Γράφει η Εύα Λαγγίδη

Εν έτη 2021, τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Βάση του προβλήματος αποτελεί ο ίδιος ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται το μάθημα. Το μάθημα αυτό που κανείς δεν ελέγχει ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει από την αίθουσα. Το μάθημα αυτό που φοιτητές από οποιαδήποτε τμήματα ή πανεπιστήμια ή ακόμα και μη φοιτητές μπορούν να μπαινοβγαίνουν στις αίθουσες χωρίς καμία ταυτοποίηση. Μαθήματα που σε καταστάσεις έξαρσης (όπου κομματικές παρατάξεις βάζουν το λιθαράκι τους) μετατρέπονται σε αρένες,όπως αρκετές φορές έχει συμβεί και στο παρελθόν. Μαθήματα που οι καθηγητές δεν γνωρίζουν τα ονόματα των φοιτητών τους και πολλές φορές και οι φοιτητές δεν γνωρίζουν τους καθηγητές τους.

Όταν τα μαθήματα διεξάγονται με τέτοια προχειρότητα ως προς την δομή του πανεπιστημιακού σώματος, πώς είναι δυνατόν οι εξετάσεις να πραγματοποιούνται με άρτιο τρόπο; Ο συνηθέστερος τρόπος πιστοποίησης των γνώσεων των μελλοντικών επιστημόνων είναι οι 2-3 ώρες συμπλήρωσης ενός χαρτιού. Ασκήσεις πολλαπλής επιλογής, αντιστοίχισης και συμπλήρωσης με μόνο απαραίτητο εξοπλισμό την ικανότητα στην παπαγαλία, ακόμα κι αν δεν έχει παρακολουθήσει κάποιος το μάθημα. Ο τρόπος αυτός είναι ο δημοφιλέστερος για κάποιους καθηγητές, καθώς δεν απαιτεί πολύ χρόνο ενασχόλησης με την διόρθωση και την αξιολόγηση των γραπτών. Ακόμα και όταν αυτός ο τρόπος εξέτασης δεν είναι εφικτός, οι διδάσκοντες πολλές φορές βρίσκουν την λύση στη γρήγορη προφορική εξέταση, η οποία αν μη τι άλλο (!) δεν απαιτεί πολύ κόπο και χρόνο δουλειάς.

Παράλληλα, για κάθε μάθημα αντιστοιχεί στον εκάστοτε φοιτητή και φοιτήτρια από ένα σύγγραμμα. Άρα πηγή γνώσης για κάθε μάθημα είναι ό,τι λέγεται μέσα σε ένα σύγγραμμα το οποίο έχει γραφτεί από έναν-δύο επιστήμονες. Συνήθως, ο καθηγητής/καθηγήτρια υπαγορεύει ως ύλη για την εξέταση ολόκληρο ή κομμάτια από αυτό το βιβλίο, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ο καθηγητής και ο συγγραφέας του συγγράμματος είναι το ίδιο πρόσωπο. Άρα, όλοι οι φοιτητές ενός τμήματος συνθέτουν την ίδια προσωπική τους βιβλιοθήκη. Το αποτέλεσμα αυτού είναι η ταχεία και τυποποιημένη παραγωγή πτυχιούχων.Για ποια κριτική σκέψη, λοιπόν, μιλάμε;

Σε ένα ιδανικό σενάριο οι σπουδαστές θα έπρεπε να έχουν πρόσβαση σε βιβλιοθήκες και, συνεπώς, σε ένα σύνολο βιβλίων διαφόρων επιστημόνων, οι οποίοι θα έχουν και διαφορετική στάση απέναντι στο θέμα μελέτης αν το επιτρέπει και το αντικείμενο. Έτσι, οι φοιτητές θα μελετούν, θα αφομοιώνουν την γνώση και θα μπορούν με το δικό τους μυαλό να αξιολογούν δεδομένα με αποτέλεσμα να διατυπώνουν στις προσωπικές τους μελέτες τις απόψεις των ιδίων. Οι καθηγητές θα έκριναν τους φοιτητές/τις φοιτήτριες μέσα από έρευνες και εργασίες καθ’ όλη την διάρκεια του εξαμήνου, ενώ ταυτόχρονα οι ίδιοι οι σπουδαστές θα είχαν την ευελιξία να παίρνουν πρωτοβουλίες και να τοποθετούνται πάνω σε διάφορα ζητήματα. Το σίγουρο είναι ότι η κοινωνία αυτή τη στιγμή με τον τρόπο που λειτουργεί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καταπνίγει και αδρανοποιεί τους μέλλοντες επιστήμονές της. Μια ριζική αλλαγή πάνω σε αυτό φαντάζει καλή ιδέα.

