Γράφει η Ιωάννα Τρίγκα

Το ανώτατο δικαστήριο της γειτονικής χώρας συνεδρίασε για τη μετατροπή του μνημείου της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί και τα κόκκαλα των προγόνων μας τρίζουν, μαζί με τα δικά μας!

Στόχος της ζωής μου ήταν να μην παρασύρομαι υπέρ το δέον από τα συναισθήματά μου. Επιβολή της μελλοντικής επαγγελματικής μου κατεύθυνσης να μην το πράξω ουδέποτε. Ωστόσο, δε  μπορώ να κλείσω τα μάτια, καθώς νιώθω πως στρέφω τη πλάτη στην ταυτότητα και την ιστορία μου! Δε ξέρω αν γίνεται αντιληπτό στον κόσμο τι σημαίνει για εμάς τους Έλληνες (είτε ορθότερα τους Φιλέλληνες) η απόφαση αυτή που αφήνει την τύχη ενός δικού μας ιστορικού μνημείου στα χέρια του τούρκου προέδρου Recep Tayyip Erdoğan. Μία λέξη μου χτυπάει στο μυαλό : Βεβήλωση! Η βεβήλωση αυτή αγγίζει τα χώματα που άνθισαν με το αίμα των προγόνων μας και φτάνει μέχρι τη ραχοκοκαλιά του παρελθόντος. Προσβάλλει την ταυτότητα, την πίστη και τις αξίες μας. Μα πιο πολύ με πονάει που εμείς πάνω από όλους πουλάμε τα κομμάτια μας στο βωμό της ψευδαίσθησης του φιλελευθερισμού… Ψευτο-φιλελευθερισμού κατ’ εμέ.

Σε αυτό το σημείο κάλλιστα μπορεί να έρθει κάποιος και να πει ότι όλα αυτά ακούγονται βαρύγδουπα και υπερβολικά. Παρ’ όλα αυτά η λέξη ‘’υπερβολή’’ πολλές φορές τυχαίνει να συνοδεύεται από την αλήθεια, πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για την Ιστορία. Όχι μόνο αυτή που καταγράφεται και γνωρίζουμε αλλά αυτή που βιώνεται από τους πρωταγωνιστές της. Κακά τα ψέματα, είμαστε μια γενιά όπου βρισκόμαστε στην καρδιά ιστορικών μεταβολών, το μέλλον των οποίων καλούμαστε να υπογράψουμε και να συντελέσουμε στην όποια κατεύθυνσή τους.

Το παρελθόν μας είναι ήδη καταγεγραμμένο. Τρία πράγματα είναι αυτά που συγκροτούν το έθνος μας και το ενώνουν εδώ και κάποιους αιώνες : Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Ο Έλληνας έχει υποστεί βαθιά λοβοτομή όλα αυτά τα χρόνια. Η απαρχή ξεκίνησε από ταυτότητες λιγότερο ριζωμένες στο DNA ενός ανθρώπου μεν αλλά ενός όντος που δεν έχει απαρνηθεί πλήρως τα άγρια ένστικτά του δε. Ποιο είναι όμως το κυριότερο κάστρο που γκρεμίστηκε ως αξία; Η οικογένεια.

Εδώ να επισημάνω ότι δεν απαρνούμαστε το δικαίωμα στο ‘’ελεύθερο πιστεύειν και πράττειν’’. Όμως οι ρίζες του ελληνισμού ξεκινούν και τελειώνουν μέσα σε αυτό το τρίπτυχο. Σε αυτό ακριβώς το σημείο νιώθω την ανάγκη να θυμίσω ένα χωρίο από τη γνωστή φράση του Henry Alfred Kissinger, υπουργού εξωτερικών της Αμερικής από το 1969-1977, για την Ελλάδα, η οποία τα συνοψίζει όλα : “Ο ελληνικός λαός είναι ατίθασος (δυσκολοκυβέρνητος) και γι’ αυτό πρέπει να τον πλήξουμε βαθιά στις πολιτισμικές του ρίζες. […]”

