Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

Με αφορμή την κυκλοφορία του «Φιλεῖν και Έρᾶν: Το ερωτικό φαινόμενο χθες και σήμερα» του νέου βιβλίου της Γιώτας Βάσση, επιστημονικής συνεργάτη και διδάσκουσας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο στον τομέα της Φιλοσοφίας, μιλήσαμε μαζί της, προκειμένου να μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες σε σχέση με την έρευνα και την συγγραφή του βιβλίου, καθώς και να μας επεξηγήσει κάποιες προεκτάσεις του πολύ ενδιαφέροντος αυτού θέματος.

Η επιστημονικής συνεργάτης και διδάσκουσα του ΕΚΠΑ, Γιώτα Βάσση

Το εν λόγω βιβλίο, με το δεύτερο μέρος του τίτλου του να υπογραμμίζει τη θεματική του, ταξιδεύει τον αναγνώστη όχι μόνο στην ιστορία του ερωτικού φαινομένου, αλλά σε μια ευρύτερη ιστορία της φιλοσοφίας, η οποία διαπερνά και δεν αποκλείει σκοπιές της λογοτεχνίας, της τέχνης, αλλά και τελικά του συνόλου της κοινωνίας. Ο έρωτας ως ανθρώπινο πάθος, και πάντως πάθος δημιουργικό, αφορά όλους, είτε ασχολούνται με το πάντοτε άγρυπνο βλέμμα της φιλοσοφίας, είτε τον βιώνουν.

Παρουσιάζεται, έτσι, μια συνέντευξη με αντικείμενο την κυκλοφορία ενός βιβλίου με πρακτικές φιλοσοφικές προεκτάσεις και ένα θέμα που αφορά τόσο τους λάτρεις της φιλοσοφίας, όσο και εκείνους που ενδιαφέρονται να εντρυφήσουν στο ζήτημα του ερωτικού φαινομένου.

Κάπως έτσι συζητήθηκαν τα εξής:

Ευχή: Καταρχάς να δώσουμε τις θερμότερες ευχές για την επιτυχία του νέου σας βιβλίου «Φιλεῖν και Έρᾶν», το οποίο αναδιπλώνει ένα διαχρονικό θέμα, που μας αφορά όλους, εκείνο της αγάπης και του έρωτα.

Απάντηση: Σας ευχαριστώ πολύ.

Ερώτηση: Στη βάση των ερωτήσεων που πρόκειται να ακολουθήσουν λανθάνει το εξής ερώτημα: Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με ένα τέτοιο θέμα, το οποίο μάλιστα κρύβει έναν υποκειμενισμό, εκείνο των συναισθημάτων;

Απάντηση: Προσπάθησα να αποφύγω τον υποκειμενισμό και ταυτόχρονα να παραμείνω αμιγώς στο φιλοσοφικό πεδίο, παρά την αμοιβαία εισχώρηση κοινωνιολογίας, ψυχολογίας και φιλολογίας στο θέμα, για να περιοριστώ στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών από τις οποίες προέρχεται και συντίθεται ο δικός μου τρόπος σκέψης και συγγραφής. Έτσι, στο απάνθισμα, λ.χ., επέλεξα μόνο φιλοσοφικά αποσπάσματα. Επίσης στο δοκίμιό μου, λειτούργησα επιλεκτικά, αλλά και πάλι με κριτήρια φιλοσοφικά κι όχι φιλολογικά ή άλλα. Ο έρωτας απασχολεί τη φιλοσοφία από τον Πλάτωνα ως τον Μπαντιού, όπως γράφω χαρακτηριστικά. Εγγράφεται ως θέμα στο πεδίο της φιλοσοφίας, διότι είναι ζήτημα που απασχολεί τον άνθρωπο και επηρεάζει τη συμπεριφορά του, τις επιλογές του, αλλά και το αξιακό του σύστημα. Με αυτή την έννοια, με αφορά και ως άνθρωπο και ως φιλοσοφούντα.

