Γράφει ο Θανάσης Μιχαλόπουλος

Πολύς θόρυβος γίνεται για τις ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις που επέρχονται, για νόμους και πράξεις που θα διευκολύνουν το έργο του κράτους και των δημοσίων φορέων, μα στην πραγματικότητα, όλα αυτά πέφτουν στο κενό.

Η πατρίδα δεν έχει μόνο ανάγκη από μεταρρυθμίσεις, έχει ανάγκη από εξοπλιστικά προγράμματα που θα την καταστήσουν περιφερειακή δύναμη και αν μη τι άλλο θα εγγυηθούν την ομαλή συνέχεια της στο διηνεκές.

Οι πρωθυπουργικές εξαγγελίας για εξοπλιστικά προγράμματα στις ΕΔ, μόνον ελάχιστα μπορούν να συμβάλουν προς τη θετική κατεύθυνση. Η σοβαρότερη εξοπλιστική επένδυση που έχει αμελήσει η πατρίδα μας τα τελευταία περίπου εκατό χρόνια, είναι ο διπλωματικός εξοπλισμός και ο εθνικός.

Όσον αφορά το διπλωματικό εξοπλισμό, οφείλουμε στην ιστορία μας, ως πρωτεργάτες συνιδρυτές των Διεθνών ειρηνευτικών οργανισμών, να τονίσουμε το διπλωματικό μας υπόβαθρο. Δυστυχώς, τα διαβήματα ούτε επαρκούν ούτε συγκινούν στο άναρχο διεθνές σύστημα. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η περιφερειοποίηση ενός προβλήματος. Η Ελλάς, οφείλει να ανάγει τα προβλήματά της ως περιφερειακά, αν όχι διεθνή, πράγμα που ο ΥΠΕΞ υπερτονίζει σωστά, διαμορφώνοντας έτσι ένα πρόσφορο έδαφος για μία χάραξη εθνικής στρατηγικής, η οποία απουσιάζει εδώ και δεκαετίας και ολισθαίνει τις εθνικές γραμμές μας.

Το σημαντικό όλων βέβαια είναι ο εθνικός εξοπλισμός μας.

Ο τυφώνας του αναθεωρητισμού έχει κατασπαράξει έννοιες, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ύπαρξης ενός κράτους. Εάν υπάρχει κάποια ελπίδα ανάπτυξης της Ελλάδος, αυτή σε καμία περίπτωση δε θα συμβεί από τις ιδιωτικές επενδύσεις. Αντίθετα θα συμβεί από την επαναπροσέγγιση του πατριωτισμού μέσα από μια σύγχρονη σφαίρα –γιατί όχι; -.

Εάν η κοινωνία θέλει να θεωρείται προοδευτική, πρέπει να είναι σε όλα της. Άρα και στην απόρριψη όλων εκείνων των ταμπού περί κακού πατριωτισμού. Δεν υπάρχει κακός πατριωτισμός, παρά μόνο «Κασσανδρικές γνώμες». Όπως επίσης δε νοείται κράτος, χωρίς πατρίδα και πατρίδα χωρίς έθνος.

Είτε λοιπόν αποκτούμε άμεσα εθνικό κεφάλαιο και ξεκινούμε μια καθόλα μη προβλέψιμη συζήτηση για τον νέο πατριωτισμό –ενόψει γαρ και της επετείου της έναρξης της ελληνικής επανάστασης του 1821- ή παραμένουμε άβουλοι παρατηρητές σε ένα θίασο ατέρμονων και άγονων προσπαθειών σωτηρίας.