Γράφει ο Δημήτρης Στανίτσας

“Πάλι λάθος έκανε. Όταν φοράει τα πράσινα, όμως, τα κάνει όλα σωστά’’. Αυτό αναφώνησα 13 καλοκαίρια πριν, στο σαλόνι του καραβιού που μετέφερε αυτόχθονες και μη της Κεφαλονιάς στο λιμάνι της Πάτρας. Ήταν Αύγουστος που ειδήσεις δεν υπάρχουν, εκτός κι αν είναι δίσεκτο το έτος και τα Μέσα τροφοδοτούνται από τους παροικούντες το εκάστοτε Ολυμπιακό Χωριό.

Εκείνο το στυφό μεσημέρι, διεξαγόταν ο προημιτελικός  της Καλαθοσφαίρισης Ανδρών μεταξύ Ελλάδος κι Αργεντινής. Η κραταιά εθνική υπό την Τριανδρία των Διαμαντιδη- Σπανούλη- Παπαλουκά αντιμετώπιζε τον τρίς Πρωταθλητή ΝΒΑ Τζινόμπιλι με τους συν αυτώΣκόλα-Πριτζιόνι- Νοτσιόνι.

Εκείνος ο αγώνας στιγματίστηκε – προ της ήττας- από τα αλλεπάλληλα πέντε(!) λάθη του Βασίλη Σπανούλη στο τελευταίο 5λεπτο του αγώνα, τα οποία φιλοφρόνησε με 2 δικά του ο συνήθως αλάθητος Διαμαντίδης. Με το χρονόμετρο να εκπνέει, ο Σπανούλης μεταφέρει την μπάλα ως την κορφή του αργεντίνικουτριπόντου και σημαδεύει τη ράχη του καλαθιού. Η μπάλα γραπώνεται από ένα ζευγάρι λάτιν χέρια κι αυτό είναι το τέλος.

80-78.

Ο Σπανούλης του ΠΑΟ , το βαρύ επιθετικό πυροβολικό του ΖέλιμιρΟμπράντοβιτς, ο παίκτης που εκτελεί  τις αντίπαλες ομάδες, όσο ο Διαμαντίδης ενορχηστρώνει και καθοδηγεί, απέτυχε να δικαιώσει το όνομά του με τα γαλανόλευκα.

Η δυσαρέσκεια των συνεπιβατών μου ήταν έκδηλη. Κι εμένα το ίδιο. Εμένα περισσότερο. Ως οπαδός του Ολυμπιακού ,απαιτούσα την ηθική αποζημίωσή μου. 2 μήνες πριν ,τον παρακολουθούσα εκ νέου και καρτερικά να είναι ασταμάτητος στους τελικούς του Ελληνικού Πρωταθλήματος. Κι ο τρόπος μετράει : αν ο Διαμαντίδης ήταν ο αμυντικός παράγων κι εκείνος που έδινε τις τελικές πάσες, ο Σπανούλης ήταν ο σκόρερ. Ο πρώτος με έκανε να λέω ‘’αχ’’ κι ο δεύτερος να λέω ‘’ανάθεμα’’.

Η Δαμόκλειος Σπάθη της κριτικής που επεκρέματο πάνω από τον Σπανούλη των πράσινων χρόνων ήταν η ροπή προς τις λάθος επιλογές. Η εκρηκτικότητα κι η σβελτάδα συνυπήρχαν με μία αδιόρατη θολούρα, όταν ο αγώνας διακυβευόταν στις τελευταίες κατοχές. Ο διόσκουροςΔιαμαντίδης κι οι τάλε κουάλε του πρώτου Γιασικεβίτσιους–Παπαλουκάς, τού απέσυραν συνήθως αυτό το βάροςκατά τις χειμερινές και θερινές εκστρατείες. Υπήρχαν ,όμως, φορές που δε γλίτωνε την έκθεση στην κριτική. Μάλιστα, είχα την εντύπωση πως στην Εθνική υπέπιπτε με εκνευριστική συνέπεια στις λανθασμένες πάσες ή τις ‘’αλά ΣτεφΚαρυ’’ απόπειρες τριπόντων..