Ερώτηση: Είναι ο έρωτας το ισχυρότερο συναίσθημα που μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος, με τον τρόπο που βλέπουμε σε ταινίες ή σε λογοτεχνικά έργα και διαχρονικά στο σύνολο της τέχνης;

Απάντηση: Είναι σίγουρα ένα ισχυρό συναίσθημα που ταλαιπωρεί,  αλλά και καταξιώνει την ύπαρξη. Αν είναι το ισχυρότερο, εξαρτάται από πολλές παραμέτρους, υποκειμενικές και αντικειμενικές. Η τέχνη στην οποία αναφερθήκατε, σε όλες της τις μορφές, και η καταναλωτική κουλτούρα επίσης επηρεάζουν την ερωτοτροπία (ειδικά ως προς το ζήτημα των προσδοκιών), διότι οι άνθρωποι δεν ερωτεύονται σε ιστορικό, πολιτικο-κοινωνικό  και πολιτισμικό κενό. Ωστόσο, ο έρωτας είναι βίωμα και κάθε έρωτας είναι μοναδικός. Το «μεταξύ» που συστήνεται μεταξύ δύο προσώπων είναι κάθε φορά εντελώς πρωτόγνωρο, δεν έχει συνταγή, δεν ακολουθεί οδηγίες, δεν είναι προκαθορισμένο και προβλέψιμο. Και αυτό είναι η ευεργεσία του έρωτα, αλλά και η δυσκολία του. Η ζωή μάς εκπλήσσει μερικές φορές περισσότερο από την τέχνη.

Ερώτηση: Όμως, τι συμβαίνει με τον απόλυτο έρωτα; Υπάρχει; Ή πρόκειται για μία ευχή, ένα άπιαστο όνειρο του ανθρώπου;

Απάντηση: Ξέρετε, ο έρωτας είναι ενέργεια και δυνατότητα. Για μερικούς, είναι ένα άπιαστο όνειρο. Για κάποιους, μια ευχή που, ορισμένες φορές, πραγματοποιείται. Για κάποιους άλλους, μια ανοησία ή χάσιμο χρόνου. Και για ορισμένους, ένα καταλυτικό συναίσθημα που είτε το ζουν με όποιο τίμημα είτε το αποφεύγουν. Υποθέτοντας ότι  η ερώτηση αφορά στο αν υπάρχει στην πραγματική, και όχι στη λογοτεχνική ζωή, ο απόλυτος έρωτας, θα απαντήσω πως υπάρχει, αλλά δεν είναι για όλους. Και ευτυχώς, διότι ο απόλυτος έρωτας είναι ένα πάθος που αν δεν μετουσιωθεί, μπορεί και να εξουθενώσει την ύπαρξη ή το ερώμενο αντικείμενο. Μπορεί να είναι και καταστροφικός. Αλλά υπάρχει ως δυνατότητα. Με λίγα λόγια, από εμάς εξαρτάται και την ανοικτότητα ή κλειστότητά μας, τον τρόπο που ζούμε, ιεραρχούμε τις ανάγκες μας ή επιθυμούμε να συνυπάρξουμε, τον τρόπο που εκπαιδευόμαστε επίσης απέναντι στα συναισθήματά μας, τι είδους σχέση θα οικοδομήσουμε με τους άλλους και με τον ίδιο τον εαυτό μας.

Ερώτηση: Στο βιβλίο σας δεν στέκεστε μόνο στον έρωτα, αλλά και την αγάπη, τη στοργή, όλα τα αισθήματα συναισθηματικής εγγύτητας δηλαδή που μπορούν να νιώσουν δύο άνθρωποι μεταξύ τους. Που βρίσκεται η διαφοροποίηση μεταξύ των εννοιών; Που τελειώνει ο έρωτας και αρχίζει η αγάπη; Που βρίσκεται η στοργή ή και η φιλία δίπλα σε αυτές τις έννοιες; Πώς ορίζετε/ καθορίζετε αυτά τα συναισθήματα;

