Σχέδιο προέβλεπε αποστολή μοίρας 18 αεροσκαφών από την Ελλάδα, θυμίζω πως είχαμε 36 Phantom που δε διέθετε η Τουρκία και αυτό ήταν ένα υπερόπλο ενάντια στα F-100 που διέθετε η Τουρκία τότε.
Την προώθηση υποβρυχίων τύπου 209, τα 2/4 που διαθέταμε, τα οποία είχαν φοβερές δυνατότητες σαν υποβρύχια, τύπου υποβρύχια τσέπης, τα οποία ήταν πανίσχυρα. Είχαν ακτίνα ενεργείας 7.500 ναυτικά μίλια, έχουν αυτονομία 60 ημερών, έχουν 15 τορπίλες το καθένα, έχουν κατάδυση σε μη εντοπιζόμενο βάθος, δηλαδή δεν μπορούσαν τα τούρκικα πλοία επιφανείας να εντοπίσουν τα υποβρύχια, μπορούσαν να βρεθούν κάτω από τα τούρκικα πολεμικά σκάφη και να τα βυθίσουν όλα.
Λέει ο Demirel που γράφει πολλές αλήθειες: «Η διαταγή ήταν: Εάν χτυπήσουν έστω και ένα πλοίο γυρίστε πίσω, κάτι έχει χαλάσει. Δεν είναι τα πράγματα έτσι όπως μας τα είπανε, δε θα κάνουμε περίπατο. Γυρίστε πίσω και θα την ξανασχεδιάσουμε την Κύπρο στο μέλλον», γιατί το καθεστώς της Τουρκίας δεν μπορούσε να αντέξει μια τόσο βαριά ήττα. Ήταν η πρώτη φορά που μετά την ήττα τους στη Βιέννη και την υπογραφή του Κάρλοβιτς στις 26 Ιανουαρίου 1699, οι Τούρκοι διαρκώς από τότε έχαναν εδάφη ήταν η πρώτη φορά που κατέκτησαν εδάφη από το 1699.
Σκεφτείτε πόσα χρόνια περίμεναν αυτή τη στιγμή, δε μπορούσαν όμως να το διαχειριστούν εάν αυτό ήταν ήττα και θα ήταν αυτό μια πολύ βαριά ήττα εάν δεν κατάφερναν να μπουν στην Κύπρο. Το κατάφεραν με τη βοήθεια των Συμμάχων τους, των Άγγλων κυρίως χωρίς να λείπει και η Αμερικάνικη και η Ρωσική βοήθεια και βέβαια και με τη βοήθεια των δικών μας που δεν ήταν δικοί μας. Εκτός των υποβρυχίων, προέβλεπε το σχέδιο την προώθηση και 2 τορπιλακάτων, με την εναλλακτική 2 πυραυλακάτων που διέθεταν πυραύλους Exocet.
Η Εθνική Φρουρά είχε σκοπό να εξουδετερώσει τους Τουρκοκυπριακούς θύλακες και η ΕΛΔΥΚ θα παρέμενε σε Εφεδρεία με αποστολή την αντεπίθεση για την εξάλειψη πιθανού προγεφυρώματος και επίσης άμεση εφαρμογή του «Σχεδίου Βέλος».
Το Σχέδιο προέβλεπε την παράταξη των πυροβολαρχιών σε θέσεις ώστε να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε προσέγγιση ναυτικών δυνάμεων στις ακτές της Κύπρου. Οι πολλές πυροβολαρχίες αυτό το σκοπό είχαν, το βεληνεκές ήταν πολύ μεγάλο, κάλυπτες όλες τις ακτές της Κύπρου από όλα τα σημεία. Δεν εφαρμόστηκε, παρότι που δεν εφαρμόστηκε το Σχέδιο Αμύνης Κύπρου, παρά την ενίσχυση των Τούρκων από τους Άγγλους, ο Διοικητής των Βρετανικών Δυνάμεων Εγγύς Ανατολής έστειλε ένα σήμα και λέει στις 22 Ιουλίου: «Από πρωινού φωτός, Ελληνικά αεροσκάφη εισβάλλουν στην Κύπρο και ίπτανται πάνω από τον εναέριο χώρο μας των βάσεων, χωρίς την άδεια μας. Από αυτή τη στιγμή θα απογειώνονται πολεμικά μαχητικά αεροσκάφη Βρετανικά προς αναχαίτιση τους», δηλαδή ο Διοικητής των Βρετανικών Δυνάμεων Εγγύς Ανατολής, δεν εμπόδιζε τους Τούρκους που αλώνιζαν τα αεροπλάνα τους πάνω από την Κύπρο από την πρώτη στιγμή, αλλά τα Ελληνικά αεροσκάφη θα τα εμπόδιζε.