Η δήλωση του προπονητή του στο Χιούστον Tζεφ Βαν Γκάντι, ότι ο παίκτης είναι ‘’μηχανή λαθών’’ (turnovermachine) ήταν η ειρωνική κακεντρέχεια των ‘’Διαμαντιδικών’’ που τον ακολούθησε, όταν διέβη το Ρουβίκωνα.

Τα σπανουλικάκατορθώματα των ετών 2005-2007 κορυφώθηκαν  το 2009. Με απόντες  τους Διαμαντίδη- Παπαλουκά ,και πλειάδα άλλων, ο Σπανούληςοδηγεί την Εθνική ομάδα στο χάλκινο μετάλλιο του Ευρωμπάσκετ, με άξιους συμπαραστάτες το Σχορτσανίτη, τον Τσαρτσαρή, το Φώτση. Αυτή έμελλε να είναι η τελευταία μεγάλη επιτυχία της ομάδας ως τις μέρες μας.

…….

Το 2011, ο ΟΣΦΠ εμφανιζόταν να καταρρέει υπό το βάρος ακόμα μίας αποτυχίας. Η πρώτη χρονιά των Παπαλουκά- Σπανούλη- Τεόντοσιτς ολοκληρώθηκε με τη μη κατάκτηση τίτλου, και παρά το πλεονέκτημα έδρας, ενώ δε συμμετέσχε στο Final-4 , μετά από 2 χρόνια παρουσίας. Οι ιδιοκτήτες ανακοινώνουν ότι το πλειοψηφικό μετοχικό πακέτο τους διατίθεται προς πώληση κι οι κάτοχοι βαρέων συμβολαίων απομακρύνονται.

Οι αδερφοί Αγγελόπουλοι αποφασίζουν inextremisνα παραμείνουν – μέχρι να φύγουν – και παραδίδουν την ομάδα στη δυάδα Ίβκοβιτς-Σπανούλη, που θα έπρεπε να βγάλουν άκρη με άγουρους Έλληνες κι άσημους ξένους .

Κι αν η συνέχεια είναι γνωστή, οφείλει να τής γίνει το ανασκάλεμα με επίγνωση. Η ομάδα έγινε αυτό που κατέληξε να γίνει (Πρωταθλήτρια Ελλάδος & Ευρώπης 2012) , γιατί υπέστη πετυχημένα τις ηφαιστειογενείς δοκιμασίες που έπλασαν το διαμάντι ,μέσα από το κάρβουνο. Κι αν ατσαλώθηκε ,συνέβη γιατί σφυρηλατήθηκε ανάμεσα στη σπανουλική σφύρα και τον γηγενή άκμονα.

Ο καμένος από τον Οκτώβρη Ολυμπιακός είχε την πολυτέλεια να επιτρέψει το ξεδίπλωμα του ταλέντου των νέων Ελλήνων του. Σλούκας, Μάντζαρης, Παπανικολάου κι ο αναγεννημένος Πρίντεζης – αργότερα, κι οι Αγραβάνης-Παπαπέτρου – ψήλωναν σε έναν κοντό Ολυμπιακό ,με το Σπανούλη να είναι ταυτόχρονα η διαμαντιδικότερη και σπανουλικότερη εκδοχή του. Η σύζευξη με τους Αμερικανούς μεσούσης της περιόδου ,απετέλεσε θρυαλλίδα εξελίξεων και σταθερά συνθήκη ως την εποχή Μπλατ. Το Final-4 του 2012 κι η αποκαθήλωση του τελευταίου ΠΑΟ της εποχής Ομπράντοβιτς έφερε τον ποδοσφαιρικό αξίωμα του αδυνάμου στο μπάσκετ: Με το Βασίλη Σπανούλη και τους συν αυτώ ψυχωμένους, τα πάντα είναι πιθανά.

Ο ΟΣΦΠ της δεκαετίας του 2010 ήταν το κύριο εξαγώγιμο (αθλητικό) προϊόν της χώρας, άνευ εκπάγλου ομορφιάς. Το ταλέντο δεν υπερχείλισε ποτέ, αλλά ήταν εκεί η ευφυΐα, η συντονισμένη προσπάθεια-άμυνα κι η ευψυχία ,για να ανεβάσει τη στάθμη. Κι εκείνος που θα σπιρούνιζε το άλογο, αφού οι άλλοι θα είχαν ξεκολλήσει το κάρο από τη λάσπη.