Απάντηση: Αναφέρεστε στο «Φιλεῖν και Έρᾶν», να αγαπάς και να ερωτεύεσαι. Ο όρος φιλία δήλωνε στους Έλληνες κάθε αμοιβαία έλξη ανάμεσα σε δύο άτομα και το πεδίο της ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένο, περιλαμβάνοντας όλες τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις που είναι ανεξάρτητες από οικογενειακούς δεσμούς. Στο βιβλίο, επικεντρώνομαι στον έρωτα ως μία πολύ έντονη εκδοχή φιλότητας. Αν ενδιαφέρομαι για τα άλλα συναισθήματα εγγύτητας είναι γιατί τα θεωρώ προϋποθέσεις sine qua non για να ανθίσει ο έρωτας. Δεν μπορεί, ας πούμε,  να εκπαιδεύεσαι στις σχέσεις συναλλαγής, συμφέροντος, σε μία αγοραία σεξουαλικότητα και ταυτόχρονα να παραπονείσαι ότι δεν βιώνεις την αγνή φιλία ή τον αυθεντικό έρωτα. Πρόκειται για διαφορετικά πεδία. Αν επιδιώκει κανείς αυτή τη μετατόπιση, την αλλαγή πεδίου, απαιτείται μία εσωτερική διαδικασία αυτοδιερεύνησης, αναστοχασμού και, αμφισβήτησης, αντίστασης απέναντι στον κομφορμισμό. Μας επηρεάζει, λοιπόν, το περιβάλλον και η κοινωνία μας στο βαθμό που καλλιεργεί ή εμποδίζει την ανάπτυξη αυθεντικών σχέσεων. Κλείνοντας την τοποθέτησή μου, η αγάπη είναι το βαθύτερο και διαρκέστερο συναίσθημα. Δεν έχει σημασία αν σε αγαπούν (μολονότι είναι υπέροχο, όταν συμβαίνει), σημασία έχει να αγαπάς. Όταν αγαπάς, ολοκληρώνεσαι ως προσωπικότητα. Η αγάπη δεν αλλάζει. Δεν ξε-αγαπάς. Αντίθετα, ο έρωτας είναι έντονο συναίσθημα, ζητάει την εκπλήρωσή του, την ανταπόκριση και, συχνά, συντρίβεται, τελειώνει. Ως άνθρωπος, αξίζει να βιώσει κανείς και τα δύο αυτά συναισθήματα.

Ερώτηση: Θα μπορούσε να πει κανείς, πως μέσα από την ιστορική ματιά που αναδιπλώνετε τα κεφάλαια του βιβλίου σας, ο έρωτας επηρεάζει τον άνθρωπο σε όλα τα επίπεδα της ζωής του, ατομικά, κοινωνικά, ακόμα και πολιτικά ή θρησκευτικά. Πιστεύετε ότι ο έρωτας έχει επηρεάσει τον ρου της ιστορίας; Και αν ναι, με ποιον τρόπο;

Απάντηση: Θα μπορούσα να απαντήσω ευθέως θετικά, χωρίς να πετώ στα σύννεφα, αν θεωρήσω τον έρωτα ως ζωτική ορμή. Καμία επανάσταση δεν θα είχε συντελεστεί δίχως αυτή τη ζωτική ορμή, τον πόθο και την επιθυμία για έναν καλύτερο κόσμο. Αν δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αναστοχαστεί τον εαυτό του και τον κόσμο/κοινωνία διαφορετικά, αν δεν αφήσουμε χώρο για την ουτοπία και το όνειρο, τότε τι; Για να περιορίσω όμως το εύρος της απάντησης, δεν περιμένω από τον έρωτα ως ατομική αφύπνιση να αλλάξει τον κόσμο, ούτε από μόνος του μπορεί να επηρεάσει τον ρου της ιστορίας. Ακόμη και η επανάσταση, όπως γνωρίζουμε, ξεκινάει από ευτοπικά προτάγματα και συχνά καταλήγει σε δυστοπικά καθεστώτα. Σαν τον έρωτα που εγκλωβίστηκε και συντηρεί  έναν κακό γάμο. Όμως: οικοδομώντας ο άνθρωπος αυθεντικές σχέσεις, αναπτύσσοντας φιλίες και σχέσεις ζωής, μαθαίνει να συνυπάρχει, να συνεργάζεται, να διαλέγεται, να συγκρούεται γόνιμα, να αποδέχεται και να συναισθάνεται. Με αυτούς τους τρόπους, προοικονομείται μία ελεύθερη πολιτεία. Με αυτούς τους τρόπους επίσης  τίθενται αναχώματα στην επέλαση του ολοκληρωτισμού και της ισοπέδωσης των ανθρώπων. Διότι κάθε αυταρχικό και ολοκληρωτικό καθεστώς στοχεύει στη διαρραγή των ανθρώπινων σχέσεων και τον έλεγχο ακόμη και της ιδιωτικής ζωής.