Λέω εγώ πως δε θα τολμούσε να ακουμπήσει την Ελληνική βοήθεια των Phantom, αλλά προσέξτε τη βοήθεια των Άγγλων. Ένα από τα πολλά αεροπλάνα που έπεσαν, διαπιστώθηκε ότι οι πιλότοι ήταν Άγγλοι. Τους πήραν λοιπόν, τους πήγαν στο ΓΕΕΦ και τους ανέκριναν, διαπίστωσαν ότι ήταν Άγγλοι, δεν το αρνήθηκαν, όπως δεν το αρνήθηκε και η Αγγλία, η οποία είπε: «Αυτοί οι 2 πιλότοι» ήταν ένας Σμηναγός και Ανθυ ή Υποσμηναγός, χαμηλόβαθμοι και οι 2, «Αυτοί οι 2 ήταν Αξιωματικοί της RAF, αλλά έχουν συνταξιοδοτηθεί και πήγαν μισθοφόροι στον Τουρκικό Στρατό», γιατί το αεροσκάφος είχε Τουρκικά διακριτικά. Η δικαιολογία χειρότερη από την πράξη.
Είχαν αποστρατευτεί από τη Βρετανική Αεροπορία με το βαθμό του Υποσμηναγού και του Σμηναγού και πήγαν μισθοφόροι, γέροι λοιπόν 25ρηδες και είχαν αποστρατευθεί. Ήταν προκλητική η βοήθεια των Άγγλων προς τους Τούρκους.
Προκλητική και απροκάλυπτη σε όλα τα επίπεδα και στον αέρα και στη στεριά και στη θάλασσα. Στη στεριά οι Βρετανοί που ήταν στις δυνάμεις του ΟΗΕ, οι κυανόκρανοι, βοηθούσαν τους Τούρκους με κάθε τρόπο πχ τους έδιναν τα σχέδια των ναρκοπεδίων που οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς ήταν υποχρεωμένοι να δώσουν στις δυνάμεις του ΟΗΕ για να μπορούν να διέρχονται χωρίς κίνδυνο να ανατιναχθούν, για να πάνε από τη μία πλευρά στην άλλη.
Τους έπαιρναν κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας με οχήματα Land Rover, τα οχήματα του ΟΗΕ και με διακριτικά του ΟΗΕ 3-4 αυτοκίνητα και τους πήγαιναν απέναντι και γύριζαν με γεμάτο πλήρωμα πίσω. Ερχόντουσαν λοιπόν στις θέσεις μας, σημείωναν σε χάρτες, σημείωναν σε τοπογραφικά, τράβαγαν φωτογραφίες και μετά από λίγο δεχόμασταν ομοβροντία επιθέσεων από όλμους κυρίως, αλλά και από πυροβολικό. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις ότι πήγαιναν και έφερναν Τούρκους, οι οποίοι Τούρκοι δεν εμπιστεύονταν να τους δώσουν στοιχεία οι Άγγλοι, αλλά ήθελαν οι ίδιοι να έρθουν από εδώ, να διαπιστώσουν τις θέσεις για να κάνουν βομβαρδισμό.