Τα βέλη φυσικά φέρουν την επωνυμία της “ελευθερίας’ ή -καλύτερα- την καραμέλα του παρεξηγημένου και παραποιημένου ορισμού αυτής. Το νέο αίσθημα της “αμερικανιάς” και του “junk-food της σκέψης” (όπως το ονομάζω) ήρθε και πολύ εύκολα θέλησε να δώσει μια κλωτσιά στην πόρτα του πολιτισμού μας. Κάπως έτσι, ο θεσμός της οικογένειας ισοπεδώθηκε και στη θέση του μπήκε η “δηθενιά” της βούλησης να πάρεις τη ζωή από το κοινωνικό φαίνεσθαι στα χέρια σου. Θα μου πεις εδώ, οι καιροί αλλάζουν και η κοινωνία χρειάζεται εκσυγχρονισμό. Και εδώ θα έρθω να σου απαντήσω ευθέως ότι την τροφή δεν μπορείς να την καταπιείς αμάσητη και εν μία νυκτί να περάσεις από την όχθη του μαύρου στο άσπρο ή/και αντίστροφα, γιατί έτσι θα έρθει η ισοπέδωση. Το μοντέρνο φιλελεύθερο πρότυπο ήρθε να μας παρασύρει, χαρακτηρίζοντας démodé τους λάτρεις της οικογενειακής εστίας.

Εν συνεχεία και όσον αφορά τη θρησκεία και τον πυλώνα αυτόν της Ελλάδας, δε θα πω πολλά καθ’ ότι η διάθεση της ανεξιθρησκίας είναι ένα πολύ σημαντικό κεκτημένο. Το γεγονός όμως ότι η δική σου πίστη γίνεται περίγελος των άλλων και βοάς του μη σεβασμού, με ξεπερνάει. Αρκεί μόνο να κάνεις δημόσια το σταυρό σου στη θέα μιας Εκκλησίας για να δεις τα όλως περιέργως βλέμματα αποστροφής και αποδοκιμασίας νέων και μεγαλυτέρων.

Κάποιος γνωστός μου είπε τη εξής φράση: “Καλά αυτό για το Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια μην το λες και πολύ προς τα έξω, γιατί θα φάμε ξύλο”. Αυτό δεν είναι μια αντίληψη ενός ανθρώπου που αντιτάσσεται, αλλά ενός ανθρώπου που “φοβάται” να προασπίσει τα πιστεύω του γενικώς και ειδικώς για την πατρίδα του. Άραγε λοιπόν για ποιο φιλελευθερισμό μιλάμε; Μήπως λοιπόν το συμφέρον του μονόπλευρου καραδοκεί να φιμώσει τις αξίες του απέναντι; Να σου θυμίσω κάπου εδώ ότι η απέναντι πλευρά δεν ντράπηκε να κάψει την σημαία πάνω στην οποία χύθηκε αίμα για να μπορεί ο καθένας από εμάς τη σήμερον ημέρα να εκφράζεται με ελεθερία , δε δίστασε να θελήσει την μη ύπαρξη του σταυρού επάνω της χωρίς να λάβει υπ’ όψιν τη δική σου γνώμη. Η οικογένεια έγινε σήμα κατατεθέν του συντηρητισμού, η Εκκλησία ντροπή και η έκφραση της φιλοπατρίας συνώνυμο του φασισμού είτε -έστω- ακροδεξιών αντιλήψεων.

Κάπως έτσι η καλλιέργεια του φόβου παίρνει σάρκα και οστά και η ισχύς περνάει σε αυτόν που έχει κατανοήσει την ανίσχυρη θέση της μάζας, η οποία υποτάσσει προσωπικές ελευθερίες και πιστεύω χάριν του όλου, που έχει υποστεί ανελέητη προπαγάνδα.

Δεν ξέρω αν η ζωή πάνω σε τέτοιου είδους θέματα κατατάσσεται σε ένα εκ των δύο άκρων: μαύρο ή άσπρο. Σίγουρα υπάρχουν και τα υπόλοιπα χρώματα. Ωστόσο το ζητούμενο είναι πού οδηγεί το καθένα. Ας ελπίσουμε ότι η παραφροσύνη εν τοιαύτη περιπτώσει δε θα ευδοκιμήσει με απώτερο σκοπό την πρόκληση του ελληνικού λαού. Αλλιώς πρέπει να μάθουμε να ζυγίζουμε καλύτερα τα πράγματα, ελέγχοντάς τα πίσω από τις κλειστές κουρτίνες.