Ερώτηση: Θα επιμείνω στην θρησκευτική υπόσταση του έρωτα. Η αγάπη, με κλασικό παράδειγμα εκείνο της χριστιανικής αγάπης, είναι σαφές το πώς μπορεί να βρίσκεται σε συμπόρευση με την θρησκεία. Όμως, έρωτας και θρησκεία φαίνονται αρκετά ασυμβίβαστες έννοιες. Πώς τίθεται ο έρωτας πλάι και παράλληλα με την θρησκευτικότητα/ πίστη ενός ανθρώπου;

Απάντηση: Εξαρτάται ποια θρησκεία και σε ποια εκδοχή της. Ο Έρωτας είναι θεότητα στους Έλληνες. Ακόμη, υπάρχουν θρησκείες που ενσωματώνουν στις τελετουργίες τους τον έρωτα. Για να μείνουμε στο πεδίο του Χριστιανισμού, παίζει ρόλο ποια εκδοχή του παίρνουμε ως υπόθεση εργασίας (λ.χ. την Ορθοδοξία ή τον Καθολικισμό). Κι επίσης, σε ποιο συγκείμενο, σε ποια ιστορική περίοδο, μελετάμε την υπόθεση. Το κυνήγι των μαγισσών, λ.χ., γινόταν μόνο στη Δύση, στην αυγή της νεωτερικότητας παρακαλώ (!) με το Malleus maleficarum ανα χείρας και επρόκειτο για μία μισογυνική επίθεση που ποινικοποιούσε τον χορό, το γέλιο ή την απείθεια ως εκφράσεις του Σατανά. Η ενοχοποίηση της σωματικότητας και του έρωτα από το επίσημο ιερατείο επέφερε σοβαρές στρεβλώσεις στην έκφραση και την ελευθερία των ανθρώπων. Την ίδια στιγμή υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι που μετουσιώνουν τον έρωτα σε αφοσίωση στην Εκκλησία ως χώρο αγάπης. Να θυμίσω επίσης πως ένα από τα πιο ερωτικά ποιήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας είναι το Άσμα Ασμάτων της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ ο Ύμνος της Αγάπης περιλαμβάνεται στην Επιστολή προς Κορινθίους του Αποστόλου Παύλου. Το θέμα είναι σύνθετο και δεν μπορεί να απαντηθεί με γενικεύσεις. Καταλήγοντας, ο έρωτας μπορεί να συνυπάρξει με την πίστη και τον Θεό, όπως μπορεί να συνυπάρξει και με την αθεϊα και με τον αγνωστικισμό. Στο βιβλίο μου, η θεώρηση του ένθεου και του αθεϊστικού υπαρξισμού επί του έρωτος δίνει μία γεύση επ’ αυτού.