Όταν το διαπιστώσαμε αυτό, σε μία περίπτωση ήμασταν στα Υψώματα κοντά στην ΕΛΔΥΚ, μαζί με άλλους συμπολεμιστές. Όταν ήρθαν πίσω και τους χαιρετίσαμε και μιλήσαμε προσπαθήσαμε να τους πιάσουμε συζήτηση, φυσικά οι επιβάτες δεν ήξεραν αγγλικά, οι οποίοι ήταν μελαμψοί, με γαμψές μύτες, δηλαδή καθαρόαιμοι Άγγλοι και όταν έφυγαν λέω στους συμπολεμιστές: «Πάμε σε εναλλακτικές θέσεις», και βγάζουμε τα άρματα και πάμε σε εναλλακτικές θέσεις που είχαμε, οι αρχικές θέσεις δέχτηκαν ομοβροντία όλμων και εμείς βέβαια δεν το αφήσαμε αναπάντητο, βάλαμε στα ιματόσταυρα από ένα τζιπ ο καθένας και δε διαμαρτυρήθηκε για αυτήν την απώλεια των οχημάτων, μαζί με τα πληρώματα τους, δε διαμαρτυρήθηκε ο ΟΗΕ. Δε διαμαρτυρήθηκε κανείς.
Είναι πάρα πολλά τα περιστατικά της βοήθειας που δέχτηκαν οι Τούρκοι σε αυτήν την επιχείρηση, γιατί οι Άγγλοι ήθελαν την άλωση της Κύπρου με άλλον τρόπο. Δεν έφυγαν οι Άγγλοι από την Κύπρο και ούτε ήθελαν να φύγουν. Παρέμειναν με τις βάσεις και θέλουν ακόμα την Τουρκοποίηση της Κύπρου, τον εκτουρκισμό της Κύπρου υπό Βρετανική κηδεμονία, αυτό επιδιώκουν και σήμερα από εκεί και μετά κυβερνήσεις, οι οποίες λένε: «Το Προεδρικό Πραξικόπημα που έφερε τον Τούρκο», αυτή είναι η καραμέλα τους, η οποία λιώνει αλλά την ανανεώνουν συνέχεια. Έφυγε η Χούντα, όταν ήρθατε εσείς ζητήσατε να φύγουν;
Όχι μόνο δε ζήτησαν να φύγουν αλλά κάναν και Τουρκοφιλίες, οργάνωσαν και Ελληνοτουρκικές φιλίες και ακόμα σαπίζουν στις Τουρκικές φυλακές αιχμάλωτοι του Πολέμου Ελληνοκύπριοι και Έλληνες εξ’ Ελλάδος, συμπολεμιστές μας, οι οποίοι σαπίζουν στις Τούρκικες φυλακές. Έχουν τα παιδιά μας αιχμάλωτα και εμείς κάνουμε Ελληνοτουρκικές φιλίες.
Προβάλλουμε τούρκικα σίριαλ και αποκοιμίζουμε τις μανάδες για να δώσουμε τροφή, ώστε να επαναληφθεί το ‘74 και να μαυροφορέσουν αυτές οι μανάδες, οι οποίες αποχαυνώνονται μπροστά στα Τούρκικα σίριαλ, μπροστά στις οθόνες, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι κάποια στιγμή θα τις μαυροφορέσει ο Τούρκους, όχι σκοτώνοντας τα παιδιά τους, αλλά στο να μη γνωρίζουν σε όλη τους τη ζωή που βρίσκονται και που βασανίζονται απάνθρωπα τα παιδιά τους.
1619 αιχμάλωτοι πολέμου τους οποίους δεν έδωσε η Τουρκία ως όφειλε βάση των Διεθνών Κανόνων και δεν τους ζήτησε κανείς.
Οι αγνοούμενοι. Ποιοι αγνοούμενοι; Είναι αγνοούμενος κάποιος που ξέρουμε ποιος είναι και ποιος τον έχει; Επειδή είπαν πως δεν έγινε πόλεμος, γιατί δυστυχώς στην Ελλάδα και στην Κύπρο δεν είπαν ότι έγινε πόλεμος, λένε: «Η εισβολή», «Τα γεγονότα του ‘74».