Ήταν εκείνος του οποίου η προσπάθεια,ή ακόμα κι η ίδια η παρουσία τροφοδοτούσε τους άλλους να μην πνιγούν καταπίνοντας θάλασσα. Ποιος δε θυμάται τους τελευταίους δυο ευρω-ημιτελικούς του 2015 & 2017, όπου επί 35 λεπτά η ομάδα δεν καταρρέει γιατί παίζει με συνέπεια, πολύ πάνω από το ταβάνι της; Ακόμα κι ο θρυλικός 4ος  τελικός του 2016, όπου ο ΟθέλλοΧάντερ, με ολίγη από Δημήτρη Αγραβάνη, απλώς δεν επιτρέπει στον γηπεδούχο ΠΑΟ να κατασπαράξει τον -αποκαμωμένο μετά των Ελλήνων του- ΟΣΦΠ.

Σα σε σιωπηρή συμφωνία, που ήθελε το Σπανούλη εξαφανισμένο στην κανονική ροή και κόμπρα στο τέλος, όπου άλλοι θα είχαν αναπαυτεί με αγαλλίαση στο λάκκο.

Χωρίς να είναι ποτέ ο καλύτερος αμυντικός, προίστατο μιας περιφανώς αμυντικογενούς ομάδας ελέω μαχητικότητας, η οποία τον κατηύθυνε σε κάθε πτυχή του παιχνιδιού. Το επίπεδό του δεν καθήλωνε τους υπόλοιπους, αλλά μαγνήτιζε άνωθεν την προσπάθειά τους. Οι Ίβκοβιτς-Μπαρτζώκας-Σφαιρόπουλος δεν ευνούχισαν τους παίκτες τους, αλλά ερέθισαν τα στοιχεία εκείνα που υπηρετούσαν το σύστημα και τον Αρχηγό. Η ομερτά των αποδυτηρίων δεν διατηρούταν επί ποινή, αλλά επί τη βάσει ενός modusvivendiόπου η ισχύς βρισκόταν εν τη ενώσει.

Οι αποτυχίες, κυρίως οι πικρές ως δηλητηριασμένες εντός συνόρων, απορροφούνταν και θεραπεύονταν υπό την επιστασία των Ελλήνων και του επικεφαλής τους. Οι εξαχρειωμένες συμπεριφορές των VIP δεν εξελίχθηκαν σε προσωπική βεντέτα , αλλά αφέθηκαν να σβήσουν με τη στωική σύνεση ενός πραγματικού αρχηγού που προτίμησε να του βγει το μάτι παρά το όνομα.

Ο Ολυμπιακός του Σπανούλη ήταν εκεί για να θυμίζει μεταξύ μνημονίων, κραυγών κι οδυρμών ότι την ελληνική ευδαιμονία τη συνθέτεις με μια λίμνη ταλέντο, μια θάλασσα ομαδικότητα κι έναν ποταμό αυταπάρνηση∙ αντί ωκεανού, κάποιον που θα πάρει την τρίαινα και θα απελευθερώσει δημιουργικά τη δύναμη των φυσικών στοιχείων.

Ο Βασίλης Σπανούλης έγινε, ίσως, ο παίκτης που ήθελε εκείνος. Που δημιουργεί και σκοράρει,που δεν τα παρατάει και ,κυρίως, δεν τον παρατάνε. Για τους φιλάθλους , ζύμωσε την ομάδα που σε έκανε να ανασηκώνεσαι από τον καναπέ, που σου άρεσε όταν απλώς αψηφούσε την επερχόμενη ήττα της. Για τους οπαδούς, επανέφερε τον Ολυμπιακό στο χάρτη όχι ως τον καλύτερο, τον πιο θελκτικό ή ασυναγώνιστο. Τον επανέφερε με πάθος κόκκινο και ελπίδα λευκή. Τον επανέφερε νικητή.