Ερώτηση: Κάποιοι φιλόσοφοι αναδεικνύουν τον έρωτα ως στοιχείο αλληλένδετο με τον άνθρωπο ως ύπαρξη, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως είναι μια τέχνη, κάτι που μπορείς να διδαχθείς και να βελτιστοποιείς. Ποια είναι η γνώμη σας, μετά από την σφαιρική σας μελέτη στο συγκεκριμένο αντικείμενο;

Απάντηση: Ο έρωτας είναι υπαρξιακή ανάγκη. Γι’ αυτό και η πλήρωσή του ή όχι, η βίωσή του ή όχι έχει τιμήματα. Κατά τη γνώμη μου, ο ανέραστος άνθρωπος ή ο αναυθεντικός, περιορίζει την ύπαρξή του, βασανίζει τον εαυτό του ή και τους άλλους. Βέβαια, ο  άνθρωπος μπορεί να ζήσει δίχως έρωτα, αλλά είναι λειψός, μίζερος. Μπορεί κάλλιστα να είναι ένας καταναλωτής αγαθών και «σχέσεων», είναι όμως ικανοποιημένος, ισορροπημένος, πλήρης; Επειδή, λοιπόν, είναι σημαντικός ο έρωτας, γι’ αυτό και οι άνθρωποι επινοούν μεθόδους και τεχνικές για να βελτιώσουν τη δεκτικότητά τους ή τη θέση τους στην «ανταγωνιστική αγορά» των σχέσεων. Κατά τη γνώμη μου, είναι καλό ο άνθρωπος να αυτό-διερευνάται και να επιμελείται του εαυτού του. Αλλά με «μάνιουαλ» δεν «χτίζονται» σχέσεις. Είναι ζήτημα απόφασης και στάσης ζωής, όχι τεχνικών.

Ερώτηση: Πώς συνδέεται η αγάπη – έρωτας με τη φιλοσοφία και πώς μπορεί η φιλοσοφία να αναδείξει την τέλεια, ή και κάποτε ατελή έκφραση τους;

Απάντηση: Όποιος δεν αρχίζει από τον έρωτα, δεν θα μάθει ποτέ τι είναι η φιλοσοφία, γράφει ο Μπαντιού. Και ο έρωτας, για τον Πλάτωνα, ξεκινά από τον έρωτα για το συγκεκριμένο και αναβιβάζεται σε έρωτα για το αγαθό. Το φιλοσοφείν συνιστά  ερωτική διαδικασία, επικοινωνία διαλεκτική με σκοπό την πνευματική ανάταση και την αθανασία, κατά τον Πλάτωνα.

Η γνώμη μου είναι πως η φιλοσοφία δεν μας πείθει να ερωτευτούμε ούτε μας λέει πώς να ερωτευτούμε, με τη στενή ή ευρεία έννοια του έρωτα (ως ζωτικού κινήτρου). Μπορεί, όμως, να μας βοηθήσει να δούμε την ύπαρξή μας πιο συνολικά και έξω από το στενό πλαίσιο της καθημερινότητας. Να αναστοχαστούμε τον εαυτό και τον κόσμο μας, να υποβάλλουμε στη βάσανο της κριτικής τον τρόπο που ζούμε, βιώνουμε, αναπτύσσουμε σχέσεις και συναισθήματα με αίτημα μία αξιοβίωτη ζωή.

Ερώτηση: Τελικά, τι θα μπορούσε να διδαχτεί κάποιος από το βιβλίο σας, αλλά και τη φιλοσοφία ευρύτερα, ως προς την αγάπη που μπορεί να δώσει και να λάβει κανείς, είτε πρόκειται για φίλους, είτε πρόκειται για συντρόφους στην καθημερινότητά του; Μπορεί η φιλοσοφία να δώσει απαντήσεις για την καθημερινή πρακτική του να εκδηλώνουμε τα συναισθήματά μας;

Απάντηση: Η φιλοσοφία δεν δίνει απαντήσεις οριστικές. Έργο της είναι η διερώτηση, ο αναστοχασμός, η κριτική. Η φιλοσοφία ανοίγει το οπτικό πεδίο, διερευνά δυνατότητες, ερμηνεύει και, ενίοτε, θεραπεύει, αλλά πάντα δυναμικά, ποτέ στατικά.