Κανένας δεν τολμάει να ξεστομίσει τη λέξη: «Πόλεμος!» και βέβαια απάντησαν στον Στρατηγό Δημήτριο Μπίκο το 1995: «Σας γνωρίζουμε σε απάντηση της επιστολής σας ότι την 20ετία που παρήλθε, ουδέποτε η περίπτωση της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο χαρακτηρίστηκε ως πολεμική, ούτε θεωρήθηκε ότι κηρύχθηκε πόλεμος σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο».
Δεν κηρύχθηκε πόλεμος και επειδή δεν κηρύχθηκε πόλεμος, δεν έχουμε και αιχμαλώτους πολέμου, δεν έχουμε και αναπήρους πολέμου, δεν έχουμε και θύματα πολέμου, έχουμε αγνοούμενους. Και τους ανάπηρους πολέμου;
Αυτοί που ακρωτηριάστηκαν και έδωσαν τη ζωή τους;
Υπήρχε πρόβλεψη και για αυτούς. Ένας συμπολεμιστής και φίλος ο Γιώργος Σολωμός από το Τραγανό Ηλείας, σε μία μάχη τραυματίστηκε και τους κόπηκε το δεξί χέρι. Όταν γύρισε πίσω επειδή έπρεπε να του δώσουν μια σύνταξη αναπήρου πολέμου, μια πενιχρή σύνταξη, του έδωσαν μια ταυτότητα:
Ιδιότης ανάπηρος πολέμου 1940-1949. Αυτός ο άνθρωπος από ότι λέει η αστυνομική του ταυτότητα γεννήθηκε στις 10 Οκτωβρίου του 1953, γεννήθηκε το ‘53 και είναι ανάπηρος πολέμου του ‘40-49 για να μην πουν, εδώ στην Ελλάδα, ότι στην Κύπρο έγινε πόλεμος. Για να το κουκουλώσουν όλο αυτό το έγκλημα, όλη αυτήν τη τραγωδία με όλες αυτές προεκτάσεις, με όλες αυτές τις συνέπειες σε βάρος τους Ελληνισμού δεν έγινε Πόλεμος στην Κύπρο.
Όλα αυτά τα στοιχεία που αποδεικνύουν πως στην Κύπρο έγινε ένας τρομερός πόλεμος. Η μάχη του Στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ, η τελευταία μάχη διδάσκεται σε Στρατιωτικές Σχολές σε άλλες χώρες, Ευρωπαϊκές και στην Αμερική, διδάσκεται μέχρι και στο Πακιστάν.
Ο Στρατηγός και πρώην Υπουργός Δροσογιάννης επί ΠΑΣΟΚ με εισήγηση και απόφαση του Νίκου Παππά, του Βέλους, που ήταν Αρχηγός ΓΕΝ, έστειλαν τον Χανδρινό ΑΚΑΜ στην Άγκυρα, στο στόμα του λύκου.
Οι Τούρκοι τον είχαν επικηρύξει και όταν μετά πήγε και μετά από 2 χρόνια τον ζήτησε το Αρχηγείο να έρθει στην Ελλάδα για επιχειρησιακούς λόγους, με το αυτοκίνητο, όχι με το αεροπλάνο και όταν επέστρεφε στην Άγκυρα, έξω από την Κομοτηνή ένα φορτηγό τον έριξε σε ένα γκρεμό, ίσως είναι και ο μοναδικός γκρεμός που υπάρχει σε αυτή τη διαδρομή, τραυματίστηκε βαρύτατα, πήγε στο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, από εκεί στη Γερμανία, εκδηλώθηκαν και μέσα στο νοσοκομείο κάποιοι άγνωστοι προσπάθησαν να τον βοηθήσουν να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα, αλλά δεν το κατάφεραν.
Ο άνθρωπος ήταν πολυτραυματίας. Όταν γύρισε στην Ελλάδα ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση και μετά από λίγο απεβίωσε.
