Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπαλατσός

Στο Α μέρος εκτέθηκαν οι βασικές οπτικές της πολιτικής φιλοσοφίας του Θουκυδίδη, κυρίως μέσα από την ανάλυση των αιτιών του Πελοποννησιακού Πολέμου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ως προς αυτό το σημείο παραμένει εντός του διακριτού ρεύματος που ονομάζεται πολιτικός ρεαλισμός. Στο Β μέρος θα επικεντρωθώ σε ορισμένα σημεία της Ιστορίας, τα οποία λειτουργούν επικουρικά στον εντοπισμότων πολιτικών προτιμήσεων του Θουκυδίδη. Στο Γ -και τελευταίο μέρος- θα ιχνηλατήσουμε τις απόψεις του για θέματα ηθικής τάξεως, ανασυνθέτοντας ταυτόχρονα στοιχεία από τα μέρη Α και Β, ώστε να καταλήξουμε στο κατά πόσο είναι γνήσιος εκφραστής του πολιτικού ρεαλισμού.

Εν προκειμένω, το ερώτημα που θα μας απασχολήσει κυρίως είναι με ποιό είδος πολιτικής συντάσσεται. Για να απαντήσουμε στο ερώτημα, ένας ασφαλής τρόπος είναι να αναζητήσουμε τους χαρακτηρισμούς του Θουκυδίδη για συγκεκριμένες πολιτικές προσωπικότητες.Ξεκινώντας την αναδίφηση στα άδυτα της Ιστορίας, παρατηρούμε να χρησιμοποιεί τις λέξεις ξυνετός, ξύνεσις και σωφροσύνη για ένα συγκεκριμένο τύπο πολιτικών προσωπικοτήτων. Επί παραδείγματι, ο Θεμιστοκλής χαρακτηρίζεται άξιος θαυμασμού «αφού χάρη στην οξύνοιά του (ξυνέσει), που ούτε την είχε προηγουμένως διδαχθεί ούτε πρόσθεσε έπειτα σ’ αυτήν κάτι, μπορούσε και τα παρόντα να σταθμίζει ορθότατα ύστερα από ελάχιστη σκέψη και για τα μελλοντικά να προεικάζει άριστα τί πρόκειται να συμβεί» (Α 138, 3). Παρομοίως, ο Αρχίδαμος «είχε φήμη ανθρώπου με σωστή κρίση (ανήρ ξυνετός). Αναφορικά με την σωφροσύνη, φαίνεται να σημαίνει αυτοέλεγχος, η ικανότητα λήψης σωστών αποφάσεων έπειτα από νηφάλια σκέψη: ο Αρχίδαμος πέρα από άνθρωπος φημισμένος για την σωστή του κρίση ήταν και άνθρωπος συγκρατημένος (σώφρων) (Α 79, 2). Ο ίδιος διατυπώνει την άποψη ότι η βραδύτητα της δράσης «κατά βάση μπορεί να είναι σωφροσύνη στηριγμένη στο λογισμό (σωφροσύνη έμφρων)» (Α 84, 2). Ο εξαίρετος κλασικός σχολιαστής της Ιστορίας, ArnoldWycombe Gomme, επισημαίνει ότι σε αυτό το χωρίο παρατηρείται μια τρόπον τινά «ηθική και διανοητική ποιότητα», επεξηγώντας πως η φράση σωφροσύνη έμφρωνακολουθείται από μια «ανάλυση της σωφροσύνης στις δημόσιες υποθέσεις: είναι η άρνηση του να επιτρέψει κανείς στα συναισθήματα να κυριαρχήσουν την κρίση, ανεξάρτητα από αυτά που προκύπτουν φυσικώς από την επιτυχία ή την αποτυχία, δηλαδή από την ευχαρίστηση της κολακείας ή την ενόχληση της ενοχής – η δράση που καθορίζεται από οποιαδήποτε μορφή θυμικού αναβρασμού είναι επικίνδυνη και λανθασμένη». Από την άλλη, ο σκληρός και αδιάλλακτος Κλέωνας, ο πολιτικός που πρότεινε την εξόντωση όλων των Μυτιληνιών, χαρακτηρίζεταιως «βιαιότατος των πολιτών» (Γ 36, 4)· επίσης, ο έφορος Σθενελαϊδας
-φανατικός υποστηρικτής του πολέμου κατά της Αθήνας και αντίπαλο δέος του Αρχίδαμου- δεν χαρακτηρίζεται καθόλου, μετατοπίζοντας την προτίμηση του Θουκυδίδη σαφώς υπέρ του Αρχίδαμου, καθώς όπως είδαμε τον περιγράφει ως «ανήρ ξυνετός». Όσον αφορά την αξιολόγηση του Περικλή, ο συγγραφέας της Ιστορίας είναι ξεκάθαρος όσο ποτέ άλλοτε. Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηρίζει την περίκλεια πολιτική συνετή και μετριοπαθή, καθώς προτείνει να μην επιχειρήσει η Αθήνα νέες κατακτήσεις κατά την διάρκεια του πολέμου, ώστε να αποφύγει μελλοντικές συμφορές, μια εκτίμησηπροερχόμενη από τον σωστό υπολογισμό της αθηναϊκής ισχύος: «μετρίως εξηγείτο και ασφαλώςδιεφύλαξεν αυτήν (δηλ. την πόλη), και εγένετο επ’ εκείνου μεγίστη, επειδή τε ο πόλεμος κατέστη, ο δε φαίνεται και εν τούτω προγνούς την δύναμη» (Β 65, 5). Το μετρίως δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε τιςεξωτερικές υποθέσεις, ήτοι με μετριοπάθεια, και το ασφαλώςδηλώνει ότι η Αθήνα παρέμεινε ασφαλής όσο διαχειριζόταν την τύχη της ο Περικλής. Τέλος, στο (Β 65, 6) τονίζεται με κάπως προκαταβολικό τρόπο, ότι όλες οι επόμενες πολιτικές προσωπικότητες της Αθήνας υστερούσαν μπροστά του, έχοντας κυρίως ως κίνητρο της πολιτικής τους την ικανοποίηση των προσωπικών φιλοδοξιών τους (φιλοτιμίας) και όχι το κοινό καλό και τα συμφέροντα της Αθήνας.

Εν κατακλείδι, η θετική αξιολόγηση των ανωτέρω προσωπικοτήτων φανερώνει την προτίμηση του Θουκυδίδη για ένα μοντέλο ψύχραιμης, μετριοπαθούς και νηφάλιας πολιτικής μακριά από ακραιότητες. Ενώ συχνά παρουσιάζεται ως ένας στυγνός και αμετροεπής ρεαλιστής, μια ανάγνωση που βασίζεται κυρίωςστον Διάλογο της Μήλου, παρατηρούμεότι ηπολυδιάστατη εξέταση ολόκληρου του έργου αναιρεί αυτή τηνάποψη -ή τουλάχιστον την καθιστά επισφαλή-, καθώς θα αξιολογούσε με θετικό τρόπο τόσο την πολιτική του Κλέωνα, ο οποίος πρότεινε την εξόντωση των Μυτιληνιών για να «προστατευτούν» τα αθηναϊκά συμφέροντα, όσο και την πολιτική του Αλκιβιάδη, ο οποίος αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα στυγνού ιμπεριαλιστή.