Ελπίζω ο αναγνώστης να βρει στο βιβλίο μου ένα, τουλάχιστον, από τα εξής τρία στοιχεία: μία γοητευτική περιήγηση στην ιστορία της φιλοσοφίας για τον έρωτα (αυτό θα πει ότι δεν έχασε τον χρόνο του), έναν προβληματισμό σχετικά με τη σύγχρονη, μετανεωτερική και «πανδημική», πραγματικότητα (αυτό θα πει ότι βρήκε κάτι ενδιαφέρον για την εποχή όπου ζει και οικοδομεί τις σχέσεις του), μία προτροπή για μία αυθεντική ζωή (αυτό θα πει ότι κατάλαβε το βαθύτερο κίνητρο για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου).

Εμείς, να ευχαριστήσουμε με τη σειρά μας την κ. Βάσση και να ευχηθούμε μια καλή τύχη στην κυκλοφορία του πολύ ενδιαφέροντος αυτού βιβλίου, αλλά και στη διενέργεια του γόνιμου επιστημονικού της έργου.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ

Εξώφυλλο:

Τίτλος: «Φιλεῖν και Έρᾶν: Το ερωτικό φαινόμενο χθες και σήμερα»

Συγγραφέας: Γιώτα Βάσση

Εκδόσεις: Παρισιάνου

Αριθμός Σελίδων: 196

Έτος έκδοσης: 2021

ISBN: 978-960-583-613-9

Περιγραφή:

Ένα βιβλίο αφιερωμένο στον έρωτα που μας μεταμορφώνει, μετατοπίζει τις σταθερές μας, αλλάζει τον προσανατολισμό μας, μας παιδεύει, μας εξάπτει και μας πονά, και, εντέλει, μας καταξιώνει ως υπάρξεις.

Κάθε έρωτας είναι μοναδικός, διαφορετικός, έχει τη δική του δυναμική. Ταυτόχρονα, ο έρωτας είναι καθολικός, άχρονος και πανανθρώπινος· συνάμα, εξαρτώμενος, σε κάποιον βαθμό, από την εποχή-πλαίσιο, καθώς ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι οι άνθρωποι ερωτεύονται σε ιστορικό, πολιτικό και πολιτισμικό κενό.

Η φιλοσοφία, ως αναστοχασμός και κριτική, επαναπραγματεύεται τον έρωτα στον χρόνο και αναδεικνύει διαφορετικές πτυχές του, ανάλογα με τα εκάστοτε κοινωνικά συμφραζόμενα. Από τον Έρωτα στον Πλάτωνα ως δύναμη που συνδέει καθολικά τους δύο κόσµους (του «είναι» και του «γίγνεσθαι») και από το «φιλε?ν» και το «?ρ?ν» της αριστοτελικής φιλοσοφίας έως τις μεσαιωνικές αποτυπώσεις του έρωτα στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία· από τον έρωτα ως ατομική εξέγερση έως τις θεωρίες της νεωτερικότητας που ανέδειξαν τη σημασία του υποκειμενικού βιώματος και της επιλογής·και από εκεί, στη μετανεωτερική πραγματικότητα –τις «σχέσεις τσέπης», τις «δικτυωμένες, εικονικές σχέσεις» που ακολουθούν την ψυχολογία του καταναλωτή– έως τη διερώτηση για το μέλλον του έρωτα. Το παρόν δοκίμιο «ξεναγεί» τον αναγνώστη στα πολλαπλά πρόσωπα του έρωτα μέσα στη φιλοσοφία.

Το απάνθισμα που ακολουθεί αποτελεί ένα φιλοσοφικό παιγνίδι, καθώς το ερωτικό φαινόμενο παρουσιάζεται μέσα από επιλεγμένα παραθέματα που διατρέχουν αιώνες σκέψης. Έτσι, ο αναγνώστης μπορεί να στοχαστεί σχετικά με το πώς το συγκείμενο/περιβάλλον επηρεάζει το «αυθόρμητο» βίωμα του έρωτα, εμπλουτίζοντας την προσέγγισή του ή να αναζητήσει τα πρωτότυπα έργα των φιλοσόφων που αποτέλεσαν το υλικό του απανθίσματος.