Ερώτηση: Νιώθετε ότι σας πρόδωσαν; Σαν Βετεράνος του πολέμου πιστεύετε πως έχετε προδοθεί;
Απάντηση: Ναι, απερίφραστα ναι. Η εκεχειρία έσωσε του Τούρκους και την εκεχειρία την οποία έδωσαν στους Τούρκους και οι διαταγές για αυτοσυγκράτηση που ερχόντουσαν από το Εθνικό κέντρο μετά την εκεχειρία και μετά την αλλαγή του πολιτεύματος, όταν διορίστηκε η κυβέρνηση από τον Γκιζίκη. Το γεγονός ότι δεν έστειλαν τη βοήθεια και τα αεροπλάνα Phantom και τα υποβρύχια να αλλάξουν ριζικά τα πράγματα.
Τα υπόλοιπα ήταν δική μας δουλειά του Στρατού, δηλαδή των χερσαίων δυνάμεων που ήταν στην Κύπρο, το να πετάξουμε τους Τούρκους στη θάλασσα και να μην υπάρχει σήμερα Τούρκικο ποδάρι στην Κύπρο, μόνο και μόνο εάν, είτε η Χούντα του Ιωαννίδη με τον Γκιζίκη, Μπονάνο, Γαλατσάνο και τους λοιπούς έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν και να στείλουν αυτά που έπρεπε να στείλουν, είτε η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή και Εθνικής Ενότητας στη συνέχεια, με όλους αυτούς που περιείχε, έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν και δεν έλεγαν ότι: «η Κύπρος κείται μακράν», ουσιαστικά κόψτε το λαιμό σας, ναι θα είχαμε άλλη έκβαση του πολέμου.
Αντί αυτού στις 25 Ιουλίου, 2 μέρες μόλις μετά στην Τριμερή Διάσκεψη που έγινε στη Γενεύη με την Ελλάδα, Αγγλία και Τουρκίας ήταν οι Υπουργοί Εξωτερικών, από την πλευρά της Ελλάδος ήταν ο Γεώργιος Μαύρος. Η διακήρυξη της διάσκεψης αυτής, της οποίας προσυπέγραψε ο Μαύρος λέει εν συντομία ότι οι Τουρκικές δυνάμεις εισβολής μπορούν να διατηρήσουν τα εδάφη που έχουν καταλάβει, η Εθνική Φρουρά υποχρεωνόταν να αποχωρήσει από τους τουρκικούς θυλάκους που είχε καταλάβει και να δημιουργηθεί μια ζώνη ασφαλείας, δηλαδή μία γραμμή διχοτομήσεως της Κύπρου.
Αυτό το αποφάσισαν στις 25 Ιουλίου, ενώ οι μάχες εμμένοντο στην Κύπρο σε όλα τα πεδία, στη Λευκωσία, στο Καραβάς, στη Λάπηθο, στο Δίκωμο, στο Ύψωμα 1023. Παντού οι μάχες εμμένοντο γιατί ο πόλεμος δε είχε σταματήσει. Ήταν αυτή η τακτική της Τουρκίας, ενώ πέτυχε την εκεχειρία, να αποβιβάζει συνεχώς δυνάμεις.
45.000 στρατό κατέβασε στην Κύπρο η Τουρκία εν μέσω εκεχειρίας και επειδή δεν την ένοιαζε πόσους θα θυσιάσει κατέβαζε και άλλους και τις 15.000 που είχε την TMT και την TURDIK, 60.000 στρατό, ούτε 15.000 δεν είχε η Εθνική Φρουρά, μαζί με την ΕΛΔΥΚ, εξουθενωμένους, Μονάδες κατεστραμμένες. Πόσο θα μπορούσαν να αντέξουν αυτές οι πενιχρές δυνάμεις για να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους;
Όταν στις 20 Αυγούστου εκεί που σταμάτησαν και δε σταμάτησαν επειδή το ήθελαν, γιατί ο στόχος τους ήταν η κατάληψη όλης της Κύπρου. Μέχρι και σήμερα αυτό επιδιώκουν, τον πλήρη εκτουρκισμό της Κύπρου.
Γιατί αισθάνομαι προδομένος;
Δεν είπαν ποτέ πως έγινε πόλεμος, δε δικαίωσαν ποτέ αυτούς που πολέμησαν, δε ζήτησαν ποτέ τους αιχμαλώτους πίσω, τι έγιναν οι αιχμάλωτοι; Δεν αναρωτήθηκε κανείς. Δεν προσπάθησε να τους απελευθερώσουν.
