Πολλοί μπορεί να αναρωτηθούν ποια είναι η θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση 40 χρόνια μετά την υλοποίηση των πρωτοβουλιών του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ένταξη της χώρας στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Αρχικά πρέπει να διευκρινιστεί πως ο Κ. Καραμανλής, όντας διορατικότατος, είχε την δυνατότητα να διακρίνει προς τα πού κατευθύνονται τα εθνικά μας συμφέροντα, πως αυτά θα μεγιστοποιηθούν και τίνι τρόπον θα μπορέσουν αυτά να διασφαλιστούν. Έτσι λοιπόν κίνησε τις διαδικασίες ένταξης της Ελλάδας στην Ε.Ε. προσδοκώντας στα πολιτικά πλεονεκτήματα της συμμετοχής – άλλωστε εκείνη την περίοδο η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δε διέθετε όλα αυτά τα πακέτα που απέκτησε αργότερα, μεταξύ άλλων το ταμείο συνοχής και τα διαρθρωτικά ταμεία. Επομένως με στενά οικονομικούς όρους μπορεί να μην ήταν απαραίτητα επωφελής για την Ελλάδα η συμμετοχή σε μια κοινή αγορά – και κυρίως σε αυτό της εγγύησης της ασφάλειας των νεοπαγών δημοκρατικών θεσμών της Ελλάδας και με μια έννοια και της εξωτερικής ασφάλειας της χώρας.
Στα παραπάνω αξίζει να αναφερθεί το γεγονός πως υπήρχε αφενός η πληγή που δημιούργησε η Δικτατορία αναφορικά με τους δημοκρατικούς θεσμούς και αφετέρου η εμπειρία της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο που καλλιεργούσε την αβεβαιότητα και τον εξ’ ανατολάς κίνδυνο. Με την συμμετοχή σε μια Δυτική Ένωση κρατών που δρούσε υπό την σκέπη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας περιοριζόταν ο προαναφερόμενος κίνδυνος και αβεβαιότητα.
Το εγχείρημα της ένταξης στην Ε.Ε., πάνω στο οποίο στηρίχθηκαν και οι προαναφερόμενες εθνικές βλέψεις, μπορεί να μην είχε επιτευχθεί αν δεν υπήρχαν οι διπλωματικοί χειρισμοί του Κ. Καραμανλή. Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός πως κατάφερε ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής να μην εξεταστεί ο ελληνικός φάκελος μαζί με αυτόν της Πορτογαλίας και της Ισπανίας αντίστοιχα, καθώς σε αυτή την περίπτωση πιθανόν να υστερούσαμε και να μην επιτυγχάνονταν ο στόχος της ένταξης στην Ένωση.
Κατευθυνόμενοι στο παρόν, μπορούμε να πούμε πως στο διάστημα που μεσολάβησε οι Ελληνοευρωπαϊκές σχέσεις πέρασαν από πολλές διακυμάνσεις ενώ παράλληλα υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες το ελληνικό κράτος ήταν επωφελούμενο και άλλες που ήταν ζημιωμένο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των διακυμάνσεων υπήρξε η αρχή της περιόδου 2015-2019 κατά την οποία το ελληνικό κράτος κινδύνεψε με την έξοδο από την Ο.Ν.Ε. και την Ε.Ε.. Κατάσταση που άλλαξε άρδην από το 2019 ως σήμερα, με την Ελλάδα να ανακτά μέσα σε 2 χρόνια την αίγλη της ως προς την εξωτερική πολιτική και την σημαντικότητα που διαθέτει στην περιοχή ως διεθνής δρών και ως δύναμη εξασφάλισης της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η θέση λοιπόν της Ελλάδας στην Ε.Ε. αυτή την περίοδο, και κατόπιν πολλών πολιτικών εξελίξεων και ζυμώσεων, είναι πολύ σημαντική. Το ελληνικό κράτος αποτελεί τα σύνορα της Ευρώπης, φάνηκε άλλωστε και από τις αντιδράσεις και την στήριξη που έλαβε από τις «Βρυξέλλες» κατά την διάρκεια της τουρκικής υβριδικής επίθεσης τον Μάρτιο του 2020. Επιπλέον, έχει την δυνατότητα λόγω γεωγραφικής θέσης αλλά και πολιτικών που ακολουθήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια να λειτουργεί ως διαμεσολαβητής μεταξύ Αραβικού κόσμου και Δυτικού, όπως επίσης και ως γέφυρα μεταξύ παλαιστινίων και ισραηλινών. Το τελευταίο μάλιστα έγινε ξεκάθαρο όταν ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών ήταν ο πρώτος ΥΠΕΞ κράτους – μέλους που συζήτησε με όλες τις πλευρές κατά την διάρκεια των πρόσφατων συγκρούσεων μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης.
Αναλογιζόμενοι τα παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως αυτή τη στιγμή και δεδομένων των συνθηκών (αναθεωρητική τουρκική πολιτική, προσφυγικό ζήτημα, όξυνση ισραηλινοπαλαιστινιακών συγκρούσεων, διπλωματικές σχέσεις με Αίγυπτο και Αραβικό κόσμο γενικότερα) η Ελλάδα κατέχει σημαντικότατη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς είναι ο παίκτης που μπορεί να προωθήσει την ευρωπαϊκή ατζέντα της σταθερότητας και της ειρήνης στα πέριξ της Ευρωπαϊκής γειτονιάς.
Αν μη τι άλλο, η παραπάνω εξέλιξη καταδεικνύει ξεκάθαρα πως 40 χρόνια πριν, το ελληνικό κράτος ακολούθησε την καλύτερη δυνατή προοπτική. Μια προοπτική η οποία πέρασε (και θα περάσει) από πολλά κύματα που όμως, παρά τις δυσκολίες, προσέφερε μια εξωτερική δυναμική στην χώρα, η οποία αναδεικνύεται σήμερα. 40 χρόνια μετά, το ελληνικό κράτος είναι μέλλος μιας πολύ σημαντικής Ένωσης με όποια θετικά και αρνητικά χαρακτηρίζουν αυτή. Ωστόσο, η συμμετοχή σε αυτή την Ένωση φέρνει την Ελλάδα σε μια πολύ σπουδαία θέση η οποία, με τους κατάλληλους χειρισμούς, μπορεί να αποβεί σημαντική για την μετέπειτα πορεία της.
Απόφοιτος Ιστορίας και Εθνολογίας (Δ.Π.Θ.) – Μεταπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών (ΟΠΑ) με κατεύθυνση το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Οικονομικά