Σήμερα,ένας φοιτητής εξαγοράζει σημειώσεις, αντιγράφει και συχνά ζητά από κάποιον συμφοιτητή να διαβάσει για χάρη του και να «τον βοηθήσει να περάσει το μάθημα». Πηγαίνει στο πανεπιστήμιο για να κάνει μία βόλτα, να δει φίλους, να πιει καφέ και επί την ευκαιρία αν το πρόγραμμα συνάδει,να παρακολουθήσει και ένα μάθημα. Ακόμα και με τις ηλεκτρονικές εξ αποστάσεως εξετάσεις λόγω την πανδημίας, οι τρόποι αντιγραφής και μπαγαποντιάς έγιναν ακόμα πιο εφαρμόσιμοι και εύκολοι. Οι φοιτητές δίνουν τις εξετάσεις παρέα, αντικριστά και αλληλοσυμπληρώνουν τις γνώσεις τους, ενώ δεν είναι λίγα και τα περιστατικά που το όνομα του εξεταζόμενου είναι άλλο από αυτού που δίνει το μάθημα στην πραγματικότητα. Φυσικά όλα αυτά χωρίς έλεγχο και το κυριότερο, χωρίς συνέπειες.Το αποτέλεσμα των προαναφερθεισών εξεταστικών είναι οι φοιτητές και οι φοιτήτριες να έχουν περάσει σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα το ποσοστό των μαθημάτων τους πρακτικά, αλλά όχι εν ουσία. Ωστόσο, ο κόσμος έξω από τα πανεπιστήμια έχει πραγματική υπόσταση. Τα άτομα που θα βγουν να διευρύνουν την ανθρώπινη γνώση και να συμβάλλουν στη εξέλιξη της κοινωνίας, οφείλουν να έχουν όπλο τους την ουσιαστική σπουδή. Μάλλον ένας βαθμός πτυχίου από μόνος του δεν είναι αρκετός. Αλλά αυτό δεν δείχνει να ανησυχεί τους ενδιαφερόμενους προς το παρόν.

Σίγουρα δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τους φοιτητές για αυτή τη κατάσταση των ελληνικών πανεπιστημίων. Την μεγαλύτερη ευθύνη δεν την έχουν οι νέοι και οι νέες, που η ηλικία τους τούς επιτρέπει να είναι πιο αυθόρμητοι και ξέγνοιαστοι. Το κράτος όμως και οι καθηγητές οι ίδιοι από την άλλη είναι 100% αρμόδιοι για την μεταβολή αυτού του ατημέλητου συστήματος. Σε συνεργασία οφείλουν να προσπαθήσουν να μεταστρέψουν τις παρούσες εφαρμογές. Οι καθηγητές και οι καθηγήτριες ως επιστήμονες και ερευνητές, φορείς και γνώστες των αντικειμένων τους, πρέπει να παρακινούν τους σπουδαστές τους και να βρίσκουν τρόπους να διεξάγουν το μάθημα και τα εργαστήρια τους που να αφυπνίζουν το ενδιαφέρον. Επιπλέον, πρέπει να χρησιμοποιούν τον τεχνολογικό εξοπλισμό που τους παρέχεται και να συμβαδίζουν με την ανάπτυξη της τεχνολογίας για να κινούνται στους ίδιους ρυθμούς με τους φοιτητές. Αυτό θα βοηθούσε στην καλύτερη επικοινωνία και την δυνατότητα πρακτικών ασκήσεων και ερευνών από κοινού καθηγητών και σπουδαστών.

Το κράτος από την άλλη μεριά χρειάζεται να γίνει αυστηρότερο σε ό,τι αφορά το σύστημα εκπαίδευσης στα Πανεπιστήμια. Θα πρέπει να γίνεται καλύτερος έλεγχος των ατόμων που εισέρχονται στα ιδρύματα και στις συμπεριφορές που λαμβάνουν χώρα μέσα σε αυτά. Επιπρόσθετα, το κράτος πρέπει να αυξήσει τα κονδύλια για τις επιστημονικές έρευνες και μελέτες των φοιτητών και των διδασκόντων. Με αυτόν τον τρόπο θα δομηθούν σωστότερα τα μαθήματα και οι εξετάσεις δεν θα βασίζονται στην αστείρευτη αφομοίωση εννοιών και δεδομένων. Η παρακολούθηση των μαθημάτων να εντατικοποιηθεί και οι καθηγητές να περνούν από αυστηρή αξιολόγηση. Ακόμα και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα πανεπιστημιακά κτήρια χρειάζεται ριζική ανανέωση, αφού η παρούσα μορφή τους δείχνει πλήρη ταύτιση με τον τρόπο λειτουργίας μέσα σε αυτά.

Καταληκτικά, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι οι εξεταστικές στα Πανεπιστήμια της Ελλάδας γίνονται με λάθος τρόπο. Η πηγή του προβλήματος όμως είναι η ίδια η διεξαγωγή των μαθημάτων και το γενικότερο σύστημα που εφαρμόζεται στα Πανεπιστημιακά ιδρύματα. Για την στροφή προς τον εκσυγχρονισμό χρειάζεται μια ταυτόχρονη προσπάθεια από τους ίδιους τους φορείς των πανεπιστημίων και το κράτος. Με το πέρας των χρόνων οι νέοι και οι νέες, καθώς επίσης και η στάση που κρατούν απέναντι στον θεσμό του Πανεπιστημίου, θα προσαρμοστούν και θα ενσωματωθούν στις αλλαγές.