Την απάντηση μας τη δίνει ο Gregory Copley, ένας Αυστραλοαμερικανός, υπεύθυνος μιας εταιρίας στρατηγικών μελετών του Αμερικανικού Πενταγώνου, ο οποίος έκανε μια έρευνα στην Κύπρο και αναφέρει στην έκθεση που υπέβαλε στο Πεντάγωνο: «Οι Τούρκοι δεν είχαν ποτέ πρόθεση να επιστρέψουν τους αιχμαλώτους τους οποίους είχαν συλλάβει, ούτε να παραδεχθούν ότι τους έχουν και αυτό για να τους χρησιμοποιήσουν όπως ήθελαν και το έκαναν. Τους χρησιμοποίησαν λοιπόν ως πειραματόζωα σε πειράματα βιολογικού και χημικού πολέμου που έκαναν σε μυστικά εργοστάσια υπό την εποπτεία της Τουρκικής Στρατιωτικής Ιατρικής Ακαδημίας». Αυτήν την έκθεση του Copley που είναι δημοσιοποιημένη εδώ και 14 χρόνια, από το 2006, ούτε καν την αναφέρουν, ούτε καν την αξιοποίησαν εις βάρος της Τουρκίας.
Τον Οκτώβριο του 1974 άλλαξε το μεγαλύτερο μέρος των Αξιωματικών που ήταν στην Κύπρο. Στις 4 Νοεμβρίου 1974, ο Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων εξέδωσε μια διαταγή, την οποία προσυπογράφει και ο Ιωάννης Ντάβος, ο οποίος είχε γίνει Αρχηγός ΓΕΣ, με την οποία δίνει εντολή στους Αξιωματικούς να συντάξουν νέες εκθέσεις πολεμικής δράσεως για τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές και μονίμους Υπαξιωματικούς που ήταν στον πόλεμο και να τις υποβάλλουν μαζί με τις παλιές εκθέσεις που είχαν συντάξει οι Διοικητές των Μονάδων που ήταν στον πόλεμο που ήξεραν τι έκανε ο κάθε Αξιωματικός και να τις υποβάλλουν στο Αρχηγείο, μέχρι 15 τρέχοντος μηνός. Που ήξεραν οι καινούργιοι Αξιωματικοί, τι έκανε ο κάθε Αξιωματικός την ώρα της Μάχης;
Συνεχίζει δε η διαταγή πως: «Να διαγραφούν οι παλαιές εκθέσεις βάση παρούσης». Να διαγράψουμε δηλαδή το τι έκαναν αυτοί οι γενναίοι Αξιωματικοί και τους Αξιωματικούς που δεν τιμήσαν τη στολή τους να τους ανεβάσουν στα ανώτερα Αξιώματα. Πήγανε λοιπόν κάποιοι Αξιωματικοί και είπαν θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη: «Γιατί να μας διαγράψετε το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής μας. Εγώ πήγα στη Σχολή Ευελπίδων και έγινα Αξιωματικός για να υπερασπιστώ την Πατρίδα μου και αυτό έκανα στην Κύπρο. Ήταν η μοναδική ευκαιρία που μου δόθηκε και το έκανα με πάθος, με αξιοπρέπεια και αγάπη για την Πατρίδα, γιατί μου το στερείτε;».
Πήγαν λοιπόν στη δικαιοσύνη και συνάντησαν μπροστά τους την απόφαση που εξέδωσε το Μάρτιο του ‘75 ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας και ο Στεφανάκης Υπουργός Δικαιοσύνης, Υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες επικυρώθηκαν από τη Βουλή των Ελλήνων και ισχύουν έκτοτε και λέει αυτή η απόφαση: «Να μη διαταραχθούν οι διακρατικές σχέσεις, αναστέλλεται η έναρξη ποινικής διώξεως κατά πάντων των υπευθύνων της Κυπριακής τραγωδίας», δε διώκουμε δηλαδή κανέναν από τους υπεύθυνους της Κυπριακής τραγωδίας για να μη διαταραχθούν οι σχέσεις. Ο Αβέρωφ για τους στρατιωτικούς και ο Στεφανάκης για τους πολιτικούς υπευθύνους της Κυπριακής τραγωδίας.
Εξωφρενικό! Αυτό και αν το νιώθω σαν προδοσία.
Απευθύναμε λοιπόν μία επιστολή σαν «Σύλλογος Βετεράνων Κύπρου 1974» στην Ηγεσία τότε, στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Μεϊμαράκη , τους Προέδρους Δημοκρατιών Ελλάδος-Κύπρου στον Παπούλια και Χριστόφια, στον Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, στον Πρόεδρο της Βουλής Σιούφα και σε όλους τους Αρχηγούς όλων των κομμάτων της Βουλής, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Σανιδά και τους ζητάμε το αυτονόητο, να αρθεί αυτή η απόφαση, ώστε όσο είμαστε ακόμα ζωντανοί να μπορούμε να προσφύγουμε στη δικαιοσύνη, στρεφόμενοι κατά αυτών που μπορούσαμε να ξέρουμε σαν αυτόπτες μάρτυρες του πολέμου, των Αξιωματικών, για να πούμε ποιος έκανε το καθήκον τους και ποιος όχι και για αυτούς που δεν έκαναν το καθήκον τους, γιατί δεν το έκαναν, αλλά αυτό σήμαινε μια αλυσίδα, γιατί αυτός ο Αξιωματικός θα έλεγε από που πήρε τη διαταγή και έτσι θα ξετυλιγόταν όλο το κουβάρι το ποιος έδωσε την αρχική διαταγή, ποιοι δεν έδωσαν αυτές που έπρεπε και ποιοι έδωσαν αυτές για αυτοσυγκράτηση.
Σε αυτήν την επιστολή πήραμε απάντηση, την απευθύναμε στις 11/11/2008 και πήραμε απάντηση στις 29 Ιανουαρίου 2009, μας απαντάει ο Υφυπουργός Άμυνας τότε και νυν Πρόεδρος της Βουλής κ. Κωνσταντίνος Τασούλας και λέει: «Σας γνωρίζουμε ότι οι λόγοι που επέβαλλαν την ανωτέρω απόφαση εξακολουθούν και συντρέχουν και συνεπώς η ισχύς της κρίνεται επάναγκες να εξακολουθήσει», δηλαδή μας λέει πως δε θέλουμε να άρουμε αυτήν την απόφαση ακριβώς για αυτόν το λόγο και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να υφίσταται, θα αρθεί βεβαίως όταν θα έχουμε πεθάνει όλοι εμείς, όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες αυτής της τραγωδίας και όταν θα μπορούν ανενόχλητοι πλέον να πουν ότι αυτή είναι η ιστορία.
Η Βουλή των Ελλήνων συγκρότησε μια επιτροπή το 1986, την περίφημη Επιτροπή Μπασαγιάννη, με Πρόεδρο τον Μπασαγιάννη, Αντιπρόεδρο τον Ζακολίκο και γραμματέα τον Γκλαδίνα, η οποία ασχολήθηκε με τη συγκρότηση του «Φακέλου της Κύπρου», συγκέντρωσε όλα αυτά τα στοιχεία, πήρε καταθέσεις από πολλούς που είχαν συμμετοχή στη διαδικασία, το ίδιο έκανε και η Κύπρος που συγκάλεσε Επιτροπές και βγάλαν πορίσματα.
Η Επιτροπή Μπασαγιάννη δεν κάλεσε κανέναν Κύπριο, Κυπριακής καταγωγής, να καταθέσει από αυτούς που πολέμησαν. Δεν κάλεσαν κανέναν να καταθέσει στη Βουλή για τον πόλεμο που έγινε στην Κύπρο, με τη δικαιολογία να μη δώσει αφορμή για ασύμφορες ερμηνείες. Ασύμφορες για ποιους;
Βέβαια, η Επιτροπή που συγκροτήθηκε στην Κύπρο για τον ίδιο λόγο δεν κάλεσε να καταθέσει κανείς εξ’ Ελλάδος, αυτοί όμως χωρίς καμία δικαιολογία. Ακόμα δε δέχτηκαν να καταθέσουν ούτε ακόμα αυτοί που προθυμοποιήθηκαν να καταθέσουν με στοιχεία και αυτοί που πολέμησαν και δεν τους δέχτηκε η Κυπριακή Επιτροπή.
Το 1976 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του ανθρώπου συνέταξε και υπέβαλε στην Επιτροπή εξ’ Υπουργών της του Συμβουλίου της Ευρώπης μια απόρρητη έκθεση για τις ωμότητες που διέπραξαν οι Τούρκοι κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Το δεύτερο μέρος της έκθεσης περιλαμβάνει 6 κεφάλαια τα οποία αναφέρονται στον εκτοπισμό προσώπων, στη στέρηση ελευθερίας, αιχμαλωσίες, φυλακίσεις, εγκλωβισμούς προσώπων, πληθυσμών, στη στέρηση ζωής, δολοφονίες και στην κακοποίηση προσώπων, βασανισμοί ιδιαιτέρας αγριότητας.
Όλες αυτές οι αναφορές που στοιχειοθετούν και τεκμηριώνουν αυτήν την έκθεση, περιγράφουν γεγονότα τα οποία αποδεικνύουν αυτά που γράφει η έκθεση και μάλιστα με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.
Αυτή η έκθεση οριστικοποιήθηκε στις 10 Ιουλίου 1976 και κατατέθηκε στην εξ’ Υπουργών Επιτροπή και δόθηκε βέβαια στις Κυβερνήσεις. Αυτή η έκθεση λοιπόν δεν περιλαμβάνεται στο πόρισμα ούτε του ενός φακέλου της Ελληνικής Επιτροπής Μπασαγιάννη, ούτε στο φάκελο της Κυπριακής Επιτροπής και όχι μόνο δεν περιλαμβάνεται, αλλά ούτε καν αξιοποιήθηκε εις βάρος της Τουρκίας για να προκαλέσει καταδίκες από το 1976 και να της κόψει το δρόμο, να την εκθέσει στη Διεθνή Κοινότητα και με βάση αυτή να ζητήσει πίσω τους αιχμαλώτους πολέμου, τους οποίους για να φύγουν από τις ευθύνες των οι Ελληνικές Κυβερνήσεις, οι οποίες συγκάλυψαν τα εγκλήματα της Χούντας του Ιωαννίδη, την αγνόησαν την έκθεση παντελώς, δεν τη χρησιμοποίησαν πουθενά.
Για να φύγουν οι ευθύνες τους βάπτισαν αγνοούμενους και τους αγνόησαν παντελώς και τους έχουν ακόμα να σαπίζουν στις Τουρκικές φυλακές και παρότι υπήρχαν μέχρι προσφάτως ενδείξεις και αποδείξεις ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι ζωντανοί, ούτε επισήμως, ούτε ανεπισήμως, έκαναν κάτι για να τους απελευθερώσουν.
Ε ναι όλο αυτό είναι Προδοσία!
Εμείς με τη σειρά μας να ευχαριστήσουμε τον κ. Αργυρόπουλο για την περιγραφή άγνωστων πτυχών της τραγωδίας που συνέβη στην Κύπρο, ενός πολέμου άγνωστου στο ευρύ κοινό που σημάδεψε την Ελληνική και Κυπριακή κοινωνία και αποτελεί την τελευταία εκτεταμένη σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, παρά τα όποια υποχωρητικά σημάδια της πρώτης στο ξένο πεδίο μάχης των Κυπριακών εδαφών.
Ιστορίες άγνωστες, πρωταγωνιστές που φωτίζουν τα γεγονότα και μαρτυρίες που θα δώσουν νέες πτυχές-οπτικές στη Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σε μια προσπάθεια διάσωσης της.
Πολιτικός Επιστήμονας, Απόφοιτος της Σχολής Ασφάλειας και Διπλωματίας του Ισραήλ και της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με ερεθίσματα στην Ιστορική γνώση και στην προαγωγή της ορθής ενημέρωσης.